Τον Ιανουάριο του 2020, όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσε ότι θα προτείνει για Πρόεδρο της Δημοκρατίας την Κατερίνα Σακελλαροπούλου μπορεί να ξάφνιασε μέρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Ν.Δ., αλλά ουδείς σκέφτηκε να αντιδράσει ακόμη και εάν διαφωνούσε με την εν λόγω επιλογή.
Η δε τότε αξιωματική αντιπολίτευση υπό τον Αλέξη Τσίπρα, ζαλισμένη από τις αλλεπάλληλες ήττες του Μαΐου του 2019 (ευρωεκλογές-περιφερειακές-δημοτικές) και του Ιουλίου του 2019 (εθνικές) αποδέχθηκε την πρόταση.
Έτσι στις 22 Ιανουαρίου η Κατερίνα Σακελλαροπούλου εξελέγη με 261 ψήφους επί 294 παρόντων βουλευτών. Υπέρ της ψήφισαν η Νέα Δημοκρατία, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ. Παρών δήλωσαν οι βουλευτές του ΚΚΕ, της Ελληνικής Λύσης και του ΜέΡΑ 25. Οι κ.κ. Σαμαράς, Αλεξιάδης και Συρμαλένιος έστειλαν επιστολή με την οποία δήλωναν ότι εάν παρίσταντο θα ψήφιζαν την κα Σακελλαροπούλου.
Τέσσερα χρόνια αργότερα και όλα δείχνουν ότι η Κατερίνα Σακελλαροπούλου διάγει τους τελευταίους μήνες στο ανώτατο πολιτειακό αξίωμα. Όμως μία επιλογή που είναι αναφαίρετο δικαίωμα του πρωθυπουργού ήδη έχει προκαλέσει αναταραχή στο εσωκομματικό πεδίο. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην τελευταία Κοινοβουλευτική Ομάδα τον περασμένο Ιούνιο (μετά τις ευρωεκλογές) ορθά-κοφτά πολλοί «γαλάζιοι» βουλευτές «απαίτησαν» ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας να προέρχεται από την Κεντροδεξιά, ει δυνατόν να είναι στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας. Μάλιστα μία πλειάδα βουλευτών ξεκαθάρισαν ότι εάν επαναπροταθεί η Κατερίνα Σακελλαροπούλου δεν θα την ψηφίσουν.
Οπότε η πρόταση για το νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας έχει εξελιχθεί σε ένα δύσκολο γρίφο για τον ίδιο τον πρωθυπουργό, ο οποίος σε καμία των περιπτώσεων δεν επιθυμεί η πρόταση του να μην ψηφιστεί από το σύνολο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Δημοκρατίας.
Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι μετά την αλλαγή του Συντάγματος δεν κινδυνεύει πλέον με πτώση η κυβέρνηση με την εκλογή Προέδρου. Κάτι που είχε συμβεί το 2014, όταν η πρόταση της τότε κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου, ο Σταύρος Δήμας, δεν εξελέγη και η χώρα οδηγήθηκε σε πρόωρες εκλογές τον Ιανουάριο του 2015. Πλέον υπάρχουν πέντε ψηφοφορίες και στην τελευταία απαιτείται σχετική πλειοψηφία επί των παρόντων. Άρα σημαίνει ότι ο νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί να εκλεγεί και με λιγότερες από 150 ψήφους. Όμως όλοι κατανοούν ότι εάν η κυβερνητική πρόταση περάσει με το ζόρι, τότε το πρόβλημα για την οποιαδήποτε κυβέρνηση δεν μπορεί να κρυφτεί κάτω από το χαλί.
Το πρόσωπο που θα προτείνει για το ύπατο αξίωμα τύποις θα είναι ουδέτερο, στην πραγματικότητα θα κουβαλά ένα βαρύ πολιτικό φορτίο καθώς θα σηματοδοτεί την κατεύθυνση που σχεδιάζει να ακολουθήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης μέχρι τη λήξη της δεύτερης θητείας του και το ενδεχόμενο κυβερνητικών συνεργασιών. Ήδη τα πολιτικά δεδομένα είναι μεταβαλλόμενα οπότε όλα πρέπει να υπολογιστούν από τον πρωθυπουργό.
Το Κέντρο έχει πλέον και άλλον διεκδικητή. Το ΠΑΣΟΚ μετά την ανανέωση της εντολής του Νίκου Ανδρουλάκη στην προεδρία ανεβάζει το ποσοστό του και σταδιακά μειώνει τη διαφορά από τη Ν.Δ. Αν συνεχίσει να αυξάνεται το ποσοστό του ΠΑΣΟΚ, με τους δύο υποψήφιους προέδρους που εξέφραζαν περισσότερο την κεντρώα τάση, την Άννα Διαμαντοπούλου και τον Παύλο Γερουλάνο, να αναλαμβάνουν σημαντικούς ρόλους και τον Χάρη Δούκα να επιχειρεί να λειτουργήσει ως πόλος έλξης για τους πιο αριστερούς ψηφοφόρους, θα διαμορφωθεί μια συνθήκη που θα είναι λάθος να την αγνοήσει ο Πρωθυπουργός. Ιδίως εάν επαληθευθούν οι πληροφορίες από έγκυρες πηγές που θέλουν το ΠΑΣΟΚ να προτείνει δικό του υποψήφιο προερχόμενο από την Κεντροαριστερά.
