Ο έλεγχος των ενισχύσεων δεν συνιστά επίθεση στους αγρότες αλλά προϋπόθεση νομιμότητας και δικαιοσύνης.
Οι αγρότες, λένε, αντιδρούν. Όχι στις καθυστερήσεις, όχι στην αδικία, όχι στη στρέβλωση των επιδοτήσεων. Αντιδρούν στην… εξυγίανση. Στην απόφαση της κυβέρνησης να μεταφέρει τις αρμοδιότητες του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ, δηλαδή σε έναν μηχανισμό που –κακή του ώρα– ξέρει να ελέγχει, να διασταυρώνει και να ζητά αποδείξεις.
Και κάπου εδώ γεννάται το αφελές ερώτημα: γιατί άραγε;
Γιατί να μη θέλει κανείς έναν διαφανή μηχανισμό; Γιατί να τρομάζει η ιδέα ότι οι επιδοτήσεις θα πηγαίνουν σε αυτούς που πραγματικά τις δικαιούνται; Μήπως επειδή, επί χρόνια, το σύστημα λειτουργούσε σαν φιλανθρωπικό ταμείο για δηλωμένους αγρότες χωρίς χωράφια, για βοσκοτόπια που υπήρχαν μόνο στο χαρτί και για «καλλιέργειες» που άνθιζαν αποκλειστικά σε δηλώσεις ΟΣΔΕ;
Και τώρα, ακούγεται και το άλλο: «Να επιστραφούν τα χρήματα που κλάπηκαν και να μοιραστούν στους πραγματικούς δικαιούχους». Συγκινητικό. Μόνο που τα χρήματα αυτά δεν προήλθαν από κάποιον εθνικό κουμπαρά, ούτε από τον ιδρώτα όσων φώναζαν στα μπλόκα. Ήταν ευρωπαϊκά κονδύλια. Χρήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με συγκεκριμένο σκοπό, αυστηρούς κανόνες και –θεωρητικά– ελέγχους.
Άρα το ερώτημα αλλάζει: γιατί να «μοιραστούν» ξανά, σαν να πρόκειται για λάφυρα που απλώς άλλαξαν χέρια; Γιατί να μη ζητηθούν πίσω, να επιστραφούν εκεί απ’ όπου ήρθαν και να αποδοθούν ευθύνες; Ή μήπως η λέξη «επιστροφή» ενοχλεί περισσότερο από τη λέξη «έλεγχος»;
Η αλήθεια είναι απλή και γι’ αυτό ενοχλητική: η διαφάνεια χαλάει δουλειές. Και όταν ένα σύστημα που για χρόνια ανεχόταν τη μικρή ή μεγάλη απάτη πάει να μπει σε τάξη, τότε κάποιοι βαφτίζουν τη νομιμότητα «επίθεση στον αγρότη».
Οι πραγματικοί αγρότες δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν. Εκτός κι αν, τελικά, δεν είναι αυτοί που φωνάζουν πιο δυνατά.
Ε.Κ.
