ΕΛΜΕΤ-ΟΛΜΕ: Αυτό που δεν έχει θέση στο δημόσιο σχολείο είναι η πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ

Οι τελευταίες δηλώσεις του Πρωθυπουργού, κατά την επίσκεψή του στο Υπουργείο Παιδείας, με τις οποίες ανέφερε πως «όποιος αρνείται να αξιολογηθεί δεν έχει θέση στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα»,καθώς και οι διαρροές σε εκπαιδευτικά sites για νέο τιμωρητικό νόμο, συνιστούν προκλητική και απαράδεκτη επίθεση στον κλάδο των εκπαιδευτικών.

Δηλώνουμε με απόλυτη σαφήνεια: στο δημόσιο σχολείο έχουν θέση όσοι και όσες το στηρίζουν καθημερινά, με αυταπάρνηση, παρά τις δυσκολίες και τις ελλείψεις – και αυτοί/ες είναι οι εκπαιδευτικοί, οι οποίοι/ες είναι μακράν ο πιο προσοντούχος κλάδος της χώρας και προσλαμβάνονται με απόλυτη αξιοκρατία και όχι με κριτήρια κοινωνικών φρονημάτων, όπως ονειρεύεται η κυβέρνηση. Οι εκπαιδευτικοί έχουν δικαίωμα να διεκδικούν τα αιτήματά τους και να προασπίζονται τη δημόσια εκπαίδευση με κάθε δημοκρατικό μέσο, όπως το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στην απεργία.

Η κυβέρνηση που αξιολογείται μόνη της και θεωρεί ότι είναι “άξια και άριστη”, επιχειρεί να παρουσιάσει την αξιολόγηση ως ουδέτερο και βελτιωτικό εργαλείο. Όμως, είναι ξεκάθαρο πως πρόκειται για ένα μηχανισμό επιβολής, βίας  και ελέγχου, που στόχο έχει την κατηγοριοποίηση σχολείων και εκπαιδευτικών, την όξυνση των ανισοτήτων και την προώθηση της εμπορευματοποίησης και της ιδιωτικοποίησης της Παιδείας.

Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση προτάσσει προσχηματικά την αξιολόγηση:

  • Χιλιάδες αναπληρωτές/τριες αναπληρώνουν κάθε χρόνο τον εαυτό τους, καλύπτοντας κενά ακόμα και στα μέσα της σχολικής χρονιάς.
  • Η πλειονότητα των σχολικών μονάδων αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υποδομών, με μόλις ένα μικρό ποσοστό –περίπου 5%– να προβλέπεται να ενταχθεί σε προγράμματα κτιριακής αναβάθμισης, τη στιγμή που οι ανάγκες είναι καθολικές.
  • Οι δαπάνες των οικογενειών για την παραπαιδεία έχουν αυξηθεί δραματικά.
  • Τα παιδιά στριμώχνονται σε ασφυκτικά πολυπληθή τμήματα, λόγω της αύξησης του αριθμού μαθητών/τριών ανά τμήμα και των συγχωνεύσεων.
  • Η κυβέρνηση σχεδιάζει και υλοποιεί ένα σχολείο πολλών ταχυτήτων, στο οποίο το θεμελιώδες δικαίωμα στη μόρφωση μετατρέπεται –σύμφωνα με τις δηλώσεις του ίδιου του Πρωθυπουργού– σε «ευκαιρία», δηλαδή σε εμπόρευμα. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, προβάλλονται ως πρότυπο οι ιδιωτικοποιήσεις και η κατηγοριοποίηση εκπαιδευτικών, μαθητών/τριών και σχολείων μέσα από τα λεγόμενα «Ωνάσεια Σχολεία», το Διεθνές απολυτήριο (ΙΒ), τις επαγγελματικές ακαδημίες κατάρτισης, τα κολέγια και τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια  ενώ παράλληλα προτείνεται, κατά τρόπο πλήρως αντιπαιδαγωγικό και πρόωρο, η επαγγελματική επιλογή των μαθητών/τριών ήδη από την ηλικία των 15 ετών.
  • Δε λαμβάνεται κανένα ουσιαστικό μέτρο για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της σχολικής βίας και του bullying, παρά τη ραγδαία αύξηση των σχετικών περιστατικών και τη διαρκή επιβάρυνση της σχολικής ζωής.
  • Ο εξεταστικοκεντρικός προσανατολισμός του εκπαιδευτικού συστήματος εντείνεται. Η Τράπεζα Θεμάτων παραμένει σε ισχύ, η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (ΕΒΕ) εξακολουθεί να αποκλείει χιλιάδες μαθητές/τριες από την πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση, ενώ ο εξεταστικός μαραθώνιος διαμορφώνει ένα ασφυκτικό και εξοντωτικό πλαίσιο για μαθητές και μαθήτριες.
  • Η Ειδική Αγωγή έχει εγκαταλειφθεί στην τύχη της. Χωρίς επαρκές επιστημονικό και υποστηρικτικό προσωπικό, χωρίς σταθερό πλαίσιο λειτουργίας και με σοβαρές ελλείψεις, παραμένει στο περιθώριο των εκπαιδευτικών πολιτικών της κυβέρνησης.