Κόντρα από το μέλλον
Με δεδομένο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μετράει τις τελευταίες ημέρες του πριν από τη νέα διάσπαση οι πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν πως η εκλογή του Προέδρου Δημοκρατίας θα εξελιχθεί σε μία κόντρα από το μέλλον, καθώς ολοένα και περισσότεροι συμφωνούν ότι στις επόμενες εκλογές ο νέος δικομματισμός θα θυμίζει το παρελθόν, με τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ να ερίζουν για τη νίκη.
Και οι δύο μονομάχοι επιθυμούν να προκαλέσουν ρωγμές στον αντίπαλο και με βάση τις προτάσεις που θα τεθούν στην δημόσια σφαίρα θα σχεδιαστούν οι επόμενες κινήσεις στην γαλαζοπράσινη αντιπαράθεση. Όλοι κατανοούν ότι η πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη θα είναι αναμφίβολα αυτή που θα επικρατήσει στην ψηφοφορία, λόγω της άνετης πλειοψηφίας του κυβερνώντος κόμματος στην Βουλή. Όμως από την άλλη εάν η πρόταση του ΠΑΣΟΚ καταφέρει να συσπειρώσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τότε δημιουργείται η εικόνα του μετώπου, που ναι μεν δεν φέρνει άμεσα αποτελέσματα, αλλά κτίζει θεμέλια για το μέλλον.
Ονοματολογία
Εδώ και αρκετούς μήνες έχουν κυκλοφορήσει από κύκλους του Μαξίμου διάφορα ονόματα, προφανώς για να καούν, ή όπως λένε άλλοι για να καταλαγιάσει μέρος των εσωτερικών αντιδράσεων από την λεγόμενη λαϊκή δεξιά που διαφωνεί με την ιδεολογική μετατόπιση του κόμματος.
Έτσι, λοιπόν, εκ μέρους του Μαξίμου έχουν ακουστεί τα ονόματα τόσο του υπουργού Εθνικής Άμυνας Νίκου Δένδια, όσο και του προέδρου της Βουλής Κώστα Τασούλα. Δύο πρόσωπα, που σύμφωνα με τα όσα λένε στην Χαριλάου Τρικούπη και στην Κουμουνδούρου δεν θα τα ψηφίσουν τόσο το ΠΑΣΟΚ, όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτό για το οποίο διαβεβαιώνουν όλοι οι συνεργάτες του κ. Μητσοτάκη είναι πως δεν έχει αποκαλύψει τις προθέσεις του σε κανέναν και δεν αποκλείουν από την πλευρά του καμία έκπληξη, θυμίζοντας πως πάντα κινείται με θεσμικό τρόπο. «Εγώ είμαι βέβαιος ότι επειδή ο πρωθυπουργός σκέφτεται σύμφωνα με συνταγματική τάξη, όταν έρθει εκείνη η ώρα, η επιλογή του θα είναι τέτοια που θα έχει ευρύτερη αποδοχή», δήλωσε την Τρίτη το πρωί ο υπουργός Επικρατείας, Μάκης Βορίδης.
Ξαφνικά Στουρνάρας
Τα τελευταία 24ωρα κυκλοφόρησε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης σκέφτεται να πιέσει το ΠΑΣΟΚ με το να προτείνει για την Προεδρία της Δημοκρατίας τον Διοικητή της Τραπέζης Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα. Ένα πρόσωπο που ήταν μεταξύ του στενού κύκλου των συνεργατών του Κώστα Σημίτη και γενικά θεωρείται πρόσωπο προερχόμενο από την Κεντροαριστερά. Με την πρόταση Στουρνάρα εκτιμούν κύκλοι του Μαξίμου ότι θα πιεστεί τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και προσωπικά ο Νίκος Ανδρουλάκης, ο οποίος πολιτικά προέρχεται από την σημιτική πολιτική μήτρα.
Ας μην ξεχνάμε ότι ο κ. Στουρνάρας ήταν υπουργός Οικονομικών στην συγκυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου. Επίσης με την επιλογή Στουρνάρα θα δινόταν η ευκαιρία στην κυβέρνηση να επιλέξει νέο Διοικητή στην ΤτΕ. Και το κυριότερο θα αφόπλιζε πιθανή υποψηφιότητα εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ του Ευάγγελου Βενιζέλου. Ενός προσώπου που χαίρει της εκτίμησης πολλών νεοδημοκρατών βουλευτών. Επίσης να σημειωθεί ότι τελευταία ο κ. Βενιζέλος έχει αποκαταστήσει τις σχέσεις του τόσο με τον Αλέξη Τσίπρα, όσο και με τα περισσότερα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ.