Γιατί «πεθαίνουν» τα πλατάνια και τα έλατα της Ελλάδας – Δείτε το explainer video του CNN Greece

 

Οι άλλοτε καταπράσινες χαράδρες της Ελλάδας που φιλοξενούσαν τα σκιερά πλατάνια και τα ψηλά έλατα φαίνεται να έχουν δώσει τη θέση τους σε ένα φθινοπωρινό τοπίο. Γιατί, συμβαίνει αυτό; Γιατί «πεθαίνουν» τα δέντρα μας που αποτελούσαν «κόσμημα» για το φυσικό τοπίο της χώρας;

 

Στο ερώτημα αυτό απαντά στο CNN Greece η δασοπόνος στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων Νικολέτα Σουλιώτη, εξηγώντας πως πρόκειται για ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα που επηρεάζει με διαφορετικό τρόπο το κάθε είδους δέντρο

Δύο από τις σημαντικότερες προκλήσεις με τις οποίες βρίσκονται αντιμέτωπα τα δασικά δένδρα είναι η κλιματική κρίση και οι αλλόχθονες εισβλητικοί επιβλαβείς οργανισμοί, όπως τα έντομα, οι μύκητες, ή τα βακτήρια, όπως σημειώνει η κ. Σουλιώτη.

Ο ρόλος της κλιματικής κρίσης

«Οι εκτεταμένες νεκρώσεις ψηλά στα ελατοδάση αλλά και στα κωνοφόρα σε χαμηλότερα υψόμετρα που εκκίνησαν πέρσι και φαίνεται να φτάνουν σε κορύφωση κατά τη τρέχουσα χρονιά θα πρέπει να αποδοθούν στη κλιματική κρίση» τονίζει χαρακτηριστικά η επιστήμονας, ενημερώνοντας ταυτόχρονα πως η Ελλάδα παρακολουθεί το φαινόμενο μέσω της Δασικής Υπηρεσίας που είναι καθ’ ύλην αρμόδια για την εποπτεία της υγείας των δασών.

Στην περίπτωση των δασών που φιλοξενούν μεγάλες εκτάσεις ελάτων και με βάση τις αυτοψίες που έχει διενεργήσει ο Δασικός Εντομολόγος του φορέα ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, Δημήτριος Αβτζής διαπιστώνεται πως «για το πρώτο σκέλος των ξηράνσεων στα ελατοδάση μπορούμε να πούμε πως αν και σοκαριστικές στον παρατηρητή, είναι αναμενόμενες και δεν αποδίδονται σε κάποια σπάνια ασθένεια ή άλλο εξωτικό παράγοντα».

Πλήγμα από την ανομβρία στα έλατα

Πρόκειται σύμφωνα με την επιστήμονα για ένα γνωστό φαινόμενο «με περιοδική εμφάνιση εδώ και πάνω από μία δεκαετία και συνδέεται ως απόκριση των συστάδων σε ξηρές χρονιές, όπως ήταν οι προηγούμενες δύο».

Στις περιπτώσεις των ελατών που βρίσκονται σε αβαθής σχετικά θέσεις ή από τη νότια πλευρά των βουνών, που όπως επισημαίνει η κα Σουλιώτη είναι ακόμα πιο ξηρές, τα δένδρα αυτά «ξεπερνούν μαζικά το κατώφλι των ελαχίστων απαιτήσεων σε νερό για την παρουσία τους εκεί, με αποτέλεσμα να επέρχεται ο θάνατός τους».

Στη φάση αυτή ενδημικά έντομα που θρέφονται με τους φλοιούς των κωνοφόρων διαδραματίζουν τον ρόλο του επιταχυντή στο θάνάτο των δέντρων.

«Στη πρώτη αυτή φάση αναπτύσσεται και αυξάνεται ο πληθυσμός των εντόμων αυτών που εν συνεχεία είναι σε θέση να επεκτείνουν τις νεκρώσεις και σε άλλα δένδρα της συστάδας αυξάνοντας την επίπτωση τοπικά» υπογραμμίζει η δασολόγος.

Την ίδια ώρα, όμως, η κλιματική κρίση «έχει αυξήσει τη συχνότητα και την ένταση στην εμφάνισης ακραίων καιρικών φαινομένων, ενώ και η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας το καλοκαίρι έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός αφιλόξενου περιβάλλοντος σε ένα τυπικά ψυχρόβιο είδος όπως η ελάτη». Έτσι επιταχύνεται το φαινόμενο σε ακόμη μεγαλύτερα υψόμετρα και ακόμη και σε πιο βόρεια σημεία.

«Στην περίπτωση των νεκρώσεων στα ελατοδάση και σε άλλα κωνοφόρα ο παράγοντας που φαίνεται να οδηγεί σε αυτές ως πρωταρχικό αίτιο είναι η κλιματική κρίση και η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας» αναφέρει.

Διευκρινίζει, όμως, παράλληλα πως «παρόλα αυτά η χώρα βρίσκεται σε επιφυλακή για την είσοδο και εισβλητικών επιβλαβών οργανισμών για τα κωνοφόρα μας όπως για παράδειγμα ο νηματώδης Bursaphelenchus xylophilus που ήδη έχει δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στην Ιβηρική χερσόνησο».

Ζοφερή η κατάσταση για τα πλατάνια – Υφίστανται μεταχρωματικό έλκος

Ακόμη πιο ζοφερή είναι η κατάσταση για τα πλατάνια, όπως τονίζει η ίδια. Το κίτρινο χρώμα του φθινοπώρου που έχει αρχίσει να εξαπλώνεται στα δέντρα αυτά, οφείλονται στην προσβολή από έναν αλλόχθονα εισβλητικό μύκητα που ονομάζεται «Ceratocystis platani» ο οποίος προκαλεί στα πλατάνια την θανατηφόρα ασθένεια «μεταχρωματικό έλκος».

