Επιστολή Κ. Αγοραστού στον Γ. Ραγκούση σχετικά με την εγγυοδοσία των εργοληπτών δημοσίων έργων

agorastos-1_copy

Την ανησυχία του για τη στρεβλή κατάσταση που έχει δημιουργηθεί με την εγγυοδοσία των εργοληπτικών εταιριών εκφράζει με επιστολή του προς τον Υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων κ. Γιάννη Ραγκούση ο περιφερειάρχης Θεσσαλίας κ. Κώστας Αγοραστός, ζητώντας από την ηγεσία του υπουργείου την εξεύρεση λύσης ώστε να συνεχισθεί η ομαλή εξέλιξη των έργων του ΕΣΠΑ.

Αναλυτικά στην επιστολή του ο κ. Κ. Αγοραστός αναφέρει:

«Το τελευταίο χρονικό διάστημα, ύστερα από τις συνεχείς – και όχι ανεμπόδιστες – προσπάθειες πολλών μηνών για την ωρίμανση έργων, την ένταξή τους στο ΕΣΠΑ και τη συντομότερη δυνατή συμβασιοποίησή τους, είμαστε πλέον σε θέση να καλούν οι αρμόδιες υπηρεσίες τους μειοδότες αναδόχους για την υπογραφή των πρώτων συμβάσεων.

Δυστυχώς, στη φάση αυτή, λαμβάνω συνεχή μηνύματα και μου έχει γίνει πλέον καταφανής μια ιδιαίτερα ανησυχητική κατάσταση που σχετίζεται με τη δυνατότητα των εργοληπτικών επιχειρήσεων να προσκομίσουν τις εγγυήσεις καλής εκτέλεσης που απαιτούνται και αποτελούν βασική προϋπόθεση για την υπογραφή των συμβάσεων. Έτσι, σε τρεις περιπτώσεις συμβάσεων που επίκειται η υπογραφή τους και οι οποίες μάλιστα αφορούν την ολοκλήρωση των έκπτωτων και διαλυμένων εργολαβιών της εθνικής οδού Λαρίσης – Τρικάλων, η ιδιαίτερη σημασία και η απόλυτη προτεραιότητα των οποίων είναι γνωστή σε όλους μας, έχω διαπιστώσει ότι υπάρχει μεγάλη δυσκολία να εξασφαλίσουν οι ενδιαφερόμενοι μειοδότες και ανάδοχοι των έργων τις εγγυητικές επιστολές καλής εκτέλεσης από τις τράπεζες που συνεργάζονται. Το ανησυχητικό είναι ότι η δυσκολία αυτή δεν οφείλεται σε κάποια δυσμενή στοιχεία των εργοληπτικών επιχειρήσεων είτε σε ενδεχόμενη κακή οικονομική τους πορεία, αφού πρόκειται για υγιείς, κατά τα λοιπά, εργοληπτικές επιχειρήσεις, αλλά είναι συνέπεια μιας ριζικής αλλαγής στάσης των πιστωτικών ιδρυμάτων που εκδηλώνεται σταδιακά και επιδεινώνεται συνεχώς, κατά τους τελευταίους μήνες και δραματικά κατά τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς επηρεάζεται άμεσα από τη γενικότερη οικονομική συγκυρία, τα προβλήματα ρευστότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων και την επιλογή τους να προστατεύσουν υπέρμετρα τα συμφέροντα τους, από ενδεχόμενους κινδύνους, αντιμετωπίζοντας την εγγυοδοσία σχεδόν σαν άμεση ισόποση χρηματοδότηση.

Ένας άλλος επιβαρυντικός παράγοντας είναι ότι την τρέχουσα χρονική περίοδο λίγα δημόσια έργα προκηρύσσονται σε μειοδοτικούς διαγωνισμούς, γεγονός που σε συνδυασμό με την έλλειψη εναλλακτικών ευκαιριών απασχόλησης των εργοληπτικών επιχειρήσεων, τις ωθεί στην προσφορά υψηλών εκπτώσεων, προκειμένου να κατοχυρώσουν κάποιο έργο και να μην μένουν άπρακτες (τα στελέχη, το προσωπικό και τα μηχανήματά τους), εκπτώσεων οι οποίες είναι μεν αντιμετωπίσιμες στις περισσότερες των περιπτώσεων, με καλό προγραμματισμό και προσεκτική διαχείριση των έργων, όμως συνεπάγονται την υποχρέωση παροχής από μέρους των εργοληπτικών επιχειρήσεων δυσανάλογα υψηλών εγγυήσεων, που το κόστος τους βαρύνει το κόστος των έργων, αυξάνει τον κίνδυνο οικονομικών αστοχιών και αδυναμίας ολοκλήρωσης των έργων, ενώ παράλληλα εξαντλούνται εύκολα τα πιστωτικά – εγγυοδοτικά όρια που τους έχουν εγκρίνει τα πιστωτικά ιδρύματα, με συνέπεια να είναι ιδιαίτερα δυσχερής ή έκδοση νέων εγγυητικών επιστολών καλής εκτέλεσης. Έτσι, στην περίπτωση που μας απασχολεί, αν και πρόκειται για υγιείς εργοληπτικές επιχειρήσεις, αν τελικά αποτύχουν να εξασφαλίσουν τις απαιτούμενες εγγυητικές επιστολές καλής εκτέλεσης και δεν προσέλθουν για υπογραφή σύμβασης, θα υποχρεωθούμε να τις κηρύξουμε έκπτωτες, να καταπέσουν οι εγγυητικές επιστολές συμμετοχής τους και να υποστούν πολλαπλές ζημίες, οι επιπτώσεις των οποίων είναι πολύ πιθανό να τις κλονίσουν, ακόμα και μέχρι κατάρρευσης, με όλες τις προφανείς συνέπειες.

