Aδάμος Βασίλης : Ο Αλέξανδρος και… η γοργόνα

adamos 3

Η ψιλόλιγνη φιγούρα μόλις έστριψε από την Άρεως στην Λαρίσης σκυφτή και παραμιλώντας. Γεια σου Αλέκο, τι κάνεις; -Καλά, καλά…-Πού βρίσκεσαι; -Εδώ μένω τώρα… κι έφυγε κουβαλώντας στην πλάτη του το παρελθόν, που ποθούσε, αληθινό ρετάλι μιας εποχής που φεύγει κι όλο εδώ είναι. Στα 58 του έχει φύγει από τον δρόμο της λογικής, βέβαια… δεν ήταν ποτέ κοντά της, μα τουλάχιστον ήταν κοντά στους δικούς του για λίγο…
Ο Αλέκος έγινε Αλέξανδρος στα 45 του όταν άρχιζε να διαβάζει Βελόπουλο, Λιακόπουλο και μετά Σαράντη Καργάκο για να καταλήξει στον Όμηρο από το πρωτότυπο πριν κλείσει με Κάρλος Καστανεντά ή Καστανιέντα και Δον Χουάν. Επηρεασμένος από την ακατάσχετη παραφιλολογία άρχιζε να διαβάζει επιλεκτικά τους κλασικούς πάντα μετά από συζητήσεις με εγχώριους «γνωστικούς», που επιθυμούσαν να γίνουν οι ανάλογοι σαμάνοι της Αμερικής.
Γιος διαλυμένης οικογένειας ο Αλέξανδρος δεν μπόρεσε ποτέ να βάλει τα πράγματα σε μια σειρά. Όταν έφυγε ο πατέρας του για την ξενιτιά τον πήρε μαζί του, όπου και ερχόταν συχνά σε σύγκρουση. Ο Αλέξανδρος δεν του συγχώρεσε ποτέ τον χωρισμό με τη μητέρα του. Στα σαράντα του λοιπόν έφυγε από την πατρική στέγη για να ΄ρθει να ζήσει μόνος του στην πατρίδα, όπου και προσπάθησε να βρει τους παλιούς του φίλους, που δεν είχε ποτέ παρά μόνον στο μυαλό του.
Τότε συνάντησε το ελληνικό καφενείο και το παρελθόν του. Πίστευε ότι ήταν βέρος Καραγκούνης, άρα Πελασγός, οπότε αυτόχθων, έτσι δεν θα χρειαζόταν να δουλεύει ποτέ. Άλλωστε του το όφειλε ο πατέρας του, γι’ αυτό και του ΄στελνε λεφτά. Έτσι ήταν έτοιμος για τους Νεφελίμ και τους απογόνους του Αχιλλέα, που ποτέ δεν είχε…ο Αχιλλέας. Επηρεασμένος από τον μύθο του μύθου, ξέχασε ότι η μάνα της μάνας του ήταν από το Γαρδίκι και βάλθηκε να θεοποιήσει τους Καραγκούνηδες.
Στις παραλίες της Λαρισαϊκής Copacabana έκανε μέχρι και γυμνισμό όταν αντιλαμβανόταν κάποια τουρίστρια θέλοντας να της δείξει τα προσόντα του, όπως καυχιόταν συχνά. Άρχισε να μετράει τον Ελληνισμό σωματομετρικά, όπως κάνουν όλοι οι συνετοί εθνικιστές…
Πριν το ρίξει στον «Ελληνισμό», για ένα διάστημα ήταν αριστερός, αφού από μία σύμπτωση μόλις τελείωσε το σχολείο βρέθηκε περπατώντας αργά το βράδυ με τη μητέρα του -μετά από μια επίσκεψη στην αδελφή της, που ήταν παντρεμένη στην Αθήνα – έξω από το Πολυτεχνείο το ’73 και για να γλιτώσει από τα δακρυγόνα κρύφτηκε – πάντα μαζί με τη μαμά – έξω από τον προαύλιο χώρο του ιδρύματος πίσω από ένα βαρέλι με σκουπίδια αλλά για κακή του τύχη τότε το άρμα έκανε την εμφάνιση του και αναγκάστηκε να μείνει κρυμμένος μέχρι και τις αποφράδες ώρες του πρωινού.
Όταν το άρμα τσάκισε την πύλη βρήκε ευκαιρία να το σκάσει αλλά στην συμβολή των οδών Τοσίτσα και Μπουμπουλίνας ένας ΚΥΠατζής του κατάφερε μια ανάστροφη με το περίστροφο πίσω στο λοβό του δεξιού αυτιού καθιστώντας τον για εικοσιτρία χρόνια αριστερό, αν και πάντα θαύμαζε την στολή του «μπάτσου»…

