Aπόφαση Πανθεσσαλικής Συνέλευσης των τοπικών επιτροπών της ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α.

antarsya logo1

Πως φτάσαμε μέχρι εδώ και ποια σχέδια παίζονται στις πλάτες μας; Τι και ποιοι φταίνε και πως μπορούμε να βγούμε από τη γενικευμένη κοινωνική καθίζηση; Υπάρχει άλλος δρόμος ή έχει δίκιο η κυβερνητική προπαγάνδα και οι μηχανισμοί της, για τα μνημόνια και την ΕΕ; Αυτά είναι σίγουρα τα κύρια ερωτήματα που περιστρέφονται διαρκώς στο μυαλό της λαϊκής πλειοψηφίας που μένει σε τούτο τον τόπο. Όλα αυτά, καλούμαστε να τα απαντήσουμε κάτω από τον εκβιασμό μιας διαρκώς καλπάζουσας ανεργίας που σε συνδυασμό με την τεράστια οικονομική και κοινωνική υποβάθμιση του συνόλου των εργαζομένων, αναδεικνύει το ζήτημα της επιβίωσης σε νούμερο ένα πρόβλημα. Οι απολύσεις , η διαρκής μείωση μισθών και συντάξεων, η ουσιαστική κατάργηση της δωρεάν υγείας και της κοινωνικής ασφάλισης, η κατάργηση κάθε έννοιας εργατικού δικαιώματος, οι πλειστηριασμοί, και η διαρκής φορομπιξία, συμπληρώνουν την κοινωνική εικόνα του εφιάλτη.
Την ίδια στιγμή, ενώ η αμφισβήτηση και η απονομιμοποίηση για το αστικό πολιτικό προσωπικό αυξάνεται καθημερινά, με χαρακτηριστική έκφραση αυτού την πρακτική οργανωτική διάλυση του ΠΑΣΟΚ, επιχειρείται μια συνολική αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος, με την ανάδειξη νέων πολιτικών φορέων που θα επιβάλουν τα συμφέροντα του κεφαλαίου (π.χ. «Ελιά» και ανασυγκρότηση της σοσιαλοδημοκρατίας, κίνηση των «5 δημάρχων» κ.τ.λ.). Η κατεύθυνση αυτή, εν όψει και των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών θα ενισχυθεί περισσότερο, μέσα από μια σειρά «ανεξάρτητα σχήματα», που απλά θα προσπαθούν να μετριάσουν τη διαφαινόμενη πολιτική κατεδάφιση των πολιτικών εκφραστών των μνημονίων τα τελευταία χρόνια, της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Έχει σημασία να τονίσουμε, πως ακόμη και ρεύματα τα οποία πλασάρουν έναν αντιμνημονιακό μανδύα, υποτάσσονται σε όλους τους πολιτικούς και ιδεολογικούς πυλώνες της αστικής πολιτικής (ανταγωνιστικότητα, ανταποδοτικότητα, επιχειρηματικότητα, «ανάπτυξη» με όρους υποταγής και εξαθλίωσης της εργατικής τάξης, ΕΕ κ.τ.λ).Ταυτόχρονα επιχειρείται μια άνευ προηγουμένου αντιδραστική θωράκιση της αστικής κυριαρχίας με μια βαθιά αντιδημοκρατική στροφή και μια προσπάθεια γενικού κοινωνικού εκφασισμού.
Αποκαλύπτεται όλο και περισσότερο, πως τα μέτρα που λαμβάνουν εδώ και τόσο καιρό, έχουν σαν στόχο τη δημιουργία ενός αντιδραστικότερου μοντέλου παραγωγής, με μια βίαιη ανακατανομή του παραγόμενου πλούτου υπέρ του διεθνούς και ντόπιου κεφαλαίου και εις βάρος της εργαζόμενης πλειοψηφίας. Μια γενικευμένη φτωχοποίηση για τα λαϊκά στρώματα, με μια ταυτόχρονη καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων με τραγικότερο παράδειγμα τον αποκλεισμό από την παραγωγή εκατομμυρίων εργαζόμενων. Τα παραπάνω, δεν αποτελούν τίποτα άλλο, παρά απόδειξη πως η κρίση, δεν είναι κρίση « των τεμπέληδων δημοσίων υπαλλήλων», «της Ελλάδας που δεν παράγει», ή «του σπάταλου δημοσίου», αλλά κρίση του ίδιου του καπιταλισμού και των μηχανισμών του (βλ. ΕΕ), που στην προσπάθειά του να υπερβεί της εγγενείς του αντιφάσεις που προκύπτουν από την ίδια την εκμεταλλευτική του φύση, κάνει μια ακόμη πιο βαθιά αντιδραστική στροφή.