«Πρόκειται για ένα παθογόνο που στην Ευρώπη έφτασε από την Αμερική στα συμμαχικά στρατόπεδα κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και συγκεκριμένα στους τόπους αποβίβασης σε λιμάνια της Γαλλίας και Ιταλίας» εξηγεί η επιστήμονας.

Στην Ελλάδα βρέθηκε για πρώτη φορά στην Πελοπόννησο στις αρχές του 2000, σύμφωνα με την ίδια.

Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι δεν φαίνεται να υπάρχει «θεραπευτικό μέσο για την ασθένεια αυτή. Είναι οργανισμός καραντίνας».

Ενώ στην περίπτωση των ελατοδασών η κλιματική κρίση είναι αυτή που παίζει καταλυτικό ρόλο στο «θανατό» τους, σύμφωνα με την κα Σουλιώτη «η περίπτωση του πλατάνου είναι κάπως αντίστροφη».

«Εδώ δηλαδή ο επιβλαβής οργανισμός είναι το πρωτεύον αίτιο των νεκρώσεων των πλατάνων, η ταχύτητα όμως της επέκτασής του στα φυσικά οικοσυστήματα πάλι σχετίζεται με τη κλιματική κρίση» προσθέτει. Γιατί όμως;

Όπως αναλύει «σε περιοχές που βρέχονται από ποτάμια, όπου το παθογόνο φθάνει αρχικά μέσω της ανθρώπινης δραστηριότητας, η εμφάνιση τοπικά ακραίων καιρικών φαινομένων όπως ήταν ο Ιανός ή ο Daniel προκάλεσαν πλημμυρικά φαινόμενα, τα οποία με τη σειρά τους διαμόρφωσαν μία ακόμη χειρότερη κατάσταση.

Στις περιπτώσεις αυτές ανήκουν ο Κηρέας στην Εύβοια, ο Πηνειός και ο Ληθαίος στη Θεσσαλία, οι πλημμύρες των οποίων βοήθησαν το παθογόνο να ταξιδέψει και να οδηγήσει σε επιδημία με μαζικές νεκρώσεις πλατάνων της περιοχής.

Υπάρχει ελπίδα αναστροφής

Έχοντας εντοπίσει την πηγή του φαινομένου, το ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής: Υπάρχει ελπίδα για τα δασικά αυτά οικοσυστήματα και μέθοδος θεραπείας;

Απαντώντας στο ερώτημα αυτό η κα. Σουλιώτη μας ενημεώνει πως «για την υγεία των δασών και τις επιπτώσεις επιβλαβών οργανισμών, η Ελλάδα υλοποιεί σε ετήσια βάση αυτοψίας, ώστε να υπάρχει γνώση τυχόν παρουσίας ή απουσίας αυτών και αντίστοιχα να ληφθούν άμεσα μέτρα».

Ωστόσο, όπως αναφέρει η ίδια «το μεταχρωματικό έλκος του πλατάνου, δυστυχώς είναι ένας οργανισμός με πολλαπλούς τρόπους διάδοσης και κυρίαρχο φορέα τον άνθρωπο σε νέες θέσεις».

«Για την ασθένεια αυτή όποιος θέλει να πραγματοποιήσει οποιαδήποτε επέμβαση σε θέση όπου φύονται πλατάνια οφείλει να γνωστοποιήσει τη πρόθεση αυτή και να ζητήσει σχετική άδεια από την οικεία δασική υπηρεσία» επισημαίνει. Μάλιστα, εάν δεν ακολουθηθεί αυτή η διαδικασία, τότε θα βρεθεί αντιμέτωπος/η με πρόστιμα.

Στο μεταξύ, εάν κατά τον έλεγχο από τη δασική υπηρεσία βρεθεί ότι η θέση είναι «ελεύθερη του παθογόνου μύκητα, τότε ακολουθεί επιμελής καθαρισμός και πιστοποιείται η απολύμανση των εργαλείων και μηχανημάτων που πρόκειται να εμπλακούν πριν την έναρξη των εργασιών. Εάν αυτό τηρηθεί, δεν μπορεί το παθογόνο να φτάσει σε ένα νέο τόπο».

Η σημασία της αποφλοίωσης και της υλοτομίας

Από την άλλη, για τις νεκρώσεις στα κωνοφόρα που οφείλονται, όπως αναφέρει η δασολόγος «σε αβιοτικά αίτια, δηλαδή, στην έλλειψη νερού και τις υψηλές θερμοκρασίες και την κλιματική κρίση και καταλήγουν να προσβάλλονται από έντομα, εδώ η απόκριση μας θα πρέπει να είναι η διαχείριση των δασών».

Τι περιλαμβάνει αυτή η διαχείριση; Αραιώσεις σε νεαρά δάση με πυκνή φυλλωσιά, που μπορούν να οδηγήσουν, μάλιστα, στην αύξηση της ανθεκτικότητας των δέντρων που έχουν υποστεί αυτού του είδους την καταπόνηση.

Στην περίπτωση που βρίσκεται σε εξέλιξη το φαινόμενο των μαζικών ξηράνσεων όπως συμβαίνει τώρα «η διαχείριση με την υλοτομία και αποφλοίωση των δένδρων που θα υλοτομηθούν» συνιστά επίσης έναν σημαντικό τρόπο διαχείρισης, «εάν για λόγους, όπως η προφύλαξη από τη διάβρωση του εδάφους κριθεί ότι τα υλοτομημένα δένδρα θα πρέπει να μείνουν μέσα στη συστάδα».

cnn.gr