Η προ ημερών ανάρτηση των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης «πόθεν έσχες» του πολιτικού προσωπικού της χώρας για το έτος 2023, κατέδειξε έστω και ως φευγαλέα εικόνα, ότι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα του σημερινού στρεβλού και υπονομευμένου πολιτικού συστήματος αποτελεί και η σώρευση ατομικού πλούτου στην πλειοψηφία του πολιτικού προσωπικού, σε συνδυασμό με τη διαχρονική ατιμωρησία αυτού.
Ενώ η υποχρέωση υποβολής «πόθεν έσχες» έχει ως στόχο τη διαφάνεια και την αποτροπή της διαφθοράς σε αυτούς, που διαχειρίζονται δημόσιο χρήμα και εν τέλει την ενδυνάμωση του κράτους δικαίου, επί της ουσίας έχει μετατραπεί σε ένα «άδειο πουκάμισο». Όχι μόνο υπάρχει σοβαρή καθυστέρηση στη δημοσιοποίηση (δύο και τρία χρόνια μετά), αλλά δεν ελέγχονται ουσιαστικά και όσα δηλώνονται, καθόσον κυριαρχεί αποκλειστικά το «έσχες» και όχι το ζητούμενο που είναι το «πόθεν». Αλλά και ως προς το «έσχες» παρέχονται εντέχνως δυνατότητες και εμπόδια στον έλεγχο των δηλώσεων καθιστώντας έτσι αδύνατη τη στοιχειώδη λογοδοσία του πολιτικού συστήματος. Πέραν αυτού του σοβαρού δημοκρατικού ελλείμματος, έστω και με αυτόν ελλειμματικό τρόπο δεν μπορεί να αποκρυβεί ο εμφανής πλούτος του πολιτικού προσωπικού, που βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία με την οικονομική κατάσταση και τα εισοδήματα της πλειοψηφίας της ελληνικής κοινωνίας.
Αυτός ο προσωπικός πλούτος της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτικών έρχεται και σε πλήρη αντίθεση με την οικονομική κατάσταση των κομμάτων τους, στα οποία ανήκουν, τα οποία, ενώ λαμβάνουν μεγάλα ποσά, ως κρατική ενίσχυση, είναι χρεωκοπημένα, έχοντας λάβει, μάλιστα, και τεράστια δάνεια, με ενέχυρο την μελλοντική κρατική επιχορήγηση (!!!).
Η Ν.Δ. με βάση τα αρχικά φιλελεύθερα επικοινωνιακά φληναφήματα της με στόχο την αλίευση των ψηφοφόρων του κέντρου δεν άργησε να εμφανίσει το πραγματικό της χαρακτήρα, που είναι τα παλαιο-δεξιά χαρακτηριστικά της με κύριο όχημα την άγρια νομή του Κράτους, όπως με καθαρότητα κατέδειξε το τεράστιο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, αλλά και η δημιουργία κλεπτοκρατικών κύκλων στους χώρους που διακινείται ευρωπαϊκό και δημόσιο χρήμα. Κατά την εξαετή, σχεδόν, διακυβέρνηση της έχει διευρυνθεί η οικονομική ανισότητα, έχει γιγαντωθεί η ψηφοθηρική επιδοματική πολιτική ψίχουλων στη μεγάλη πλειοψηφία του λαού που πένεται εν μέσω σκληρής ανόδου του πληθωρισμού και τον υπεραυξήσεων στην ενέργεια και στα τρόφιμα, ενώ την ίδια ώρα γιγαντώνεται ο πλούτος, που διοχετεύεται στα συγκεκριμένα κανάλια της παρασιτικής ολιγαρχίας. Έτσι, πέραν του κοινωνικού και ηθικού ζητήματος που προκύπτει από αυτό, η χώρα έχασε και την τελευταία της ευκαιρία χρησιμοποιώντας κατάλληλα τα χρήματα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης να προχωρήσει στοιχειωδώς στην αλλαγή του σαθρού και επικίνδυνου παρασιτικού οικονομικού συστήματος της. Εκτός αυτών, η διακυβέρνηση της έχει επιφέρει συντριπτικά πλήγματα σχεδόν σε όλα τα επίπεδα με την ουσιαστική υπολειτουργία του ΕΣΥ, τη μη λύση του ακανθώδους προβλήματος των κόκκινων δανείων, την αύξηση του χρέους, αλλά και του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, την μη σοβαρή αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών σε Θεσσαλία, Έβρο, Εύβοια κλπ., την εκτόξευση της εγκληματικότητας και της ανασφάλειας. Αν σε αυτά προστεθεί και η παντελής έλλειψη εθνικής στρατηγικής στα μεγάλα θέματα του Ελληνισμού, εν μέσω της σημερινής παγκόσμιας γεωπολιτικής ρευστότητας, ολοκληρώνοντας το παζλ της πορείας μιας παρηκμασμένης χώρας.