Η μεγάλη αυτή «αντεπανάσταση» ενάντια στον κόσμο της δουλειάς, πέρα από ένα πρόθυμο πολιτικό προσωπικό, που έτσι ή αλλιώς υπήρχε εδώ και πολλά χρόνια , χρειαζόταν και τους απαραιτήτους πυλώνες στήριξης. Ο ηγεμονικός ρόλος της ΕΕ, που χωρίς την ύπαρξή της θα ήταν αδύνατο το χτύπημα που κατάφεραν τα τελευταία χρόνια στα κοινωνικά κεκτημένα, αλλά και η κομβική ιδεολογική στήριξη από τα ΜΜΕ, καθώς και το όργιο της κρατικής και παρακρατικής καταστολής, έπρεπε να συμπληρωθεί από μία επιτελική αναδιάρθρωση που θα έφτανε το μνημόνιο με κάθε τρόπο, ακόμα και στο τελευταίο χωριό της χώρας. Ο Καλλικράτης, μέσω και του περάσματος μιας σειράς κομβικών κοινωνικών υπηρεσιών αποκλειστικά στην ευθύνη του τοπικού κράτους, κλήθηκε, και εκ των πραγμάτων έπαιξε αυτό το ρόλο. Ο οικονομικός στραγγαλισμός των ΟΤΑ, η απόλυτη εναρμόνιση τους με τις κατευθύνσεις του ΕΣΠΑ και κατ΄ επέκταση των οδηγιών της τρόικας και η μετατροπή τους σε φοροεισπρακτικούς και επιχειρηματικούς οργανισμούς, σήμαναν το τέλος της «τοπικής αυτοδιοίκησης», αν αυτή υπήρξε ποτέ…
Όλα αυτά μέσα σε μια διαρκή προσπάθεια εκφασισμού του κοινωνικού τοπίου, εμπέδωσης του κοινωνικού κανιβαλισμού και ακραίου ρατσισμού συνδυασμένο με ένα εθνικιστικό και φασιστικό μίγμα. Στο πεδίο αυτό, όλοι γίνονται «εχθροί» και κυριότερος απ΄ όλους οι μετανάστες, που αποτελούν θύματα, παρόμοιων πρακτικών, σαν και αυτές που στέλνουν σήμερα όλο τον πλούτο της χώρας μας, τη νεολαία, στο εξωτερικό με την ελπίδα ενός καλύτερου μέλλοντος. Ένας ρατσισμός που στο στόχαστρό του, έχει τους μετανάστες ως εργάτες (βλ. Μανωλάδα), προκειμένου να τσακιστούν και μέσα από αυτό το δρόμο ακόμα περισσότερο οι εργατικές διεκδικήσεις. Ένας ρατσισμός που φτάνει στο σημείο να καταργήσει το δικαίωμα της ψήφου, ακόμα και στους μετανάστες που οι κανίβαλοι της ΕΕ και των ντόπιων κυβερνήσεων ονομάζουν «νόμιμους» σε έναν κόσμο που όλη η μαχόμενη πλειοψηφία γίνεται «παράνομη» για το κεφάλαιο και τους μηχανισμούς του.
