Κατά τα πρόσφατα εγκαίνια του φαραωνικού αντιγράφου του παλατιού της Άγκυρας στο κατεχόμενο κυπριακό τμήμα από τον Αττίλα, οι γνωστές κορώνες Ερντογάν περί δήθεν δύο ανεξάρτητων ισότιμων κρατών στη Μεγαλόνησο, διανθίσθηκαν με το θρασύτατο τουρκικό επιχείρημα, ότι το δικαίωμά τους αυτό πηγάζει από το γεγονός, ότι είναι «ιδιοκτήτες» στο νησί !!!
Βέβαια οι πραγματικοί στόχοι της Τουρκίας είναι γνωστοί, ανεξαρτήτως της τακτικής του καρότου-μαστίγιου, που χρησιμοποιεί κατά καιρούς ο τούρκος πρόεδρος βάζοντας ή βγάζοντας για λίγο την «προβιά του προβάτου», που συγκινεί και αποκοιμίζει τις ελληνικές ελίτ. Δεν μπορούν, δηλαδή, να αποκρυβούν όση προσπάθεια και αν καταβάλει το φοβικό και συμπλεγματικό ελληνικό κατεστημένο, μέσω του υποτιθέμενου ελληνοτουρκικού διαλόγου και της προσπάθειας ξεπαγώματος του κυπριακού από τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, χωρίς όμως καμία θετική προοπτική. Τα πάντα συντείνουν στην κατάδειξη των πραγματικών στόχων του τουρκικού κατεστημένου για τη παγκόσμια μεγέθυνση της Τουρκίας, που βασική προϋπόθεση αποτελεί η φιλανδοποίηση της χώρας μας.
Έτσι ανεξαρτήτως των πρόσκαιρων τακτικών αναδιπλώσεων αυτής, σε επίπεδο ρητορείας προκειμένου να πετύχει τους βραχυπρόθεσμους στόχους της, που ήταν η παραλαβή των F-16 από τις ΗΠΑ και ήδη των Eurofighters (ήδη διεκδικεί τα F-35 με την άνοδο Τραμπ στην προεδρεία των ΗΠΑ), αλλά και η ομαλή της οικονομική ανάκαμψη μετά τους καταστρεπτικούς σεισμούς στην Ανατολία, ο Ελληνισμός της ευρύτερης περιοχής βρίσκεται σε κίνδυνο από μία χώρα που μετατρέπεται στρατιωτικά, δημογραφικά και διπλωματικά σε αυτόνομη ισχυρή περιφερειακή δύναμη εκμεταλλευόμενη την έντονη παγκόσμια γεωπολιτική ρευστότητα και τον υπό διαμόρφωση πολυπολικό κόσμο. Με βάση το ιδεολόγημα της Γαλάζιας Πατρίδας υποσκάπτει συστηματικά τα θεμέλια της εθνικής μας κυριαρχίας, αφού διεκδικεί με τον τρόπο αυτόν το μισό Αιγαίο, τεράστια τμήματα της ελληνικής ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο μέσω του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου, καθώς και τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους στα κατεχόμενα της μαρτυρικής μεγαλονήσου.
Το Κυπριακό αποτελεί αναμφισβήτητα τη χαρακτηριστική περίπτωση της πολιτικο-διπλωματικής και στρατιωτικής αδυναμίας της Ελλάδος στη Νεότερη Ιστορία της. Το δίκαιο και νόμιμο αρχικό αίτημα της Ένωσης ενταφιάστηκε για πάντα από τις συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου, με την αναγνώριση της Τουρκίας ως εγγυήτριας δύναμης και με ένα ανεφάρμοστο Σύνταγμα, που αποτέλεσε τον «διάδρομο» για την διχοτομική κατάληξη του νησιού. Αποτελεί, αναμφισβήτητα, στρατηγική ήττα του πολιτικού κατεστημένου της Χώρας και της «παρασιτικής» οικονομικής ολιγαρχίας, που χαρακτηρίζεται διαχρονικά από τον σύνδρομο του «ενδοτισμού».