Είναι προφανές ότι ο στόχος της αξιολόγησης δεν είναι η βελτίωση της δημόσιας εκπαίδευσης, αλλά η μετακύλιση των τεράστιων ευθυνών της κυβέρνησης για τα οξυμένα προβλήματα των σχολείων στις πλάτες της εκπαιδευτικής κοινότητας και η «αποδέσμευση» του κράτους από την συνταγματική επιταγή για παροχή δημόσιας δωρεάν Παιδείας, προκειμένου να προωθηθούν περαιτέρω οι ιδιωτικοποιήσεις. Για αυτό η κυβέρνηση της ΝΔ συνεχίζει την απαράδεκτη υποχρηματοδότηση της Παιδείας, παρά την «ανάπτυξη» και τα υπερπλεονάσματα που ευαγγελίζεται, και αρνείται να επιλύσει οποιοδήποτε πρόβλημα.

Ας μας ενημερώσουν λοιπόν, εδώ και 5 χρόνια που «αξιολογούν» σχολεία και εκπαιδευτικούς, σε ποια συμπεράσματα κατέληξαν και ποιες βελτιωτικές κινήσεις νομοθέτησαν. Καμία απολύτως και αυτό αποδεικνύει τον προσχηματικό χαρακτήρα της «αξιολόγησης», που μοναδικό στόχο έχει την υποταγή των αγωνιζόμενων εκπαιδευτικών και την προώθηση «ημετέρων». Αν ενδιαφέρεται ο κ. Μητσοτάκης για την βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου, των σχολείων και των εκπαιδευτικών, τον πληροφορούμε ότι η ΟΛΜΕ έχει προτάσεις για όλα τα φλέγοντα προβλήματα , αλλά τα τελευταία χρόνια οι υπουργοί παιδείας απαξιούν ακόμη και να συναντήσουν τις εκπαιδευτικές ομοσπονδίες.

Η αποφασιστική στάση του κλάδου προκαλεί εμφανή αμηχανία στην κυβέρνηση, η οποία, μπροστά στην αυξανόμενη αντίσταση, χάνει την ψυχραιμία της και αποκαλύπτει το πραγματικό της πρόσωπο.Ο πρωθυπουργός δε γνωρίζει ούτε τους νόμους που ο ίδιος και η κυβέρνησή του ψηφίζουν. Αλήθεια, η ποινή της «αποβολής από το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα λόγω διαφωνιών επί της αρχής», σε ποιο άρθρο του ν.4823 προβλέπεται; Οι δηλώσεις του Πρωθυπουργού είναι απαράδεκτες και επιβεβαιώνουν την πίεση που ασκεί η συλλογική, ενιαία και αγωνιστική στάση των εκπαιδευτικών απέναντι στις αντιεκπαιδευτικές πολιτικές.

Το Δ.Σ. της ΟΛΜΕ καλεί όλους/ες τους/τις συναδέλφους/ισσες να στηρίξουν τις συλλογικές μας αποφάσεις. Συνεχίζουμε σταθερά τον κρίσιμο αγώνα για να διαφυλάξουμε τον δημόσιο και καθολικό χαρακτήρα της εκπαίδευσης, ενάντια σε κάθε μορφή ιδιωτικοποίησης και κατηγοριοποίησης, που προωθεί και η αξιολόγησή τους.

Μαζί με γονείς και μαθητές/τριες, συνεχίζουμε ενωτικά τους αγώνες μας. Αντιστεκόμαστε στις πιέσεις και τις απειλές. Υπερασπιζόμαστε τον δημόσιο χαρακτήρα της εκπαίδευσης και το δικαίωμα όλων των παιδιών σε πραγματικά ποιοτική μόρφωση.