Μέσα στην πραγματικότητα της κοινωνικής εξαθλίωσης, καθήκον μιας ανατρεπτικής πολιτικής, μιας αντίληψης που πρεσβεύει πως τα πράγματα μπορούν να εξελιχτούν συνολικά βάση μιας άλλης αφήγησης σε σχέση με αυτή που μας μάθαιναν μέχρι σήμερα, δε θα μπορούσε να είναι άλλο, από το να ζήσουμε όχι με όρους σύγχρονης δουλείας, αλλά με αξιοπρέπεια, βάση των τεράστιων δυνατοτήτων που μας δίνει η εποχή μας. Για να γίνει αυτό πρώτη και κύρια προϋπόθεση, είναι η εργασία. Στο πεδίο της τοπικής αυτοδιοίκησης, μετά από ένα κύμα υποβάθμισης και διαθεσιμοτήτων, επέβαλλαν ως μορφή εργασίας, για ελάχιστους «τυχερούς» τη λεγόμενη «κοινωφελή εργασία», η οποία δεν είναι τίποτα άλλο από μια «κοινωφελή βαρβαρότητα». Μια βαρβαρότητα που μετασχηματίζει την εργασία σε ένα πρόσκαιρο μπόνους, μέσα στην κανονικότητα της διαρκούς ανεργίας. Ταυτόχρονα στη βιομηχανία, μετά την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων και της πλειοψηφίας των εργατικών κατακτήσεων, διαμορφώνεται ένα κλίμα πως δήθεν το κόστος παραγωγής είναι μεγάλο για τους βιομήχανους, με τραγελαφικότερο παράδειγμα το κόστος του βιομηχανικού ρεύματος… Και εδώ γεννάται το πρώτο ερώτημα. Είναι δυνατόν να θεμελιωθεί ένα καλύτερο μέλλον για τους εργαζόμενους και τα εκατομμύρια των ανέργων, χωρίς την κατάργηση της «κοινωφελούς εργασίας» και την επιβολή μόνιμης και σταθερής εργασίας, με αυξήσεις στους μισθούς; Χωρίς την αμφισβήτηση και την απεμπλοκή από το ρόλο του ΕΣΠΑ, και συνολικά της ΕΕ, που γίνεται κύριο εργαλείο επιβολής της αντεργατικής πολιτικής και της εργοδοτικής στήριξης; Χωρίς τη σύγκρουση με το τοπικό μεγάλο και μικρό κεφάλαιο και με τα ιδεολογήματα τους περί «ανάπτυξης» και της «υγιούς επιχειρηματικότητας»;
Ο μόχθος των ανθρώπων όμως σε μια περιοχή όμως όπως η Θεσσαλία, δεν αφορά μόνο τη μισθωτή εργασία, αλλά και την αγροτιά. Μια κοινωνική ομάδα και μια δραστηριότητα που συνδέεται άμεσα με το δεύτερο κομβικό παράγοντα, την τροφή. Στο πεδίο αυτό η σημερινή εικόνα είναι η εξής: προσπάθεια ξεκληρίσματος των φτωχομεσαίων αγροτών, ( με την υποχρέωση για τήρηση λογιστικών βιβλίων, με την αύξηση του κόστους παραγωγής, με την αθρόα εισαγωγή αγροτικών προϊόντων στο βωμό της καπιταλιστικής ανταγωνιστικότητας κ.τ.