Χρήστος Γκίμτσας: Το δάκρυ του Πηνειού

Θα μπορούσε, να την έλεγαν Αγγελική,
και να ήταν ένα δροσερό κορίτσι στην εφηβεία.
 Να έκανε και αυτή, τα δικά της όνειρα, όπως όλοι στην ηλικία της.
Στην εφηβεία, γίνονται τα πιο όμορφα όνειρα, φωτισμένα πάντα με το μέλλον.

Σε λίγο, η Αγγελική θα γίνονταν ώριμη γυναίκα.
Μπορεί να σπούδαζε, να γίνονταν δασκάλα, προγραμματίστρια, γιατρός , η να είχε ασχοληθεί με την οικογενειακή φάρμα η το οινοποιείο παππού της και τα αμπέλια του.
 Γιατί οι γυναίκες έχουν πάρει το πάνω χέρι και στις αντρικές δουλειές.

Θα ερωτεύονταν μερικές φορές και έναν από αυτούς τους έρωτες, ας πούμε τον Δημήτρη,  θα τον έκανε σύντροφο της ζωής  της.

Θα έπαιρναν  δάνειο και θα αγόραζαν το δικό τους σπίτι και μέσα σ’ αυτό θα έκαναν δυο, τρία παιδιά.
Θα έβλεπαν αυτά τα παιδιά να μεγαλώνουν, να χαίρονται τα βραβεία που έφερναν από το σχολείο, και ιδιαίτερα αυτή θα  ανησυχούσε κάθε φορά που θα κρυολογούσαν και ανέβαζαν πυρετό.
Θα αγωνιούσε αργότερα,  για τον γιο της που θα πήγαινε στρατιώτης στα σύνορα, γιατί μπορεί να μην έτρωγε η να μην κοιμόταν καλά.

Τα χρόνια θα περνούσαν και και θα έρχονταν ο καιρός να χάσει τους γονείς της που είχαν προλάβει να δουν εγγόνια.

Θα ήταν οι μοναδικές φορές που η Αγγελική θα φορούσε μαύρα και θα έβαζε τις φωτογραφίες των γονιών της μαζί με τις άλλες, τις  οικογενειακές πάνω στο έπιπλο του σαλονιού, για να τους θυμάται.

Θα δάκρυζε από χαρά στον γάμο της πρώτης κόρης, που περίμενε παιδί, το πρώτο της εγγόνι, και που είχε το όνομα της μάνας της.

Και αργότερα, στην αγκαλιά του Δημήτρη, θα δάκρυζε  πάλι, καθώς τα παιδιά τους, ένα, ένα, θα έφευγαν από το σπίτι, για να βρουν τον δικό τους δρόμο.
Οπως αυτή κάποτε.

Και μετά, θα ζούσαν μέσα στο άδειο σπίτι και θα ρωτούσε κάθε μέρα τον Δημήτρη , αν τηλεφώνησε κανένα από τα παιδιά, που τόσο της έλλειπαν.

Κάπως έτσι ύστερα από πολλά χρόνια θα έρχονταν και το δικό της τέλος , τριγυρισμένη από παιδιά και εγγόνια .
Γιατί ήταν δίκαιο , η Αγγελική να είχε μία ευτυχισμένη ζωή και ένα ήρεμο τέλος.

Τίποτα όμως από όλα αυτά δεν έγινε!
Η Αγγελική που ήταν ένα δώρο της ζωής  στο κόσμο, εξαϋλώθηκε  μέσα στο πρώτο βαγόνι του τραίνου.

Αλλοι λένε πως έγινε Αγγελος και άλλοι πως έγινε Νύμφη, κόρη του Πηνειού .
Εκεί, κάτω από τους βράχους των Τεμπών και δίπλα από το ποτάμι , που από τότε το νερό του έγινε ένα ατελείωτο δάκρυ.