Οι εκλογές του Ιουνίου λειτούργησαν ουσιαστικά σαν δεύτερος γύρος, με τους δύο επικρατέστερους να λειτουργούν πολυσυλλεκτικά. Η χώρα συνεπώς διαιρέθηκε ταξικά (Δυτική Αθήνα, Βόρεια κ Ανατολικά προάστια), ηλικιακά (κάτω των 55, άνω των 55) και… μιντιακά (όσοι ενημερώνονται και από το Ίντερνετ, όσοι βλέπουν μόνο ντόπια TV και εφημερίδες). Με τον ΣΥΡΙΖΑ μάλιστα, η ανανεωτική αριστερά (πάλαι ποτέ ευρωκομμουνισμός) απέκτησε για πρώτη φορά στην Ελληνική εκδοχή της ισχυρή βάση σε «βαθιά» λαϊκά, μικροαστικά και εργατικά στρώματα. Τα αποτέλεσματα των εκλογών όμως, εντέλει έδωσαν ανάμεικτα συναισθήματα στους υποστηριχτές της αριστεράς: Γιατί, ενώ από τη μια μεριά είναι βέβαια συνήθως καλύτερο να αντιμετωπίζεις τα προβλήματα της νίκης παρά της ήττας, από την άλλη η προοπτική της επικράτησης του ΣΥΡΙΖΑ με ένα αντικειμενικά αδύναμο 30%, έφερνε στο νου τον αδόκητο χαμό αδύναμων μεν φιλόδοξων δε αριστερών κυβερνήσεων (30% είχε πάρει στις εκλογές της Χιλής ο Αλιέντε).
Για τον κυβερνητικό συνασπισμό των τριών, τα καλά νέα ότι κατέληξαν σχετικά εύκολα σε κοινό πρόγραμμα, τα κακά ότι το συγκεκριμένο πρόγραμμα είναι ουσιαστικά το Μνημόνιο – πασπαλισμένο με ζάχαρη, εξανθρωπισμένο μεν, αλλά το ίδιο παλιό κακό και κυρίως αποτυχημένο Μνημόνιο. Άρα και η ίδια, αδιέξοδη και εξοντωτική εσωτερική υποτίμηση που το μόνο της όραμα είναι ότι θα φτωχύνουμε σταδιακά τόσο πολύ, ώστε θα σταματήσουμε να μπορούμε να αγοράζουμε εισαγόμενα. Φευ, χωρίς βιομηχανική πολιτική, τα φτηνά εισαγόμενα θα παραμένουν φθηνότερα από τα ντόπια και ο παραγωγικός ιστός αντί να αποκαθίσταται , θα ξεφτίζει όλο και περισσότερο. Αν συμπληρώσουμε και την παγκόσμια πλέον πεποίθηση ότι και τα τρία κόμματα της κυβέρνησης είναι πατενταρισμένα και σκληροπυρηνικά “bail-out parties”, άρα σε καμία περίπτωση σκληροί διαπραγματευτές, τότε ακόμα και ο εξανθρωπισμός της αναπότρεπτης (;) παρακμής και πτώσης είναι κάθε άλλο παρά εξασφαλισμένος.
