Είναι στιγμές που απλά θέλουμε να φάμε σοκολάτα. Και είναι και άλλες που θέλουμε να φάμε σοκολάτα όσο τίποτε άλλο. Σε κάποιους αυτό συμβαίνει περισσότερο και σε άλλους λιγότερο, αλλά σε γενικές γραμμές (σχεδόν) όλοι την αγαπάμε.
Αλλά τι είναι πραγματικά αυτό που κάνει την σοκολάτα τόσο ακαταμάχητη; Πολλοί έχουν προσπαθήσει να δώσουν απάντηση σε αυτό το ερώτημα και η πιο πειστική- αν και φαντάζει περίεργη κατά το αρχικό της άκουσμα- είναι αυτή που δίνεται μέσα από τη νέα εκπομπή του BBC Τwo «The Secrets Of Your Food» («Τα μυστικά του φαγητού σας») και κατά την οποία ο δρ.Michael Mosley επισκέπτεται μερικά από τα μεγαλύτερα εργαστήρια τροφίμων της Βρετανίας με στόχο να βρει τα μυστικά πίσω από κάποια αγαπημένα μας φαγητά.
Από τις πρώτες επιλογές της σειράς εκπομπών, ήταν η σοκολάτα και όπως ανακάλυψε ο Mosley το πάθος μας για αυτή οφείλετε σε έναν συνδυασμό χημικών, αρωμάτων και υφής που μας θυμίζει το…μητρικό γάλα!
Οι μέχρι τώρα θεωρίες και η…ινδική κάνναβη
Σύμφωνα με τον Mosley ο συνδυασμός κόκκων κακάο που έχουν υποστεί ζύμωση, ο πολτός και μια σειρά μορίων αρωμάτων δημιουργούν μια χημική «υπογραφή» στην οποία το μυαλό μας αντιδρά θετικά κάθε φορά που καταναλώνουμε σοκολάτα. Γράφοντας για το BBC, αναφέρει: «Η σοκολάτα περιέχει μια σειρά από ενδιαφέρουσες ψυχοτρόπους χημικές ουσίες. Αυτές περιλαμβάνουν την ανανδαμίδη, έναν νευροδιαβιβαστή του οποίου το όνομα προέρχεται από τη σανσκριτική “Ανάντα”, που σημαίνει ”χαρά, ευτυχία, απόλαυση”. Η ανανδαμίδη διεγείρει τον εγκέφαλο με έναν τρόπο που μοιάζει με αυτόν της ινδικής κάνναβης. Για αρκετό καιρό, επιστήμονες που ειδικεύονται στις τροφές είχαν ενθουσιαστεί με την ανακάλυψη, αλλά για να είμαστε ειλικρινείς, αν και η σοκολάτα περιέχει τις ουσίες αυτές, γνωρίζουμε πως είναι σε πολύ μικρές ποσότητες».
Όπως εξηγεί, ο εγκέφαλος μας δεν θα διεγερθεί και τόσο πολύ-όπως με την κάνναβη- με μερικά κομμάτια σοκολάτας, αν και θα ξελογιάσουν τις αισθήσεις μας.
Επιμένει λοιπόν πως υπάρχουν άλλοι παράγοντες που συμβάλουν στην αγάπη μας για τη σοκολάτα: «Όταν τη βγάζετε από τη συσκευασία και βάζετε στο στόμα ένα κομμάτι χωρίς να δαγκώσετε θα προσέξετε πως λιώνει γρήγορα πάνω στη γλώσσα, αφήνοντας μια παρατεταμένη αίσθηση απαλότητας». Αυτή η αλλαγή που γίνεται αντιληπτή στη γλώσσα, δημιουργεί το συναίσθημα της ευχαρίστησης.
Η χρυσή αναλογία λιπαρών και σακχάρων
Ακόμη περισσότερο όμως, ο πιο ενδιαφέρον λόγος που καλλιεργεί τον εθισμό μας στην σοκολάτα, θα μπορούσε να είναι η ομοιότητά της με το μητρικό γάλα.
Η σοκολάτα, όπως εξηγεί, έχει πολύ υψηλά επίπεδα λιπαρών και ζάχαρης (περίπου 11% και 22% αντίστοιχα), τα οποία σπάνια βρίσκονται μαζί στη φύση, με το γάλα να αποτελεί μια σπάνια εξαίρεση. «Το ανθρώπινο μητρικό γάλα είναι ιδιαίτερα πλούσιο σε φυσικά σάκχαρα, κυρίως λακτόζη».
Και συνεχίζει: «Περίπου το 4% του ανθρώπινου μητρικού γάλακτος είναι λίπος, ενώ περίπου 8% αποτελείται από σάκχαρα. Το γάλα φόρμουλα που δίνεται στα μωρά περιέχει μια παρόμοια αναλογία λιπαρών και σακχάρων. Αυτή η αναλογία, 1g λιπαρά προς 2g σακχάρων, είναι η ίδια αναλογία των λιπαρών με σάκχαρα που θα βρείτε στη σοκολάτα γάλακτος. Και σε μπισκότα, ντόνατς, παγωτά…».
Και καταλήγει: «Γιατί μου αρέσει η σοκολάτα; Για μια σειρά από λόγους. Αλλά μπορεί επίσης ο λόγος αν είναι πως εγώ και άλλοι σοκολατομανείς σαν εμένα, προσπαθούμε να ανακτήσουμε τη γεύση και την αίσθηση της οικειότητας που είχαμε από το πρώτο φαγητό δοκιμάσαμε ποτέ. Το μητρικό γάλα».
Πηγή: BBC, Telegraph