Aδάμος Βασίλης : Ο Γκαβός, ο Τσιριμόνιας και το… French 75

 adamos vasilis

Ατένιζε την απέναντι ακτή βαριαναστενάζοντας, ήταν πέντε το πρωί και δεν είχε ύπνο, η γυναίκα του και τα δυο του παιδιά κοιμόνταν ασφαλή. Ευτυχώς! Δεν έγινε όμως το ίδιο με τα υπόλοιπα παιδιά των εκατομμυρίων Ελλήνων.

Μετά την πτώχευση, επήλθε η απόλυτη δυστυχία, οι πόλεις ερήμωσαν, τα μαγαζιά έκλεισαν, τα SUV σκούριαζαν στις άκρες των δρόμων ή δίπλα στις πισίνες. Οι κάδοι απορριμμάτων είναι άδειοι, ρακοσυλλέκτες δεν υπάρχουν – ευτυχώς αυτό το πρόβλημα λύθηκε- και ο κόσμος-ζόμπι περιφέρεται στους δρόμους ψάχνοντας να βρει τι έφταιξε…

Ευτυχώς η βία κράτησε μόνο δυο εβδομάδες, αρκετές βέβαια για να καταστραφούν δημόσιοι χώροι και να καεί το κτήριο της Βουλής. Δύο βουλευτές δολοφονήθηκαν – οι άλλοι είναι καλά, οι μισοί, βέβαια, βρίσκονται στα σπίτια τους στην Ρώμη και στο Λονδίνο, χαίρουν άκρας υγείας και πίνουν άνετα το μοχίτο τους…