Τι προσδοκούν λοιπόν – πέρα από τα ομολογημένα- οι κυβερνητικοί εταίροι; Το πρώτο μέλημα είναι η διάσωση της δομής των τοπικών ελίτ (πολιτικών, επιχειρηματικών, εκδοτικών), που οι τρεις εταίροι καλώς ή κακώς ταυτίζουν και με τη διάσωση της χώρας! Κάθε άλλη λύση πέρα από την πεπατημένη ( και σαφώς κρυπτοαποικιακή) «Μνημονιακή» είναι άλλωστε για όλα τα κόμματα της κυβέρνησης συνώνυμη με εφιαλτική ακυβερνησία, ανατροπή των πάντων και απομόνωση. Κηρύσσοντας τον πόλεμο στο άγνωστο και το ρίσκο, διεκδικούν πεισματικά το μονοπώλιο της σοβαρότητας: Είναι πολύ εύκολο να φαίνεσαι ρεαλιστής, όταν τα δέχεσαι όλα. Το δεύτερο είναι να φθείρουν την αξιωματική αντιπολίτευση, μια εξαιρετικά δύσκολη αλλά πολύ κρίσιμη επιχείρηση, δίνοντάς της το ρόλο του μοχθηρού και περιθωριακού σαμποτέρ σε μία κατά κύριο λόγο εικονική και διαφημιστική «εθνική» εκστρατεία αλλαγής του –όντως- προβληματικού κράτους και εξοστρακισμού της μονότονης «στείρας και αντιδραστικής» κριτικής. Όποιος λοιπόν δεν είναι μέρος της δικής τους «λύσης», θα ξεμπροστιάζεται συστηματικά ως μέρος του προβλήματος. Ο τρίτος τώρα στόχος είναι και ο πιο ενδιαφέρον, γιατί είναι διαφορετικός για κάθε κόμμα του συνασπισμού – για τη Νέα Δημοκρατία είναι να κυβερνήσει, για τους άλλους δύο είναι να αποχωρήσουν την πιο κατάλληλη στιγμή.
Η ΔΗΜΑΡ θα αποχωρήσει λογικά πρώτη και λόγω ας υποθέσουμε αυξημένης ευαισθησίας και κυρίως γιατί η αποχώρησή της δε θα ρίξει την κυβέρνηση. Το ΠαΣοΚ θα καταγγείλει τη συνεργασία μόνο σε περίπτωση αιφνίδιας καταστροφικής εξέλιξης ή όταν θεωρήσει το timing κατάλληλο και ευνοϊκό για νέες εκλογές – ειδικά μάλιστα, αν η δημοφιλία της κυβέρνησης πέφτει τότε επικίνδυνα. Γενικά, όσο περνά ο καιρός, η ιδέα της ηρωικής εξόδου θα βάζει ολοένα σε πειρασμό τα κομματικά επιτελεία, ο πυρετός της μεγάλης φυγής θα ανεβαίνει όλο και περισσότερο. Δεν έχουν όμως υπολογίσει πιθανότατα την αντίδραση των σωσμένων ελίτ και της κυβερνώσας Νέας Δημοκρατίας. Μπορεί και να τους γυρίσουν πίσω.
Tο Τρεις σε μια Βάρκα, πέρα από γνωστή κωμική νουβέλα είναι και δημοφιλές ανέκδοτο: Σε μια βάρκα στη μέση του ωκεανού τρεις απελπισμένοι ναυαγοί επικαλούνται το θεό και… θαύμα αυτός τους ακούει. Δέχεται λοιπόν να ικανοποιήσει μια οποιαδήποτε επιθυμία τους. Ο πρώτος (ΔΗΜΑΡ) ζητά να βρεθεί μεμιάς σε μια παραλία σε ένα παραδείσιο αριστερό νησί, ο δεύτερος (ΠαΣοΚ) να ξυπνήσει στο οικογενειακό του σπίτι αγκαλιά με τους ψηφοφόρους. Οι επιθυμίες τους γίνονται αμέσως πραγματικότητα. Ο τρίτος (ΝΔ) το σκέφτεται, το γυρίζει, και τελικά λέει στο υπέρτατο ον ότι αισθάνεται τρομερή μοναξιά μόνος του στη βάρκα στη μέση του πουθενά και ότι η δική του επιθυμία είναι να γυρίσουν οι άλλοι δύο πίσω! Ναι, η φωνή του θεού στην Ελλάδα των τελευταίων χρόνων δε μοιάζει με τη φωνή του λαού, αλλά με τη φωνή της τρόικας, της τηλεόρασης, των εφημερίδων και των όψιμων οπαδών του όποιου σωτήρα Παπαδήμου. Vox media, vox Dei…
|
|