Αξίζει τον κόπο να ενωθεί η Κεντροαριστερά;

Με το άθροισμα ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Αριστεράς να φτάνει αυτή τη στιγμή το 21-22%, αναρωτιέται κανείς αν αξίζει τον κόπο. Διότι, μεγαλύτερο πρόβλημα από το να είναι ένας χώρος πολυδιασπασμένος είναι το να μην απασχολεί αυτό κανέναν… 

Οταν δημοσιοποιήθηκε η πρώτη σοδειά δημοσκοπήσεων του Μαρτίου, οι τελάληδες της πρωινής γραμμής στην Αριστερά, είχαν έτοιμη την εξήγηση: οι δημοσκοπήσεις ήταν στημένες.

Αποκλείεται η Κωνσταντοπούλου να είναι τόσο ψηλά, η Νέα Αριστερά να βρίσκεται στις παρυφές του 1% και ο ΣΥΡΙΖΑ να μην ανακάμπτει καθόλου. Όλα αυτά, εκπορεύονταν από του Μαξίμου. Αλλωστε, το ίδιο τροπάρι ακουγόταν, με άλλους πρωταγωνιστές, και πριν τις εκλογές του 2023, με αξιοσημείωτη και τότε επιτυχία.

Καθώς βέβαια οι μετρήσεις επιβεβαίωναν η μία μετά την άλλη τα ίδια πράγματα, τα τραγούδια του καθησυχασμού σώπασαν και στον πολιτικό χώρο που εξακολουθεί να επικαλείται τον πάλαι ποτέ ενιαίο ΣΥΡΙΖΑ (ή ορθότερα τον ΣΥΡΙΖΑ μετά το 2015) ξεκίνησαν διεργασίες που λαμβάνουν υπόψη τους συσχετισμούς έτσι όπως παρουσιάζονται. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και η παρέμβαση του Αλέξη Τσίπρα, μέσω του Ινστιτούτου του και η ευθεία πρόταση του Σωκράτη Φάμελλου στον Νίκο Ανδρουλάκη για συγκρότηση κοινών ψηφοδελτίων, αλλά και οι συζητήσεις μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Αριστεράς, οι οποίες αφορούν πλέον το πώς και το πότε της συμπόρευσης των δύο σχηματισμών και όχι το «αν». Τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι όλες αυτές οι ενέργειες γίνονται σε απόλυτη συνεννόηση όλων των εμπλεκόμενων.

Παρ’ ότι δεν προκύπτει από κάπου ότι οι σχέσεις του Αλ. Τσίπρα με τον Σ. Φάμελλο δεν είναι καλές, για παράδειγμα, είναι προφανές ότι όσο ο πρώην Πρωθυπουργός παίρνει πρωτοβουλίες που δημιουργούν συζήτηση σχετικά με τις προθέσεις του, τόσο πιο πολύ δυσκολεύει η προσπάθεια του νέου προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ να εμπεδώσει την παρουσία του ως ηγετική στον χώρο. Βέβαια, η κάπως επιθετική πρόταση του Φάμελλου στο ΠΑΣΟΚ για κοινή εκλογική κάθοδο,θα μπορούσε να εμπεριέχει τον Τσίπρα ως εύλογο επικεφαλής μιας τέτοιας κίνησης.

Πλην όμως, αυτός ο τελευταίος, μέχρι πρόσφατα, υποστήριζε ότι οι επόμενες εκλογές είναι χαμένη υπόθεση και θα αποτελέσουν πιθανότατα πεδίο δόξης για την Ακροδεξιά και σχεδίαζε μια στρατηγική με χρονικό ορίζοντα πιο μακρινό -χωρίς οι εξελίξεις με τις κινητοποιήσεις για τα Τέμπη και την απότομη καθίζηση της κυβερνητικής δημοτικότητας να τον κάνουν να αλλάξει άποψη. Remaining Time-0:09 Fullscreen Mute Αλλωστε, ο πρώην πρωθυπουργός δεν θα είχε πιθανόν κάτι να κερδίσει σε αυτή τη φάση.