Τον επόμενο χρόνο έφυγε για έξω με τον πατέρα του διατηρώντας στη μνήμη του την δεξιά ανάστροφη ως πράξη αντίστασης. Δεν κάθισε να μελετήσει μαρξισμό ή έστω λενινισμό, του έφτανε η ανάποδη, όπως ανάποδη ήταν και η ζωή του. Χωρίς θεωρητικό υπόβαθρο ο Αλέκος εύκολα ασπάστηκε την Ευρωπαϊκή χαλαρότητα των ηθών και μόνο όταν βρισκόταν στην Ελλάδα έβριζε οτιδήποτε μη αριστερό για να μην ξεχνιέται, μέχρι που βαρέθηκε ο πατέρας το γιο και ο γιος τον πατέρα για να βρεθεί στα σαράντα του και πάλι πίσω στα πάτρια.

Εδώ ξεσάλωσε πνευματικά και ρούφηξε με μανία την παραφιλολογία, όπως είθισται, όταν δεν ξεκινάς από το δημοτικό να διαβάζεις παραμύθια, Ροβινσώνα Κρούσο και Ιούλιο Βερν. Ο γκουρού της γνώσης που έσπρωξε τον Αλέκο στη μελέτη του Ελληνισμού ήταν ένας παρακμιακός πρώην Μαοϊκός, πριν γοητευτεί από το εθνικιστικό παραλήρημα του ναζιστικού μορφώματος, ταξιτζής, που από τη φύση του τα ήξερε όλα…

Τότε ο Αλέκος έγινε Αλέξανδρος και απαγόρεψε στον οποιοδήποτε να τον αποκαλεί Αλέκο, πριν βέβαια την ανασκαφή της Περιστέρη. Δυστυχώς σήμερα ο Αλέξανδρος δεν μπορεί να γίνει συνδαιτυμόνας μας γιατί, όπως προαναφέραμε, ταξιδεύει γι’ άλλες θαλασσινές πολιτείες του νου, εκεί όπου βρίσκεται η γοργόνα. Εάν είχε τα λογικά του θα έπαιρνε μέρος στην ανασκαφή της κας Περιστέρη και μάλιστα χωρίς λεφτά, αν και μάλλον καλύτερα να αφήσουμε την αρχαιολόγο να κάνει την δουλειά της…

Ο Αλέξανδρος ανέβηκε και στον Όλυμπο και έκανε θυσίες στους Θεούς με άλλους Δωδεκαθεϊστές αλλά δεν κατάφερε να πάρει κάποιον βαθμό και αποχώρησε κακήν κακώς, προς στιγμήν σκέφτηκε να φύγει πετώντας, όμως εκείνη τη στιγμή δεν πετούσαν αετοί μόνο κάτι σπουργίτια, τα οποία περιφρόνησε και αυτά εκείνον…

Ο Αλέξανδρος βαρέθηκε τις πνευματικές αναζητήσεις – όπως ο Χρήστος Γιανναράς βαρέθηκε να κατηγορεί κάθε βδομάδα τον Ελ. Βενιζέλο για τη δημιουργία του εθνικού κράτους της Ελλάδας πριν από εκατό χρόνια και τον αναφέρει μία φορά στους δύο μήνες – και… το ‘ριξε στο περπάτημα. Θα τον δείτε σε όλους τους δρόμους της όμορφης πόλης μας, εκτός από το ποτάμι. Απεχθάνεται οτιδήποτε κινείται ή ρέει, του αρέσουν τα σταθερά πράγματα ή μάλλον τ’ ακίνητα.

Επειδή όλοι μας έχουμε έναν Αλέκο μέσα μας, δύσκολα θα βρούμε τον Αλέξανδρο κι αυτό που πρέσβευε, οπότε ας μην αγχωνόμαστε. Ας μπούμε στην ουρά μαζί με τα παιδιά μας κι ας γράψουμε κι εμείς ένα γράμμα στον Άη Βασίλη να μην μας ξεχάσει και φέτος, αρκετά πια με τη λησμονιά…
adamosvasileios90@gmail.com

.