Για όλα φταίει εκείνος ο σφυρίχτρας, που όταν μιλάει φτύνει κιόλας, με την τσιριχτή φωνή του. Δεν φανταζόταν ότι θα πραγματοποιήσει την απειλή του και θα καταψήφιζε τα μέτρα. Τελικά δεν είχε μαζί του μόνο τριάντα οχτώ βουλευτές αλλά πολύ περισσότερους, οι οποίοι, αφού έβγαλαν τα λεφτά τους έξω, επαναστάτησαν ναυλώνοντας ταυτόχρονα και θέσεις γι’ αυτούς και τις οικογένειές τους στις πτήσεις τσάρτερ των Αράβων φίλων τους, που με το αζημίωτο έστειλαν δέκα αεροπλάνα το βράδυ της αποφράδας Κυριακής για να τους μεταφέρουν σώους και αβλαβείς στην Ευρώπη που απεμπόλησαν.
Αυτός φταίει για όλα, μονολογεί ο πρώην, άλλωστε είναι ο μοναδικός μαζί με τον άλλο τον χοντρούλη που προσγειώθηκαν στη Μόσχα, κανένα άλλο αεροδρόμιο δεν τους δέχονταν, όταν έμαθαν ότι είναι επιβάτες σε εκείνη την θρυλική πτήση των Εμιράτων.
Ο Τσιριμόνιας έκανε πράξη την απειλή του, καταψήφισε και επηρέασε και τον σικάτο χοντρό, που μάλλον εκτέθηκε πραγματικά σε κάτι αεροψεκασμούς στα Μέγαρα, όπου πήγε να επιθεωρήσει κάτι φάρμες πτηνοτροφίας και… γαιοσκωλήκων ένα απόγευμα. Τι τον είχε πιάσει μ’ αυτές τις επιθεωρήσεις;
Αμ’ ο άλλος; Εκείνος ο Γκαβός τι το ήθελε το Παρών; Εντάξει εκείνος είναι εξήντα πέντε χρονών, χωρίς μέλλον, πλάκα έκανε, ο ίδιος τι έφταιγε πάνω στο άνθος της πολιτικής του νιότης;
Του ‘λεγε ο Μπαρμπαλέκος, πρόσεχε Άκη τον Παναγή, είναι φίδι κολοβό, το ένα μέρος του εγκεφάλου του δεν λειτουργεί με τα σημερινά δεδομένα, θα σου την φέρει…
Δίπλα του πέρασε ένας σκελετωμένος σκύλος, που με κόπο έσερνε τα πόδια του. Ένα δάκρυ κύλησε, είχε μετανιώσει πικρά. Ο Γκαβός του το ‘πε τόσες φορές ότι θα μετανιώσει, αλλά πόσο σοβαρά να δεις ή ν’ ακούσεις έναν κομματικό τύπο με τις πλέον μικροαστικές και τόσο παλιακές αντιλήψεις;
Στο παιχνίδι, που παίζανε στις βίλες τους, πέφταν τα στοιχήματα σύννεφο: Θα αντέξει ή όχι η κοινωνία τη σύγχρονη πτώχευση; Θα γίνει εμφύλιος; Τα μεμέτια θα διεκδικήσουν εδάφη και ποια πρώτα; Οι Χότζηδες τι θα πράξουν; Όλα έπαιζαν μεταξύ των αριστερών μανδαρίνων.
Αφού εξασφάλισαν τα παιδιά τους για εγγραφές τον Ιούνιο στα ευρωπαϊκά σχολεία, έφτασαν την κατάσταση μέχρι το τέλος της σχολικής χρονιάς, πήραν τα απαραίτητα έγγραφα και τράβηξαν το χαλί…
Δεν κατάλαβε τίποτα το Σάββατο το βράδυ στην κοινοβουλευτική, είχε πιεί και το μεσημέρι μαζί με τον Ακατανόμαστο, είχε φτιάξει κεφάλι, και του ‘φυγε η μπαρούφα: Άμα κοτάτε καταψηφίστε!!
Η μασέλα εκσφενδονίστηκε μόνη της από τον πουροεπαναστάτη χωρίς Αιτία μαζί με το αμίμητο: Φέρτε μου τώρα την κάλπη! Την άλλη μέρα στη Βουλή η Κόλαση ήταν πιτσιρίκα μπροστά στο γιγαντιαίο Χάος, η καταψήφιση συμπαντική και οι Αγανακτισμένοι εν χορώ, ως άλλες Αυλητρίδες, μπήκαν στο προαύλιο απαιτώντας από την Πρόεδρο Τσίρκο – Γυαλό να βγει έξω για να την σηκώσουν στους ώμους τους.
Πέρα από τον τσιριχτό η Πρόεδρος ήταν η ηρωίδα τους! Πήγαν τουλάχιστον τρεις μήνες που αυτοί οι δυο κάνανε παρέα-έλα θεέ και Κύριε-και επιθεωρούσανε μαζί τις Λέσχες των Αριστερών Φίλων της ΠΑ(Ι)ΖΩ και ΓΕΛΩ, που είχαν δημιουργηθεί μετά το συμβάν στο Βενζινάδικο.
Δεν μπόρεσε να την καταλάβει ποτέ. Την έκανε πρόεδρο, στη μαμά της έδωσε θέση για να μην τη σκάει τα βράδια, ο μπαμπάς ξεσκίστηκε στις δίκες μεγαλεμπόρων, τα εκατομμύρια έρρεαν στην οικογένεια. Τι άλλο ήθελε; Μάλλον ψυχοπαθολογικό ήταν το ζήτημα, δεν εξηγείται…
Μ’ αυτά και μ’ αυτά βασίλεψε επιτέλους το Χάος, στο οποίο δεκάδες θρησκευτικές ομάδες , πολιτικές και κοινωνικές το ζητούσαν διακαώς, ώστε να επιβεβαιωθούν τα εσχατολογικά τους, εκτός από τις Μασωνικές Στοές, που αυτές μάζευαν χρήμα και ήταν οι μόνες που στενοχωρήθηκαν. Αλλά δε βαριέσαι… τα περισσότερα χρήματά τους τα είχαν σε ασφαλή ιδρύματα των συντρόφων τους στα ευρωπαϊκά ύδατα…

 

Οι εσχατολόγοι πήραν τα πάνω τους, οι δουλειές άνθισαν. Βέβαια τώρα δεν παίρναν λεφτά αλλά σιτάρι, κοτόπουλα, αυγά, λάδι, τυρί που τα μοσχοπουλούσαν και θησαύριζαν και… οπωσδήποτε χαρτί, που ήταν πολύτιμο πια, για να εκτυπώνουν και να διαδίδουν τη Σωτηρία, αφού Διαδίκτυο δεν παίζει εδώ και έξι μήνες μετά το εμπάργκο της Google και των άλλων κολοσσών, διαμαρτυρόμενοι για την οπισθοδρομική διακυβέρνηση της υπέροχης αυτής χώρας, παγώνοντάς τα όλα…