Αλλά και η κατάσταση της αντιπολίτευσης δεν παρέχει σημάδια αισιοδοξίας. Πολυδιάσπαση, προσωπικές διαδρομές και κυριαρχούντα πολιτικά προτάγματα στο πλαίσιο της διαχειριστικής λογικής του υπάρχοντος συστήματος παρακμής. Απουσιάζει ένα νέο συλλογικό όραμα αναβάθμισης του Ελληνισμού και της χώρας και ένα συνεκτικό σχέδιο αλλαγής του παρασιτικού οικονομικού μοντέλου ανάπτυξης και της κυριαρχίας του πελατειασμού και της αναξιοκρατίας, που βυθίζει την Ελλάδα, δηλαδή η πρόταξη μιας νέας Μεγάλης Ιδέας για να την ανάταξη της χώρας.
Το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να απαλλαγεί από την ιδεολογική του απονεύρωση, κινούμενο εντός του πλαισίου της αδιέξοδης διαχειριστικής λογικής, το ΚΚΕ επιμένει στην ιδεολογική του περιχαράκωση και την αταβιστική πολιτική του λειτουργία, ο δε ΣΥΡΙΖΑ έχει πλήρως απονευρωθεί μέσω των πολλαπλών διασπάσεών του με τη δημιουργία της Νέας Αριστεράς και του Κινήματος Δημοκρατίας. Όσον αφορά τα υπόλοιπα πολιτικά κόμματα στο ευρύτερο λεγόμενο προοδευτικό τόξο, η μεν Πλεύση Ελευθερίας, συνθλίβεται πίσω από την ιδιότυπη προσωπική ιδιοσυγκρασία της αρχηγού της, το δε ΜΕΡΑ 25, επιδίδεται σε ένα ιδιότυπο βερμπαλισμό και επικοινωνιακό ακτιβισμό.
Έναντι αυτού του πολιτικού αδιεξόδου δημιουργείται η αναγκαιότητα συγκρότησης ενός νέου δημοκρατικού, πατριωτικού και προοδευτικού κινήματος. Ένα τέτοιο νέο πολιτικό υποκείμενο, θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ενοποιήσει σε ένα προγραμματικό μέτωπο τις υπάρχουσες πολιτικές δυνάμεις, της ευρύτερης προοδευτικής παράταξης και να δώσει απτές ελπίδες σοβαρής εναλλακτικής κυβερνητικής πρότασης, ενάντια στη σημερινή αδιέξοδη κυβερνητική φαυλότητα και διαφθορά. Είναι προφανές, ότι αυτό για να επιτευχθεί στη σημερινή σοβαρή κρίση αντιπροσώπευσης, απαιτείται μεταξύ άλλων και ένα νέο πολιτικό υπόδειγμα, που θα συνίσταται στην αποποίηση των ιδιαίτερων πολιτικών προνομίων του ατομικού πλούτου και της ατιμωρησίας αυτών που θα μπουν μπροστά σε μία τέτοια διαδικασία και παράλληλα θα έχουν αποδεδειγμένα, την εμπειρία της παραγωγικής διαδικασίας, τη γνώση, αλλά και την προοδευτική και πατριωτική συνείδηση στους σημερινούς θρυμματισμένους καιρούς.