Πριν την ολοκλήρωση της καταστροφής της Κύπρου, κάτι που θα αποτελέσει το κύκνειο άσμα του Ελληνισμού, απαιτείται η άμεση και πλήρης αλλαγή της πολιτικής μας στο Κυπριακό ζήτημα. Προϋπόθεση της λύσης του είναι η πλήρης διεθνοποίησή του, με παράλληλη αξιοποίηση του σημαντικού γεωπολιτικού αποτυπώματος της Κύπρου στις σημερινές ρευστές γεωπολιτικές συνθήκες, χωρίς παρωπίδες. Χρειάζεται άμεσα η συγκρότηση και η εφαρμογή μιας νέας εθνικής στρατηγικής, που θα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων:
Πρώτον, την επιθετική διεθνοποίηση του Κυπριακού προβλήματος. Πρώτιστος στόχος θα πρέπει να είναι η αποχώρηση των τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων κατοχής από τη Κύπρο. Ως τότε η Ελλάδα και η Κύπρος, οφείλουν να θέσουν και να επιβάλουν άμεσα το θέμα της αναστολής της τελωνειακής ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε., καθώς και την επιβολή κυρώσεων εις βάρος της.
Δεύτερον, την πολύπλευρη διπλωματική πολιτική προς όλα τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και τις δυνάμεις, που μπορεί να έχουν αμιγώς στρατηγικά συμφέροντα στην περιοχή. Τόσο η Γαλλία, το Ισραήλ, η Αίγυπτος και οι αραβικές χώρες και εσχάτως οι ΗΠΑ έχουν μεταξύ άλλων άμεσα ζωτικά συμφέροντα να παραμείνει η Κύπρος έξω από τον έλεγχο της Τουρκίας και για αυτό πρέπει αυτό να μεταφραστεί διπλωματικά και στρατιωτικά σε πράξη επί του πεδίου .
Τρίτον, την κατάθεση δήλωσης της Κυπριακής Δημοκρατίας στον ΟΗΕ, σε συνεννόηση με την Ελλάδα, ότι μετά την επιμονή της Τουρκίας περί δύο ανεξάρτητων κρατών, η Βόρεια Κύπρος τελεί υπό τουρκική κατοχή και ότι ο στόχος της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι η πλήρης ανάκτηση της κυριαρχίας της επί του βορείου κατεχόμενου τμήματος. Παράλληλα, θα πρέπει να γίνει κατάθεση και εκτενή δημοσιοποίηση σχεδίου λύσεως του Κυπριακού από την ελληνοκυπριακή πλευρά στον ΟΗΕ και την Ε.Ε.
Τέταρτον, την άμεση υλοποίηση του ενιαίου αμυντικού δόγματος Ελλάδος– Κύπρου, που ξεκίνησε στη δεκαετία του ’80 από τον Ανδρέα Παπανδρέου και εγκαταλείφθηκε στη συνέχεια μετά την ακύρωση της εγκατάστασης των S-300 στη Κύπρο, κάτι που δίνει την αίσθηση στη Τουρκία ότι μπορεί να δρα ανενόχλητα στη Μεγαλόνησο. Η αμυντική προστασία της Κύπρου, αλλά και οι δυνατότητες αποκατάστασης της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας σε όλο το νησί, πρέπει να αποτελέσει κυρίαρχο στοιχείο της συνολικής ελληνικής αποτρεπτικής στρατιωτικής ισχύος της στην ευρύτερη περιοχή. Είναι πλέον σαφές στους πάντες ότι εάν η Τουρκία δεν πιεστεί στο πεδίο ή δεν υπάρχουν στοιχεία που θα μπορούσαν να ανατρέψουν το σημερινό οδυνηρό status quo, δεν πρόκειται να κάνει το παραμικρό βήμα σε σχέση με τους στρατηγικούς στόχους της που είναι η διχοτόμηση και ο έλεγχος της Μεγαλονήσου. Προς αυτή την κατεύθυνση είναι αυτονόητο να ολοκληρωθεί η ηλεκτρική σύνδεση Ελλάδος-Κύπρου και να καθοριστεί η ΑΟΖ μεταξύ των δύο χωρών.