Tα κλήματα του δένδρου της ζωής

filos_hraklis

 

 

 

«Απ’ την άνοιξη, που εγύρισε, ουρανός και γης ευφράνθη, με το χόρτο και με τα’ άνθι παίζει ο ζέφυρος τερπνά. Το σιγό το κυματάκι εις τες άκρες του φλοισβίζει, και το ανθοδροσοστολίζει με τ’ ακοίμητα νερά».

Αν καταφέρναμε να αποτυπώσουμε με γράμματα και ποιητικές λέξεις τη δυναμική έκφραση της ζωής της εκκλησίας που με τις ευωδιαστές της εαρινές νότες που χαϊδεύουν την ανθρώπινη ψυχή, σε μία άλλη γλώσσα, γλώσσα πνευματική, θα αρπάζαμε τους στίχους αυτούς από το ποίημα της Κικής Δημουλά και θα ταξιδεύαμε ψηλά. Και ο Θεός αν και γίνεται γνωστός στην κτίση και την ιστορία μέσω των ενεργειών Του όπως θεολογεί ο Μ. Βασίλειος, εντούτοις δυστυχώς πολλές φορές δεν φαίνεται. Κι αυτή είναι μία πικρή και τραγική αλήθεια. Είναι όμως αλήθεια.

Από την άλλη η αλήθεια είναι πως ο Θεός ακόμη και μέσα στις δυσκολίες της ζωής φαίνεται. Όπως εμφανίστηκε στον Ισραήλ στην Π. Διαθήκη, όπως μιλούσε δια των προφητών, όπως «ντύθηκε» την ανθρώπινη σάρκα δίχως την αμαρτία με την ενανθρώπιση Του, όπως φανερώθηκε στους μαθητές μετά την Ανάσταση Του, όπως φανερώθηκε κατά την Πεντηκοστή στους μαθητές Του ξανά, όπως φανερώνεται μέσα από το αίμα των οσίων, μέσα από τα θαύματα, μέσα από κάθε τι που ευωδιάζει ερωτική αγιοπνευματική μέθεξη.

Ημέρα Πεντηκοστής. Ημέρα όπου το άγιο Πνεύμα «πάντα χορηγεί», εμφανίζεται στους μαθητές με τη μορφή πυρίνων γλωσσών. Και όλα αγιάζονται μέσα από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Όπως μας λέει και ο αββάς Ιουστίνος Πόποβιτς «κάθε τι στην Εκκλησία υπάρχει εν Αγίω Πνεύματι και από αυτό το πολύ μικρό και από αυτό το υπερμεγέθες. Όταν ο ιερείς θυμιάζοντας στην Εκκλησία παρακαλεί τον Κύριο Ιησού Χριστό να καταπέμψει την χάρη του Αγίου Πνεύματος, αλλά και όταν το ανέκφραστο θαύμα του Θεού η Αγία Πεντηκοστή πριν από την χειροτονία του επισκόπου επαναλαμβάνεται και δίδει όλο το πλήρωμα της χάριτος και με αυτό πασιφανώς μαρτυρεί ότι όλη η ζωή της Εκκλησίας συγκροτείται εν τω Αγίω Πνεύματι».

Η σύγχρονη κοινωνία είναι αλλοπρόσαλλη. Όπως γράφει ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ, «στην εποχή που ζούμε φθάσαμε σε τέτοια χαλαρότητα στην πίστη και σε τέτοια έλλειψη ευαισθησίας ως προς την κοινωνία μας με τον Θεό, που έχουμε απομακρυνθεί ολοκληρωτικά από την αληθινή χριστιανική ζωή». Η εξέλιξη της περισσότερο δυσάρεστη, παρά ευχάριστη. Μία κοινωνία όπου ξένοι μεταξύ ξένων αν και μιλούν την ίδια γλώσσα, η ετερότητα των σκέψεων, λόγων, πεποιθήσεων και στόχων, αν και πολλές φορές συγκλίνουν σε κοινές κατευθύνσεις, εντούτοις εγκλωβίζουν τους ανθρώπους σε λαβύρινθους όπου κανείς δεν συναντά κανέναν. Μία κοινωνία με διάχυτο πλουραλισμό σκέψεων, συνηθειών, μία κοινωνία που δυστυχώς η ειλικρίνεια, η ευσυνειδησία, η αγαθοσύνη, η υπομονή, η θυσία, η αγάπη, η πίστη, έχουν εκλείψει. Και δίχως υπερβολές εμείς οι άνθρωποι αν και επικοινωνούμε μεταξύ μας στα πλαίσια αυτής της δικής μας κοινωνίας, και δεν καταλαβαινόμαστε και δεν αγαπιόμαστε μεταξύ μας και συνεχώς διασπάμε κάθε τι συνεκτικό που έχει τη δύναμη και την εκρηκτικότητα να απογειώσει κάθε δυνατότητα μας για ανάπτυξη, ευημερία, δημιουργία, ψυχική αγαλλίαση.