λ.), δημιουργία μεγάλων αγροτοδιατροφικών επιχειρήσεων στα πρότυπα σύγχρονων τσιφλικιών, στα οποία θα «εργάζονται» εργάτες γης με όρους κολίγων του προηγούμενου αιώνα. Προσανατολισμός των καλλιεργειών μέσω της ΚΑΠ και της ΕΕ κυρίως, όχι με βάση τις διατροφικές ανάγκες των ανθρώπων που μένουν σε τούτο τον τόπο, αλλά τη στρατηγική καπιταλιστική διάρθρωση εντός της ΕΕ. Αποτέλεσμα αυτού δεν αποτελεί μόνο το «πέταμα στα σκουπίδια» της δυνατότητας κάλυψης του μεγαλύτερου ποσοστού των διατροφικών αναγκών του πληθυσμού, αλλά και η καταστροφή φυσικών πόρων (έδαφος, νερό κ.τ.λ.) με καλλιέργειες εξαιρετικά απαιτητικές (βλ. βαμβάκι) για τις κλιματολογικές συνθήκες της χώρας. Όποιος λοιπόν μιλάει ακόμα για τον μονόδρομο της ΕΕ, η ακόμα χειρότερα για τα «καλά που μας έφερε» καλό θα ήταν να «ρίξει μια ματιά» το τι έκανε αυτή η περιβόητη ΕΕ στην αγροτική παραγωγή και κατ’ επέκταση συνολικά στο φυσικό περιβάλλον. Αν αναζητούμε λύση για το πρόβλημα του νερού που τείνει να λάβει εφιαλτικές διαστάσεις στο Θεσσαλικό κάμπο και όχι μόνο, αυτή δεν μπορεί να υπάρξει με την υποταγή στην ΚΑΠ και στην ΕΕ, δεν μπορεί να υπάρξει με την υποταγή στα σχέδια των κατασκευαστικών ομίλων για την εκτροπή του Αχελώου, αλλά με ένα νέο καλλιεργητικό χάρτη, με πρώτο και κύριο κριτήριο, την παραγωγή υγιών, φτηνών και σε επαρκείς ποσότητες προϊόντων για να τραφεί και να ζήσει ο λαός μας. Με μια άλλη παραγωγή βασισμένη στους πρωτοβάθμιους αγροτικούς συνεταιρισμούς και όχι στους «συνεταιρισμούς Α.Ε.» και στους «συνεταιρισμούς κομματικά μαγαζιά» και με ένα ενιαίο δημόσιο φορέα ελέγχου, τυποποίησης και διανομής των αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων.
Τη στιγμή που αμφισβητούν ακόμη και το δικαίωμα μας στη στέγαση, η εξασφάλιση στέγης για όλο το λαό αναδεικνύεται σε κορυφαία μάχη και ανάγκη. Ανάγκη που για να υλοποιηθεί πρέπει να διαγραφούν τα χρέη προς κράτος και τράπεζες των μακροχρόνια ανέργων, χαμηλοσυνταξιούχων και φτωχοποιημένων στρωμάτων. Να απαγορευτούν οι πλειστηριασμοί λαϊκής κατοικίας για χρέη σε δημόσιο, τράπεζες. Να καταργηθούν τα χαράτσια .Οι επιχειρήσεις της ενέργειας, του νερού, των μεταφορών, της θέρμανσης και των επικοινωνιών να είναι αποκλειστικά δημόσιες, με εργατικό και κοινωνικό έλεγχο και να λειτουργούν βάση των λαϊκών αναγκών.
Τέλος ένας λαός χωρίς ελεύθερη και καθολική πρόσβαση στη μόρφωση, τη γνώση, και την εκπαίδευση, αλλά και στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και φροντίδα, δεν θα μπορέσει ποτέ να ζήσει ελεύθερος. Η παιδεία και η υγεία που σήμερα τα μετατρέπονται σε πεδία νέας κερδοφορίας, δεν είναι ιδιοκτησία τους, για να τα πουλάνε και να τα αγοράζουν. Δημόσια και δωρεάν παιδεία και υγεία για όλο το λαό, χωρίς οικονομικούς, ταξικούς και εθνικούς διαχωρισμούς.
