Ένας ακόμη «δούρειος ίππος» για αναδιανομή της γης και νέα φοροεισπρακτικά μέτρα.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, οι δασικοί χάρτες θα έπρεπε να έχουν ως αφετηρία την περιβαλλοντική ευαισθησία και την προστασία των δασών από κάθε λογής καταπατητές – που ιστορικά υπήρξαν τα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα και όχι οι μικροί αγρότες και κτηνοτρόφοι – προς όφελος όλου του λάου της χώρας μας, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τις ιδιαίτερες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες.
Η κυβέρνηση μέσα από την εφαρμογή της μνημονιακής υποχρέωσης της ανάρτησης των δασικών χαρτών, μετατρέπει το δικαίωμα της υπεράσπισης της λαϊκής περιουσίας σε εισπρακτικό μέτρο. Επιβάλλει μέσω της πληρωμής παραβόλου για τις ενστάσεις κατά του δασικού χάρτη, ένα ακόμα χαράτσι για την είσπραξη ενός σημαντικού ποσού που θα το πάρει από έναν μεγάλο αριθμό φτωχών αγροτών, κτηνοτρόφων και ανθρώπων της υπαίθρου και θα το δώσει στην εξυπηρέτηση του χρέους και των δανειστών. Τα βάρη πέφτουν και πάλι στους πολλούς και φτωχούς ενώ οι πλούσιοι μεγαλοκαρχαρίες αφήνονται για μια ακόμη φορά στο απυρόβλητο.
Για παράδειγμα, κάποιος που θα χρειαστεί να υποβάλει αντίρρηση για ενιαία έκταση 100 έως 300 στρεμμάτων (που από το εμβαδόν και μόνο είναι ολοφάνερο ότι πρόκειται για παράνομη εκχέρσωση) θα χρειαστεί να πληρώσει παράβολο 1.400 ευρώ, που αντιστοιχεί σε μία μέση τιμή των 7 ευρώ ανά στρέμμα, ενώ κάποιος άλλος που θα υποβάλει αντίστοιχα αντίρρηση για έκταση εμβαδού έως και ενός στρέμματος (που στις περισσότερες περιπτώσεις, λόγω του μικρού εμβαδού, μπορεί να είναι και λάθος στην αποτύπωση στον δασικό χάρτη) θα πληρώσει 40 ευρώ. Δηλαδή, ο μικρός (και πολύ πιθανόν μη καταπατητής) θα πληρώσει σίγουρα 40,00 € για ένα στρέμμα, ενώ ο μεγάλος (και πολύ πιθανόν καταπατητής) μόλις 7,00 €/στρέμμα ή και λιγότερο.
Αν μάλιστα αναλογιστούμε ότι οι αντιρρήσεις για εκτάσεις έως και ένα στρέμμα θα είναι δεκάδες χιλιάδες, τότε αποδεικνύεται ξεκάθαρα σε ποιανού τσέπη ξαναβάζει το χέρι της η «πρώτη φορά αριστερά» κυβέρνηση. Κι όλα αυτά χωρίς να μπαίνει κανένα κριτήριο για την αξία του παραβόλου, όπως αυτό της αντικειμενικής αξίας της γης, αφού το παράβολο είναι ίδιο, είτε πρόκειται για μία έκταση στα ορεινά του Πηλίου, είτε πρόκειται για μία έκταση ίδιου εμβαδού σε μία ακριβή παραθαλάσσια περιοχή της Μυκόνου.
Από την άλλη, με τις πρόσφατες αναρτήσεις των δασικών χαρτών, διαπιστώνουμε πως για να λυθούν προβλήματα δεκάδων, αν όχι εκατοντάδων ετών, δίνεται προθεσμία μόλις δύο μηνών, χωρίς καμία ενημέρωση ή μέριμνα από την πλευρά της πολιτείας προς τους μικρούς και οικονομικά αδύνατους στην πλειονότητά τους ιδιοκτήτες.