Κι ο άνθρωπος στηρίζει τη ζωή του στο χρήμα, στους έρωτες, στα πάθη, στις μικρότητες, σε κάθε τι φθηνό που βυθίζει την ψυχή του σε «πνευματικό» έρεβος. Κι αυτά αποτελούν συνέπειες της πτώσης του ανθρώπου, ο οποίος απέτυχε να βαδίσει ανοδικά προς το Θεό, αφού χρησιμοποίησε το αυτεξούσιο του για να γίνει Θεός και εξαπατήθηκε από τον Εωσφόρο. Το κακό δεν δημιουργήθηκε από μόνο του στον κόσμο αυτό. Δεν είναι αυθύπαρκτο. Δεν δημιουργήθηκε από το Θεό (αφού ο Θεός είναι αγάπη όπως γράφει ο Ιωάννης ο Θεολόγος), αλλά οφείλεται στη συνεργία της ελεύθερης βούλησης του ανθρώπου και του διαβόλου. Ο Θεός δεν είναι υπαίτιος για το κακό και κάθε πτυχή του στη γη (φθορά, αμαρτία, θάνατο, μίσος) εφόσον το θείο «αναίτιο παντάπασι κακών…αγαθόν τη φύσει τυγχάνον», σύμφωνα με τον άγιο Γρηγόριο τον Νύσση.

Η Αγία Τριάδα (Πατήρ – Υιός – Άγιο Πνεύμα) για τον χριστιανισμό αποτελεί την αρχέτυπη κοινότητα μεταξύ προσώπων. Είναι το ιδανικότερο πρότυπο κοινωνίας για την ανθρώπινη κοινωνία. Κι αυτό διότι τα τρία πρόσωπα αρμονικά μεταξύ τους ενώνονται και αποτελούν τον Ένα Θεό. Έτσι ακριβώς αυτό το τριαδικό πρότυπο αναδεικνύει την ιερότητα της κοινωνίας των ανθρώπων, μετουσιώνοντας την σε μία αγαπητική συνύπαρξη μεταξύ τους αλλά και με τον ίδιο τον Τριαδικό Θεό∙ το «δέντρο της ζωής», «κλήματα» του οποίου είναι οι άνθρωποι. Αυτό όμως είναι προνόμιο των χριστιανών, καθώς ενυπάρχουν σε μία κοινωνία (επικοινωνία) μεταξύ τους χάρη στην αγάπη του Θεού που διοχετεύει τα θεία της νάματα σε κάθε ψυχή που διψά για βίωση της μίας και μοναδικής αποκαλυφθείσης αλήθειας.

Κι εδώ αξίζει μία περιγραφή που αναδεικνύει αυτή την ενότητα Θεού – ανθρώπου. Ο τρόπος αυτός ένωσης του πιστού (κτίσμα) με τον Θεό (άκτιστο) εκφράζεται από τον Μ. Αθανάσιο με τη γνωστή βιβλική εικόνα του γεωργού της αμπέλου και των κλημάτων. Στην εικόνα αυτή παρουσιάζεται από τη μια μεριά η οντολογική διαφοροποίηση του Θεού (γεωργού) από τους ανθρώπους (κλήματα) και από την άλλη τονίζεται η οργανική εξάρτηση των πιστών (κλημάτων) από τον Χριστό (γεωργό) ο οποίος εικονίζεται με την άμπελο που είναι ομοούσια με τα κλήματα. Επομένως εφόσον ο Θεός είναι μονάδα τριαδική και αδιαίρετη, έτσι και η κοινωνία των ανθρώπων μπορεί να αποτελέσει μία κοινωνία αδιαίρετη όταν τα μέλη της (άνθρωποι) ενώνονται μεταξύ τους αγαπητικά, όπως και τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος (Πατήρ – Υιός – Πνεύμα).