Πολλοί θα πούνε: «Ωραία όλα αυτά, αλλά σε μια χρεοκοπημένη οικονομία που θα βρεθούν τα χρήματα για να γίνουν;» Για να μπορέσουν να εφαρμοστούν τα παραπάνω για να μπορέσουν να βρεθούν χρήματα για μια άλλη κοινωνική πολιτική, για έργα υποδομής για τις λαϊκές ανάγκες, για να μην προχωρήσει το ξεπούλημα των δημόσιων χώρων απαιτείται η άρνηση πληρωμής του χρέους και η διαγραφή του προκειμένου ο πλούτος αυτού του τόπου να μην καταλήγει στις τσέπες των ντόπιων και ξένων τοκογλύφων. Απαιτείται η μονομερής κατάργηση των μνημονίων, του μεσοπρόθεσμου και των νόμων τους για το τοπικό κράτος και συνολικά, απαιτείται η κατάργηση της δανειακής σύμβασης. Το διώξιμο της τρόικας και κάθε κηδεμόνα. Η εθνικοποίηση- κοινωνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας χωρίς αποζημίωση. Ο εργατικός και κοινωνικός έλεγχος στην παραγωγή και σε όλη την κοινωνία. Απαιτείται η κατάργηση του Καλλικράτη και του Οικονομικού παρατηρητήριου
Για να μην ιδιωτικοποιηθεί το νερό και η ενέργεια, για να γίνει σχεδιασμός με βάση τις κοινωνικές ανάγκες και όχι με βάση τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για εργαζόμενους με μόνιμη και σταθερή εργασία και αξιοπρεπή αμοιβή απαιτείται η άρνηση υπακοής στις δεσμεύσεις πολιτικών και οικονομικών κατευθύνσεων που επιβάλλει η ΕΕ. Αυτό σε μια περίοδο που η ΕΕ ολοκληρώνεται σε θεσμικό επίπεδο, που αποκτά πιο αντιδραστική δομή, που διαμορφώνει ασφυκτικά πλαίσια για τα μέλη της (πχ. ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί, απόφαση από 1/1/2014 όταν μία χώρα της Ε.Ε. δεν επιτυγχάνει τους στόχους της στο πλαίσιο της ενιαίας οικονομικής διακυβέρνησης, ή παραβιάζει συστηματικά τις οικονομικές συστάσεις της Κομισιόν, αναστολή στην καταβολή κοινοτικών επιδοτήσεων) καταρρίπτει οποιαδήποτε αυταπάτη για τυχόν φιλολαϊκά μέτρα εντός της ΕΕ και καθιστά αναγκαία την απειθαρχία, τη ρήξη, τη σύγκρουση με τις πολιτικές της EE στα πλαίσια του συνολικού αγώνα για αποδέσμευση από το ευρώ και την ΕΕ.
Για να ζήσουμε, αλλά και για να κινήσουμε ξανά εμείς τους κινητήριους ιμάντες του σύμπαντος, και όχι οι τρόικες, οι τραπεζίτες και όλη η σαπίλα του καπιταλισμού, δε χρειαζόμαστε σωτήρες. Χρειαζόμαστε, ένα ανασυγκροτημένο και ρωμαλέο εργατικό και λαϊκό κίνημα που θα επιβάλει τα δίκια του. Ένα κίνημα που θα συγκροτήσει τα δικά του όργανα και τους δικούς του θεσμούς σε αντιπαράθεση και σε ρήξη με τους θεσμούς του τοπικού και κεντρικού κράτους, με τα εθνικά και τα υπερεθνικά συμφέροντα. Όργανα και λαϊκοί θεσμοί, που θα διακατέχονται, από μια άλλη εργατική δημοκρατία κόντρα και ενάντια στη δημοκρατία της επιβολής της αστικής βούλησης, του ανοιχτού φασισμού της Χρυσής Αυγής και των διάφορων φασιστικών συμμοριών, καθώς και του έρποντος και «θεσμικού» φασισμού της κυβέρνησης, του κράτους και των μηχανισμών τους.
‘Δεν επιδιώκουμε να δώσουμε μια καλύτερη λύση στην κρίση του καπιταλισμού που θα συμβιβάσει εκ νέου τις ιστορικά ασυμβίβαστες δυνάμεις της εργασίας και του κεφαλαίου. Επιδιώκουμε να γίνει μια τομή στον τρόπο και στην κατεύθυνση των λαϊκών κατακτήσεων προκειμένου να βελτιώσει σήμερα τη θέση του ο κόσμος της δουλειάς, σε αντιπαράθεση με το κεφάλαιο. Γιατί για να ζήσουμε μια καλύτερη ζωή, πρέπει η αστική τάξη να χάσει ιδιοκτησία και εξουσία. Επιδιώκουμε, αυτό το άλμα να σφραγιστεί και να ολοκληρωθεί με τη συνολική συντριβή της αστικής κυριαρχίας για μια νέα κοινωνία της κοινωνικής απελευθέρωσης.