Το διάστημα είναι πολύ μικρό. Θα υπάρξουν σίγουρα ηλικιωμένοι, ή κάτοικοι ορεινών χωριών που δεν έχουν πρόσβαση στο ίντερνετ, που δε θα προλάβουν καν να ενημερωθούν, πόσο μάλλον να προβούν στις απαραίτητες ενέργειες. Μέσα σε μόλις δύο μήνες θα πρέπει κάποιος να εντοπίσει στους δασικούς χάρτες την ιδιοκτησία του, να ελέγξει το πώς έχει αυτή χαρακτηριστεί, να ενημερωθεί για το τι ακριβώς θα πρέπει να κάνει στην περίπτωσή του και το πώς θα στηρίξει νομικά το πρόβλημά του ( επιπλέον δαπάνη) και στη συνέχεια να προβεί ηλεκτρονικά στην υποβολή της αντίρρησης, η οποία, αν δεν πληρωθεί το παράβολο δεν πρόκειται να γίνει δεκτή.
Υπάρχουν δεκάδες διατάξεις στη σχετική νομοθεσία που δίνουν τη δυνατότητα σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις να αποχαρακτηριστούν οι εκτάσεις από δασικές, τις οποίες για να τις ανακαλύψει κάποιος μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα θα πρέπει να απευθυνθεί. σε δικηγόρους, δασολόγους, τοπογράφους και άλλους «ειδικούς», ώστε να μπορέσει να αλλάξει ο χαρακτηρισμός του δάσους. «Ειδικούς» που μπορούν να πληρώσουν μόνο τα μεγάλα ψάρια για τις εκτάσεις τους. Πώς όμως, θα πληρώσει όλους αυτούς τους «ειδικούς» (πέρα από τα παράβολα), ο μικρός αγρότης, ο κτηνοτρόφος, ο άνεργος, ο φτωχός, που πασχίζει να τα βγάλει πέρα;
Η απάντηση είναι πολύ απλή. Επειδή ακριβώς, οι φτωχοί, οι μικροί, οι άνεργοι, δε θα μπορούν να πληρώσουν τους ειδικούς και τα παράβολα, θα αναγκαστούν στο τέλος να παραιτηθούν από τη διεκδίκηση της ίδιας τους της περιουσίας, η οποία θα καταλήξει στο δημόσιο και από εκεί τελικά στα χέρια των μεγαλοκαρχαριών δια της γνωστής οδού της «αξιοποίησης», κινδυνεύοντας παράλληλα να τους ζητηθεί να επιστρέψουν τυχόν αγροτικές επιδοτήσεις που εισέπραξαν τα προηγούμενα χρόνια, αφού οι εκτάσεις τους θα χαρακτηριστούν «δασικές».
Η Αριστερή Παρέμβαση στη Θεσσαλία ζητά:
- Τη σημαντική αύξηση του διαστήματος υποβολής των αντιρρήσεων σε τουλάχιστον δύο χρόνια από δύο μήνες που είναι σήμερα, έτσι ώστε να προλάβουν όλοι οι ενδιαφερόμενοι να ενημερωθούν κατάλληλα και υπεύθυνα.
- Να αποσυρθεί το παράβολο για την κατάθεση ενστάσεων στις εκτάσεις που καλλιεργούν με μόχθο οι μικροαγρότες και κτηνοτρόφοι της Θεσσαλίας
- Να απαγορευτεί με νόμο η αλλαγή χρήσης της παραγωγικής γης, που γίνεται για εξυπηρέτηση μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων.
- Την πρόσληψη ειδικού επιστημονικού προσωπικού δασολόγων, νομικών κ.α. από το κράτος και τη στελέχωση των δασικών υπηρεσιών, οι οποίοι θα έχουν ως έργο τους την ενημέρωση όλων των κατοίκων και την εξυπηρέτηση όσων πολιτών θίγονται και θέλουν να καταθέσουν ένσταση για τους δασικούς χάρτες δωρεάν.
- Οι χέρσες, μη δασικές εκτάσεις, να εκχωρηθούν ατελώς στους μικρούς και νέους αγρότες για καλλιέργεια. Καμία παρακράτηση ή ζήτημα επιστροφής των αγροτικών επιδοτήσεων που έχουν δοθεί τα τελευταία χρόνια λόγω αμφισβήτησης της αγροτικής γης.
- Πραγματική προστασία των δασικών εκτάσεων από τους συνήθεις καταπατητέςμεγαλοκτηματίες, επενδυτές, κατασκευαστικές εταιρείες και μεγαλοαγρότες και άμεση αναδάσωση των εκτάσεων που έχουν καταστραφεί ή καταπατηθεί.
Αριστερή Παρέμβαση στη Θεσσαλία – Ανταρσία για την Ανατροπή