Το «μαχαίρι» των εκλογών και το «καρπούζι» του ευρωεκλογών

Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος, Συγγραφέας

Με το που τελειώνει μια εκλογική μάχη ξεκινούν οι εκτιμήσεις για την χρονική στιγμή της επόμενης. Ειδικά την περίοδο της κρίσης που οι κυβερνητικές θητείες αποδεικνύονταν πιο βραχύβιες από ποτέ, οι προβλέψεις για γρήγορη προσφυγή στις κάλπες συχνά επιβεβαιώνονταν.

Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία συνδυασμένη με τις έντονες δόσεις δημιουργικής ασάφειας και την αρχική συγκρουσιακή διάθεση με τους δανειστές άνοιγαν διαρκώς την συζήτηση για πρόωρες εκλογές, κάτι που έγινε τον Σεπτέμβριο ώστε να «καθαγιαστεί» το 4ο μνημόνιο με την λαϊκή εντολή. Αλλά και μετέπειτα η αναβλητικότητα στην εκτέλεση του προγράμματος και οι ενδοκυβερνητικές έριδες συντηρούσαν «ζεστό» το σενάριο νέων εκλογών.

Ήμουν από αυτούς που από την πρώτη στιγμή διέβλεπα τον ακόρεστο πόθο του Τσίπρα για την εξουσία ως εργαλείο ταξικής «ανασύστασης» της κοινωνίας και την οικονομία και με βάση αυτό το δεδομένο δεν θεώρησα ποτέ ότι οι εκλογές θα προέκυπταν ως σκέψη πριν την ολοκλήρωση του προγράμματος και την δυνατότητα να δημιουργήσει ένα νέο μεταμνημονιακό αφήγημα, ανεξαρτήτως αξιοπιστίας της όποιας πρότασης του.

Ήδη αναπτύσσεται ένα προπαγανδιστικό κρεσέντο με υπονοούμενα για αναβολή των ήδη ψηφισθέντων μέτρων για την περικοπή των συντάξεων και την μείωση του αφορολόγητου. Ήδη χτίζεται ένα επικοινωνιακό οικοδόμημα γύρω από την ηρωική και ένδοξη «καθαρή» έξοδο στις αγορές. Αν όλο αυτό θα έχει ως κατάληξη το στήσιμο των καλπών μέσα στο επόμενο φθινόπωρο είναι κάτι που θα κριθεί αποκλειστικά από το πως θα αξιολογήσει ο Τσίπρας την δυνατότητα δημιουργίας ενός ευνοϊκότερου για τον ίδιο κλίμα μέσα στο 2019.

Η άμεση ενεργοποίηση των αντίμετρων είναι σχεδόν απίθανη. Η στενή εποπτεία είναι δεδομένη, ειδικά αν διαμορφωθεί πλήρως και το σχέδιο παρέμβασης στο ελληνικό χρέος. Αν όμως ο Τσίπρας θεωρήσει ότι μπορεί, με κάποιο τρόπο, να διατηρήσει τον μύθο των μετεκλογικών «παροχών» και των «διορθώσεων», απευθυνόμενος στο απογοητευμένο κομματικό ακροατήριο του, τότε θα αφήσει να παρέλθει και το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών.

Και κάπου εκεί αρχίζουν τα παιχνίδια με τον εκλογικό νόμο. Με δόλωμα την απαραίτητη κατάτμηση των τεράστιων εκλογικών Περιφερειών θα επιχειρηθεί η επαναφορά του αιτήματος για άμεσες αλλαγές προς το αναλογικότερο ή ακόμη και την μείωση του ορίου εισόδου στην Βουλή. Έστω κι αν δεν επιτευχθεί κάτι, θα έχει δημιουργήσει και πάλι ρήγμα στον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας που ή θα συμπλεύσει με την κυβερνητική πρόταση (πράγμα δύσκολο σε αυτή την συγκυρία) ή θα αρνηθεί το πάγιο αίτημα της για την απλή αναλογική.

Οι ευρωεκλογές λοιπόν, αν και δεν αναφέρονται σχεδόν από κανέναν ως καθοριστικό σημείο των εξελίξεων, θα μπορούσαν, υπό κάποιες συνθήκες, να αποδειχτούν ένα κρίσιμο επικοινωνιακό εργαλείο για την κυβέρνηση. Η συνήθης χαλαρή ψήφος των πολιτών είναι σίγουρο ότι δύσκολα θα οδηγήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ σε ποσοστό που θα ξεπερνά το 20%. Αντίστοιχα όμως είναι πιθανό και η ΝΔ να μην αποτυπώσει τα δημοσκοπικά ποσοστά ενόψει εθνικών εκλογών.

Αν διατηρηθεί η παράδοση που θέλει το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών να απέχει τουλάχιστον 5 μονάδες από αυτό των εθνικών, δεν είναι απίθανο η ΝΔ να μην ξεπεράσει το ψυχολογικό όριο του 30%. Έστω κι αν η νίκη της αποδειχτεί εμφατική και με σημαντική διαφορά, τα κυβερνητικά παπαγαλάκια θα αποδώσουν την δικιά τους συρρίκνωση στην αναμενόμενη απογοήτευση κι οργή των πολιτών δηλώνοντας μάλιστα ότι… έλαβαν το μήνυμα επαναφέροντας στην ρητορική φαρέτρα τους τα επερχόμενα αντίμετρα και τις… παροχές.  Θα προσθέτουν μάλιστα, παρόλο που άπαντες γνωρίζουν την προαναφερθείσα ιδιαιτερότητα των ευρωεκλογών πως είναι… ανεξήγητη η στασιμότητα της ΝΔ ή και έλλειψη μεγάλης δυναμικής από το πρωτοεμφανιζόμενο Κίνημα Αλλαγής.

Ναι, ο Τσίπρας διαθέτει το μαχαίρι της επιλογής της ημερομηνίας των εκλογών. Δεν διαθέτει όμως το «καρπούζι» των ευρωεκλογών που, εφόσον δεν επιλέξει την φετινή φθινοπωρινή «έξοδο» από την εξουσία, κάλλιστα θα μπορούσε να πάρει δημοψηφισματική μορφή για την κυβέρνηση και να καταλήξει σε μια μη διαχειρίσιμη συντριβή. Γι’ αυτό και δεν είναι λίγοι αυτοί που πλέον ποντάρουν στις τότε διπλές κάλπες ώστε ένα μέρος της κοινωνικής απογοήτευσης να απορροφηθεί στην «ευρωπαϊκή» κάλπη.