Η κατάσταση που προανέφερα είναι πολύ ανησυχητική και όπως αντιλαμβάνεσθε δεν πρόκειται για τοπικό ή περιστασιακό φαινόμενο, αλλά για γενικευμένο πρόβλημα ιδιαίτερης βαρύτητας που αφορά το κύκλωμα παραγωγής έργων σε όλη τη χώρα. Είναι φανερό ότι η έκθεση και διακινδύνευση υγιών εργοληπτικών επιχειρήσεων, για λόγους που δεν οφείλονται στην πραγματική οικονομική τους κατάσταση είτε στις κακές επιλογές τους, αλλά στη γενικότερη οικονομική συγκυρία και στις επιλογές αντιμετώπισης της τελευταίας από τους αναλυτές κινδύνων των πιστωτικών ιδρυμάτων, αποτελεί μια στρέβλωση που μόνο προβλήματα μπορεί να προκαλέσει στην παραγωγή των έργων, τη στιγμή που η ομαλή πορεία και εξέλιξη των έργων πρέπει να αποτελεί εθνικό στόχο και υποχρέωση όλων.

Έχω την άποψη ότι κανείς δεν δικαιούται να αδιαφορεί για το ενδεχόμενο να υπάρξει μια συρροή σοβαρότατων οικονομικών δυσχερειών εργοληπτικών επιχειρήσεων, για τους λόγους και τα στρεβλωτικά φαινόμενα που προαναφέρθηκαν και που είναι ξένα προς τις τεχνικές ικανότητες, δυνατότητες και δραστηριότητες των υπόψη επιχειρήσεων. Είναι ένα μεγάλο θέμα και εάν δεν ληφθεί άμεσα μέριμνα για λήψη εύστοχων μέτρων ώστε να προληφθεί, κατά το δυνατόν, η ζημία, θα υπάρξουν ανάλογες και αλυσιδωτές κοινωνικές επιπτώσεις. Πέραν αυτών όμως επικεντρώνουμε την ανησυχία μας για την δυσμενέστατη επίδραση του εν λόγω φαινομένου στην πορεία των έργων.

Έχω την πεποίθηση ότι οι έμπειροι μηχανικοί και η πολιτική ηγεσία του αρμόδιου Υ.ΥΠΟ.ΜΕ.ΔΙ. θα έχουν διαπιστώσει πλέον ότι η θέσπιση ως εύλογου ποσοστού έκπτωσης του 12% και η υποχρέωση παροχής προσθέτων εγγυήσεων σε κάθε περίπτωση υπέρβασής του, υπό την τρέχουσα οικονομική συγκυρία και την εξ’ αυτής πιστωτική στενότητα, αποτελεί μια νάρκη στο κύκλωμα της παραγωγής έργων, που καθιστά περαιτέρω δεσπόζουσα τη θέση των τραπεζών, τη στιγμή που η θέση των εργοληπτικών επιχειρήσεων αποδυναμώνεται συνεχώς και οι τελευταίες περιέρχονται έμμεσα στην απόλυτη διάθεση των πιστωτικών ιδρυμάτων, που ουσιαστικά αποφασίζουν για την τύχη τους και ως εκ τούτου για την τύχη των έργων, χωρίς βέβαια να έχουν οποιαδήποτε τεχνικά ή αναπτυξιακά κριτήρια είτε στόχους και υποχρεώσεις είτε άλλες σκοπιμότητες, πλην του οφέλους τους, κατά την στεγνή τραπεζική λογική.

Τα αναφερόμενα αποτελούν ακριβή περιγραφή μιας στρεβλής και επικίνδυνης κατάστασης που έπεσε στη αντίληψή μου και ήταν υποχρέωσή μου να σας την αναφέρω άμεσα, για τους λόγους που προανέφερα και ιδιαίτερα λόγω της συνάφειας των επιπτώσεων της με την ομαλή εξέλιξη των έργων του ΕΣΠΑ και την προσπάθεια της χώρας για την τήρηση των όρων συνέχισης της χρηματοδότησης της».