Κοίταξε πίσω στο Παρελθόν, τότε που μπορούσε να λέει ό, τι ήθελε, ταξίδευε όπου επιθυμούσε η ψυχή του ακόμα και με C130, τι πείραζε; Γνώριζε κόσμο, έπαιζε με το προηγμένο κινητό της Αγγελικής, μπορούσε να θυμώνει και μετά να πίνει τα αγαπημένα του ποτά με τους επιστήθιους φίλους του. Είχαν καταντήσει την χώρα μια ατέρμονη… παιδική χαρά, μόνο που… την έβρισκαν πολύ.

Το καλύτερο; Μπορούσε να επισκέπτεται τις υπέροχες χώρες του Νοτίου Ημισφαιρίου και να εκσφενδονίζει οποιαδήποτε σπέκουλα ήθελε για επανάσταση, χωρίς να δίνει λογαριασμό σε κανέναν, έτσι για να συγχύζει τον Άρη, τον Μπάμπη και όσους έγραφαν στο Capital για καταστροφές και … τέτοια. Γούσταρε πολύ να συγχύζει τον Παπαχελά, ο οποίος μέσα από την αρθρογραφία του τον καλούσε να συνετιστεί. Γελούσε κάθε φορά που του ‘φερναν τον Τύπο και του άνοιγαν έτοιμες τις σελίδες για να δει – στην ουσία βαριόταν – και να διαβάσει. Στην πορεία του ‘λεγαν προφορικά με τον πιο συνοπτικό τρόπο τις περιλήψεις από έξι εφτά κείμενα, παραπάνω δεν πήγαινε, ήταν το αδύνατό του σημείο, το διάβασμα…

Το δυνατό του ήταν η ηρεμία του, άκουγε χωρίς να παρεμβαίνει και στο τέλος αποφάσιζε. Στην ουσία δεν άκουγε, όπως ο Α(ν)τρέας, απλά βαριόταν και ζούσε στην αποχαύνωση του τίποτα.

Είχαν περάσει ήδη έξι μήνες μετά τις εκλογές και πριν την καταστροφή το μόνο που είχε καταφέρει ήταν να ρουφήξει τα αποθεματικά των ταμείων και του ΕΣΠΑ, όσα χρήματα που με κόπους συγκέντρωσαν οι Έλληνες εργαζόμενοι, επειδή η εργασία γι’ αυτόν ήταν εχθρική και είχε αποφασίσει να τους κάνει όλους άνεργους.

Στο τέλος τα κατάφερε. Η πανέμορφη χώρα απώλεσε το φωτεινό πέπλο της αθωότητας και τυλίχτηκε στο ζοφερό σκοτάδι της Απραξίας, πραγματικό φάντασμα. Η Αριστερά είχε νικήσει και… Βιολογικά!
Ξύπνα Αλέξη, ξύπνα πήγε έντεκα η ώρα! Ο Yanis με το French 75 στο χέρι και το μόνιμο στραβό του χαμόγελο της Επιτίμησης περιφερόταν στο ΒΙΛΑέτι του από το πρωί. Είχε νικήσει το φίλο του στα σφηνάκια. Ο πρώην, που ήταν και πάλι νυν, ξύπνησε αλαφιασμένος βρίζοντας τον εαυτό του. Ο Άλλος έχει μανία με τα σφηνάκια μεσκάλ αλλά ο ίδιος δεν τα σηκώνει τι τα πίνει; Ο Άλλος είναι συνηθισμένος και έμπειρος… είκοσι χρόνια διαφορά έχουν αλλά παίζουν σαν συνομήλικοι Παλίμπαιδες…

Ευτυχώς, όλα ήταν ένα όνειρο ή εφιάλτης; Ούτε και σ’ αυτό δεν μπόρεσε να δώσει μια ερμηνεία… ή τουλάχιστον μια απάντηση. Στην υγειά τους.

ΑΔΑΜΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ
Υ.Γ: Η φαντασία του γράφοντος βάζει ένα στοίχημα με την πραγματικότητα μόνο για το French 75.

.