Οι τοπικές επιτροπές της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στη Θεσσαλία, θα παρέμβουν στις επερχόμενες δημοτικές και περιφερειακές εκλογές στηρίζοντας το περιφερειακό σχήμα της «Αριστερής Παρέμβασης στη Θεσσαλία- Ανταρσία για την ανατροπή». Σε αυτή την πορεία, τον πρώτο λόγο για τους επικεφαλείς, την πολιτική διακήρυξη και όλη την παρουσία στις τοπικές εκλογές, επιδιώκουμε να την έχει το ίδιο το σχήμα της «Αριστερής Παρέμβασης στη Θεσσαλία- Ανταρσία για την ανατροπή». Το εκλογικό νομικό πλαίσιο, συμβαδίζοντας απόλυτα με την αντιδραστική αναδιάρθρωση όλου του κρατικού μηχανισμού και ιδιαίτερα με την τομή που έκανε σε αυτή τη διαδικασία ο Καλλικράτης, επιχειρεί είτε μέσω του οικονομικού στραγγαλισμού, είτε μέσα από διατάξεις που αντικειμενικά πριμοδοτούν την παρέμβαση στις εκλογές αποκλειστικά και μόνο κομματικών μηχανισμών, να αποκλείσει από αυτή τη διαδικασία μια σειρά αγωνιστών και πολιτικών σχημάτων, ανθρώπων των καιρών μας, άνεργους, ανθρώπους της διαρκούς περιπλάνησης και εργαζόμενους με μισθούς πείνας που επέβαλε η σύγχρονη χούντα. Στην πορεία μας προς τις εκλογές, επιδιώκουμε με τη βοήθεια του κόσμου που συμπορευτήκαμε τόσο καιρό στους αγώνες, να υπερβούμε τα εμπόδια που βάζουν στην παρέμβαση των αντικαπιταλιστικών σχημάτων και συνολικότερα την παρέμβαση του λαϊκού παράγοντα και σε αυτό το πεδίο.
Θέλουμε να βρεθούμε, να συζητήσουμε και να συμπορευτούμε με όλο εκείνο το πρωτοπόρο αγωνιστικό δυναμικό των αγωνιστικών αντιστάσεων, που δεν αναζητά μια λύση διαχείρισης, αλλά μια σύγκρουση, ίσως και από διαφορετική αφετηρία, με την κυβέρνηση, την ΕΕ, τον ιμπεριαλισμό και το σύγχρονο καπιταλισμό. Θέλουμε να εκφράσουμε την εργαζόμενη πλειοψηφία, τον κόσμο της ανεργίας, τη φτωχή αγροτιά και τον κόσμο του μόχθου, και όχι την «υγιή επιχειρηματικότητα», την εργοδοσία (μικρή και μεγάλη) και τους πολυποίκιλους λακέδες του συστήματος. Σε ανεξαρτησία και αυτοτέλεια με την κοινοβουλευτική αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ. Επιδίωξη μας δεν είναι να «διαχειριστούμε καλύτερα» τους δήμους ή τις περιφέρειες, πολύ απλά γιατί στο έδαφος που περιγράψαμε, αυτό δεν μπορεί να συμβεί. Η εμπειρία των προηγούμενων χρόνων εξάλλου, από «αριστερούς δήμους» είναι χαρακτηριστική. Επιδιώκουμε μέσα από την παρέμβασή μας και στις εκλογές, να διαμορφώσουμε ένα πολιτικό αγωνιστικό κίνημα υπέρβασης και ανατροπής της θηλιάς που βάζουν οι ντόπιες κυβερνήσεις, η ΕΕ, το ΔΝΤ και το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο στο λαό μας. Βάσει αυτών των αναγκαίων κόμβων κρίνουμε και τις άλλες πολιτικές δυνάμεις, χωρίς να εγκλωβιζόμαστε σε μια συζήτηση γύρω από πρόσωπα, που αντικειμενικά υποτάσσεται στη λογική των «σωτήρων», αλλά και από οποιοδήποτε άλλο χυδαίο και εκβιαστικό δίλημμα.

ΤΟΠΙΚΕΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α. ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

.