Η αγάπη είναι ο κρίκος συνύπαρξης του «αδιαιρέτου». Εκείνη ενώνει το μέρος σε όλον. Και το όλον, διατηρώντας παράλληλα το ξεχωριστό του ιδίωμα (κάθε άνθρωπος έχει διαφορετική ιδιοσυγκρασία ως προς τον άλλον), συνθέτει οντολογικά, υπαρξιακά και ενωτικά τους ανθρώπους σε ένα σώμα, με κεφαλή τον Ίδιο τον Θεό αφού σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο «υμείς δε εστέ σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους».

Η αγάπη δεν είναι εσωτερική κατάσταση του «εγώ», αλλά εξωτερίκευση από το «εγώ» προς το «εσύ», τον άλλον, τον έτερο. Κινητήρια δύναμη της χριστιανικής κοινωνίας είναι η αγάπη. Η αγάπη στη χριστιανική θεολογία δεν είναι ένα απλό συναίσθημα, αλλά κένωση και παράλληλα γέμισμα. Στην αγάπη του Θεού ο άνθρωπος πραγματώνει τη ροπή του προς το «καθ’ ομοίωση» και εξαιτίας αυτής και του αυτεξουσίου του (ελεύθερη βούληση), επιτυγχάνει το «είναι» από το «μη είναι». Κάθε κτιστή ενέργεια μεταξύ των ανθρώπων εμπεριέχει τις συνιστώσες της φθοράς, της αμαρτίας, του κακού, του εγωισμού (εξαιτίας του προπατορικού αμαρτήματος) και δεν εγγυάται την αγαπητική ενότητα και ειρηνική συνύπαρξη των ανθρώπων (αυτό καθορίζεται από την ελεύθερη θέληση του ανθρώπου για ροπή προς το καλό ή το κακό). Η αγάπη όμως του (άκτιστου) Θεού προς το κτιστό Του δημιούργημα (άνθρωπο), ενώνει μυστηριακά τον άνθρωπο με τον συνάνθρωπο σε μία κοινωνία διαφορετικών προσώπων που παρά τις μεταξύ τους ετερότητες, βιώνουν τη μοναδικότητα της συνύπαρξης στο πρόσωπο του Δημιουργού.

Στη σύγχρονη κοινωνία ο άνθρωπος διασπά αυτή την ενότητα ειρηνικής συνύπαρξης με το Θεό αλλά και με τους συνανθρώπους του και αυτοχαρακτηρίζεται ως «όλον του εαυτού του» κι όχι ως «εαυτός του όλου». Αναπηδά ως εγωιστής «υπεράνθρωπος» ξεχνώντας που οφείλει την ύπαρξη του και δίνει χώρο σε κάθε τι εωσφορικό να αποπροσανατολίσει τη ζωή του, την ψυχή του, ακόμη και να την «νεκρώσει» πνευματικά. Οι δομές της εποχής μας καταργούν κάθε τι υψηλό, κενωτικό, θυσιαστικό, μεθυστικό, κάθε τι ερωτικά όμορφο και άγιο. Αντιθέτως ενισχύουν κάθε τι εγωιστικό, ιδιοτελές και καταστροφικό στη ζωή του ανθρώπου που ως αυτόκλητος θεός ξέχασε λόγω του υλισμού και της technological bliss (τεχνολογικής ευδαιμονίας) να θρέψει την ψυχή του με σπόρους θείας σοφίας.

Αν ο άνθρωπος της σύγχρονης εποχής λειτουργούσε και οριοθετούσε τη ζωή του σύμφωνα με τα πρότυπα της τριαδικής κοινωνίας, θα είχε τη δυνατότητα να ζει την αληθινή ελευθερία, με αγάπη προς τον άλλον και με πνεύμα διακονίας και θυσίας προς εκείνον. Δεν υπάρχει όμως αγάπη. Δεν υπάρχει Θεός για εκείνον. Δεν υπάρχει παράδεισος. Δεν υπάρχει αιωνιότητα. Ο άνθρωπος αντέστρεψε την εικόνα του δέντρου της ζωής και των κλημάτων. Έγινε ο ίδιος δέντρο ζωής και κατέστησε τον Θεό κλήματα. Έναν Θεό εκεί που δεν φαίνεται…..

 

Ηρακλής Φίλιος

(e-mail:filios@trikalabiz.gr)