Σε όσες μετρήσεις τέθηκε το ερώτημα, το ποσοστό που συγκινείται από μια πιθανή επανενεργοποίησή του δεν ξεπερνά κατά πολύ αυτό που ήδη καταμετράται στον ΣΥΡΙΖΑ. Υπό αυτή την έννοια η πρόσκληση Φάμελλου στο ΠΑΣΟΚ, έχει μία διπλή στόχευση: Η πρώτη είναι να καταδείξει τον ΣΥΡΙΖΑ και τον ίδιο τον πρόεδρό του ως τη συνεπή δύναμη που εργάζεται για την ενότητα της Κεντροαριστεράς -άλλωστε είναι πολύ πιθανόν να μην αργήσουν οι ανακοινώσεις των «αρραβώνων»με τη Νέα Αριστερά. Η δεύτερη είναι να προκαλέσει στρες στη Χαριλάου Τρικούπη.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης βρίσκεται εμφανώς εγκλωβισμένος αυτή τη στιγμή, ηγείται ενός κόμματος που έχει ένα σώμα αλλά δύο καρδιές. Οποιαδήποτε κίνηση είτε προς τα αριστερά είτε προς τα δεξιά θα του προκαλούσε ακατάσχετη αιμορραγία από την άλλη πλευρά και αυτό είναι κάτι που δεν το γνωρίζει μόνο ο Σ. Φάμελλος, που τον καλεί σε αριστερές συμμαχίες, αλλά και ο πρωθυπουργός που τον προκαλεί συχνά να πάρει θέση από τη σκοπιά ενός οιονεί ενιαίου κόμματος της αστικής τάξης.

Ο Ν. Ανδρουλάκης θα μπορούσε για όλα αυτά να ισχυριστεί ότι η γραμμή του περί ανεξάρτητης πορείας με στόχο να αναδειχθεί το ΠΑΣΟΚ πρώτο κόμμα είναι μονόδρομος, ωστόσο δεν βοηθάει πολύ ότι για την ώρα οι περισσότερες δημοσκοπήσεις το παρουσιάζουν ως τρίτο. Μένει η επανένωση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ με την Νέα Αριστερά. Το κόμμα που προέκυψε από την διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ τον Νοέμβριο του 2023 έκανε μια τελευταία προσπάθεια να επωφεληθεί από το αντισυστημικό κλίμα της περιόδου, η οποία αποδείχθηκε απολύτως αποτυχημένη με τις μετρήσεις να δείχνουν την Νέα Αριστερά πιο χαμηλά από ποτέ.

Επομένως είναι μάλλον εκτός πραγματικότητας η επιμονή στο σενάριο της αυτόνομης εκλογικής καθόδου. Στον ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να σφάξουν τον μόσχο τον σιτευτό για την επιστροφή των πρώην βουλευτών τους, αλλά ένα πατέ από το ψυγείο θα το βγάλουν. Η επιστροφή στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα μπορούσε να προσφέρει κάποια θετική δημοσιότητα και μια θεσμική ευελιξία, αλλά επίσης και την δυνατότητα να κλείσει ένα από τα μέτωπα των διαρροών. Είναι πάρα πολύ πιθανό το ζήτημα αυτό να κλείσει μέσα στον Απρίλιο.

Με ποιους όρους δεν είναι ακόμα σαφές. Η τελευταία πρόταση του Φάμελλου για ένα «φόρουμ διαλόγου» σημαίνει αποδοχή της οργανωτικής επιβίωσης της Νέας Αριστεράς, ωστόσο τα δύο κόμματα θα πρέπει προοπτικά να συνεννοηθούν για το πώς θα μοιραστούν έδρες, χρηματοδοτήσεις και άλλα τέτοια πεζά. Εκτός αυτού, κάποιοι θα μείνουν πίσω: ο πρώην υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, του οποίου οι παρεμβάσεις τον τελευταίο καιρό είναι πέρα από τον σχεδιασμό της Νέας Αριστεράς, είναι αμφίβολο αν θα ακολουθήσει τον δρόμο της επιστροφής. Το ίδιο ισχύει για κάποια παλιά στελέχη της «Ομπρέλας».

Και, το πιο σημαντικό, ως τώρα δεν δείχνει να ενθουσιάζεται με την ιδέα της επιστροφής ούτε ο γραμματέας του κόμματος Γαβριήλ Σακελλαρίδης, που θα αποτελούσε δυνητικό ηγέτη της αριστερής πτέρυγας ενός νέου σχηματισμού. Με αυτά και με αυτά, η δήλωση του Νίκου Ανδρουλάκη, ότι μια συμπόρευση των τριών κομμάτων -ή έστω των δύο εξ αυτών- δεν θα σήμαινε ότι μπορούν να συγκεντρώσουν το άθροισμά τους, πέραν από την προφανή της σκοπιμότητα, μπορεί να έχει και στοιχεία αλήθειας.

Και με το άθροισμα αυτό να φτάνει αυτή τη στιγμή το 21-22%, αναρωτιέται κανείς αν αξίζει τον κόπο. Διότι, μεγαλύτερο πρόβλημα από το να είναι ένας χώρος πολυδιασπασμένος είναι το να μην απασχολεί αυτό κανέναν.

 

Πηγή: Protagon.gr