Aδάμος Βασίλειος : Λαγός στιφάδο…

ADAMOS-BASILIS

1994: Ο Τσαμπίκος είναι ο τύπος έξω καρδιά, με ένα μόνιμο χαμόγελο καταφέρνει να είναι αγαπητός σε όλους στο μικρό νησί, όπου μετατέθηκε το 1993 απέναντι ακριβώς από το χωριό του, 21 ναυτικά μίλια, 1.5 ώρα με ένα από τα δύο ανάδελφα καΐκια της γραμμής. Διορίστηκε ως τελωνιακός το 1982 αν και δεν τελείωσε το Γυμνάσιο, προφανώς γιατί τον χρειάζονταν στη συγκεκριμένη θέση.

Ο Τσαμπίκος είναι πολύ καλός μάγειρας, ειδικά όταν επιδίδεται στον λαγό στιφάδο (για την ακρίβεια κρητικό κουνέλι των 5 κιλών παρακαλώ, που του το στέλνει ο μπατζανάκης του) και καλεί τους φίλους του. Μετά το τσιμπούσι οι φίλοι του κάνουν δυο μέρες και δυο νύχτες να ξεμυτίσουν από το σπίτι τους εξαιτίας της…λαιμαργίας τους. Στιφάδο είναι αυτό…

Ο Τσαμπίκος που λέτε έχει καταλύσει στο τεράστιο δημόσιο κτήριο με τα δεκαπέντε δωμάτια, στα οποία απαγορεύεται να μείνουν ας πούμε οι εκπαιδευτικοί, που έχουν μετατεθεί για ένα έως τρία χρόνια εκεί, ή άλλοι υπάλληλοι, οπότε για να μην αισθάνεται μόνος φεύγει κάθε Παρασκευή μεσημέρι για να επισκεφτεί τη γυναίκα του, τα τρία του παιδιά και την φουκαριάρα την μάνα του. Οι εκπαιδευτικοί επιβάλλεται να νοικιάσουν σπίτι σε υψηλές τιμές μέχρι τέλος Μαΐου, μετά θα πρέπει να μείνουν σε σκηνές-λόγω τουρισμού- έως και το τέλος Ιουνίου, ώστε να τελειώσουν το θεάρεστο έργο τους εκπαιδευόμενοι και οι ίδιοι σε αντίξοες συνθήκες. Δεν είναι όλα εύκολα στη ζωή. Οι αστυνομικοί και οι λιμενικοί απαγορεύεται από το Σύνταγμα, δεν ξέρω σε ποια παράγραφο το λέει βέβαια, να πληρώσουν δεκάρα τσακιστή – τότε – για να νοικιάσουν και αυτοί σπίτι να βολευτούν. Μένουν στο δεύτερο δημόσιο κτήριο δωρεάν.

Η Παναγιά η Τσαμπίκα

Στο γραφείο του έχει μια τεράστια εικόνα του Αγίου Ανδρέα, του προστάτη των πράσινων κητών και ψαριών, πρωτόκλητου και αυτάδελφου, αργότερα ανάδελφου. Τον ασπάζεται κάθε 1η και 15η του μηνός όταν εισπράττει τον μισθό του από τον ταχυδρόμο. Η εκκαθάρισή του είναι ακριβώς διπλάσια από αυτήν των εκπαιδευτικών, ίσως μάλλον γιατί η βαθιά γνώση που απέκτησε στο Δημοτικό έπρεπε να πληρωθεί με το παραπάνω. Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να μάθουν με τα λίγα για πολλά χρόνια…

Το κράτος, για να μην μπει σε μπελάδες ο Τσαμπίκος και τον παρατήσει η γυναίκα του, του παραχωρεί το κτήριο δωρεάν, ενώ οι ψαράδες, με τους οποίους έχει πάρε δώσε καθημερινά, φροντίζουν να τον προμηθεύουν σίγουρα με ψαρικά και ο,τιδήποτε τρώγεται. Ο Τσαμπίκος κάνει τα στραβά μάτια σε αλισβερίσια με καύσιμα των ψαράδων, επειδή έχει καλή καρδιά και δεν θέλει να τους στενοχωρεί. Έτσι οι φτωχοί ψαράδες του δίνουν και κάνα μπαξίσι για να πιει καμιά γκαζόζα, αφού το αλκοόλ δεν το αντέχει.

2004: Ο Τσαμπίκος έχει μπελάδες. Αφού αγόρασε μια πολυκατοικία στην πρωτεύουσα του μεγάλου νησιού την έγραψε στην φουκαριάρα την μάνα του, η οποία δεν μπορεί να δικαιολογήσει την αγορά της και τρέχει στις εφορίες(ο Τσαμπίκος) από το πρωί μέχρι το βράδυ. Ευτυχώς μετατέθηκε στα κεντρικά ο γιος της αδελφής του και κατάφερε να ξεμπλέξει. Όμως μια πολυκατοικία έχει δουλειά και ευθύνες. Ο Τσαμπίκος πρέπει να δώσει λίγη από την ψυχή του και ζητάει άδεια μετ’ αποδοχών ενός εξάμηνου για να βάλει τα πράγματα σε μία σειρά. Η υπηρεσία του τη δίνει, εμπιστεύεται το μοναδικό πρατήριο καυσίμων στο νησί κουνώντας το δάχτυλο να μην παρανομήσει…Στο μεταξύ το εξάμηνο έχει παρέλθει και ο Τσαμπίκος αδυνατεί να επιστρέψει. Ο Ταχυδρόμος του πάει το μισθό του στη Χώρα.

2014: Ο Τσαμπίκος έχει τώρα δύο πολυκατοικίες. Τις έγραψε στα παιδιά του, οπότε το καλό υπουργείο οικονομικών δεν τις φορολογεί γιατί προφανώς ο Τσαμπίκος έχει κάνει επένδυση χοντρή, που αποδίδει. Δεν είναι ένα ψωραλέο σπιτικό που θα πρέπει να φορολογηθεί με το παραπάνω. Ο ΕΝΦΙΑ του Τσαμπίκου είναι 112,34 ευρώ.
ΙΟΥΛΙΟΣ του 2014: Ο Τσαμπίκος συνταξιοδοτείται και κάνει την υπέρβαση, «ανεβαίνει» στη βόρεια Ελλάδα -στα σύνορα – να γιορτάσει με παλιούς συναδέλφους την αποχώρησή του από την σκληρή δουλειά και να κάνει για πρώτη φορά ένα ταξίδι μακρινό. Ως γνωστόν οι πολλές δουλειές δεν του επέτρεπαν να το κουνήσει ρούπι από την πατρίδα…

Ο Τσαμπίκος μαγειρεύει το αγαπημένο του στιφάδο, για το οποίο είναι γνωστός. Στο σπίτι των συναδέλφων του είναι καλεσμένοι όλοι. Κάποια στιγμή σκάει μύτη η Τζένη, που πριν λίγο το απόγευμα είχε δώσει συνέντευξη σε δημοσιογράφο Αθηναϊκής εφημερίδας γιατί δεν τα παίρνει. Όταν άνοιξε η πόρτα και μπήκε η Τζένη μια βουβαμάρα απλώθηκε στην ομήγυρη, όλοι απέστρεφαν το βλέμμα τους από την μιαρή συνάδελφο. Όλοι; Εκτός από τον καλοκάγαθο Τσαμπίκο. «Θέλεις λίγο στιφάδο; Έμεινε μια μερίδα ακόμη. Άντε στην υγειά μας!»

ΑΔΑΜΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ
ΣΤΟ 7ο ΛΥΚΕΙΟ

.