Σχολική βία: Η μάστιγα της εποχής μας

Η σχολική βία και εγκληματικότητα έχει λάβει τον τελευταίο καιρό τρομακτικές διαστάσεις. Καθημερινά, ενημερωνόμαστε για νέα περιστατικά βίας που εκτυλίσσονται μέσα στον χώρο του σχολείου ή πέριξ αυτού και αφορούν, κυρίως, μαθητές και εκπαιδευτικούς. Αναμφισβήτητα, η βία αποτελεί ένα φαινόμενο κοινωνικής παθογένειας, μία κατάσταση απ’ την οποία νοσεί ολόκληρη η κοινωνία.  Ένα κοινωνικό σύνολο που απαρτίζεται από ανήλικους οι οποίοι παραβατούν, φυσικά και δεν ευημερεί… Τουναντίον! Οπισθοδρομεί.

Ποιες, όμως, μπορεί να είναι οι αιτίες αυτής της βίαιης συμπεριφοράς που εκδηλώνεται στην παιδική ηλικία και σε ποιο περιβάλλον χρειάζεται να τις αναζητήσουμε; Τι νιώθει ακριβώς ένα παιδί, ένας μαθητής ή μία μαθήτρια πριν προβεί σε κάποια παραβατική πράξη;

Η βίαιη συμπεριφορά των ανήλικων μαθητών απέναντι στους συμμαθητές και τους καθηγητές τους είναι ένα πολυδιάστατο φαινόμενο που οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, τόσο κοινωνικούς όσο και ψυχολογικούς.

Αρχικά, οφείλουμε να “διεισδύσουμε” στο οικογενειακό περιβάλλον του παραβατικού παιδιού.  Άλλωστε, η οικογένεια είναι το πρώτο πλαίσιο αγωγής και κοινωνικοποίησης του παιδιού και οι εμπειρίες που βιώνει μέσα σε αυτήν επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την ψυχολογική του ανάπτυξη. Ενδοοικογενειακή βία, παραμέληση, διαζύγιο ή έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ γονέων και παιδιών μπορεί να οδηγήσουν στην εκδήλωση βίαιων συμπεριφορών στο σχολείο. Η έλλειψη υποστήριξης, αγάπης ή καθοδήγησης μπορεί να δημιουργήσει συναισθηματική ανασφάλεια και απογοήτευση, τα οποία εκφράζονται με επιθετικότητα. Επιπρόσθετα, οι κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες που μπορεί να υπάρχουν μέσα στην οικογένεια ενδέχεται να “πυροδοτήσουν” μία υφέρπουσα παραβατική συμπεριφορά.

Τα παιδιά που προέρχονται από οικογένειες με χαμηλό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, ίσως, να βιώνουν έντονο στρες ή ακόμα και κοινωνικό αποκλεισμό. Η βία μπορεί να αποτελέσει τρόπο έκφρασης αυτής της απογοήτευσης και της προσπάθειας διεκδίκησης μιας θέσης στην κοινωνία. Η φτώχεια, η ανεργία των γονέων ή οι κοινωνικές διακρίσεις μπορούν να αυξήσουν την πιθανότητα παραβατικής συμπεριφοράς.

Το σχολείο ως δευτερογενής (μετά την οικογένεια) φορέας αγωγής και χώρος κοινωνικοποίησης μπορεί να ενισχύσει ή να αποτρέψει παραβατικές συμπεριφορές. Σε σχολεία όπου υπάρχει έλλειψη πειθαρχίας, αρνητικές σχέσεις με τους δασκάλους ή ένα αίσθημα ατιμωρησίας, οι μαθητές ενδέχεται να αισθάνονται ότι δεν υπάρχουν συνέπειες για τη βίαιη συμπεριφορά τους. Αντίθετα, η ύπαρξη ενός ανταγωνιστικού και αυστηρού κλίματος μπορεί να προκαλέσει ένταση και άγχος, με αποτέλεσμα την αύξηση της επιθετικότητας. Επιπλέον, η επιρροή των συνομηλίκων είναι καθοριστική στην εφηβική ηλικία. Πολλοί μαθητές συμμετέχουν σε βίαιες πράξεις, για να κερδίσουν την αποδοχή της ομάδας τους, είτε λόγω φόβου αποκλεισμού είτε λόγω του ότι η επιθετικότητα παρουσιάζεται ως «κανόνας» μέσα στην ομάδα. Η ανάγκη να «ταιριάξουν» ή να επιβεβαιώσουν την ταυτότητά τους μπορεί να οδηγήσει σε ακραίες συμπεριφορές. Έτσι, επιτίθενται λεκτικά ή σωματικά σε συμμαθητές τους ή καθηγητές τους. Οι λόγοι πολλοί. Για τους υπολοίπους ανούσιοι , για τους ανήλικους παραβάτες, όμως, σημαντικοί και μετρήσιμοι. Για παράδειγμα, κάποιος μαθητής μπορεί να είναι βίαιος απέναντι σε κάποιο συμμαθητή του, επειδή εκείνος, ίσως, είναι καλύτερος από αυτόν σε επίπεδο βαθμολογίας ή στην εμφάνιση ή και ακόμη επειδή έχει περισσότερες “επιτυχίες” στο άλλο φύλο. Απέναντι στους καθηγητές , αρκετοί μαθητές είναι επιθετικοί, επειδή, ίσως, τους έγιναν συστάσεις γύρω από κάποιο ζήτημα και… φυσικά (!) ενοχλήθηκαν ή… “πληγώθηκε” ο εγωισμός τους.

Ακόμη και τα  σύγχρονα μέσα μαζικής ενημέρωσης , αλλά και η τεχνολογία έχουν επηρεάσει σημαντικά τη συμπεριφορά των παιδιών. Βιντεοπαιχνίδια με βίαιο περιεχόμενο, τηλεοπτικές εκπομπές και διαδικτυακά βίντεο που προωθούν την επιθετικότητα ή την αδιαφορία για τις συνέπειες μπορούν να ενθαρρύνουν ανήλικους να μιμηθούν τέτοιες συμπεριφορές. Επιπλέον, τα κοινωνικά δίκτυα, πολλές φορές, προωθούν συγκρούσεις και διακρίσεις, ενισχύοντας την ανάγκη για «επίδειξη» ή την επιθυμία του «ανήκειν» σε μια ομάδα μέσω επιθετικών πράξεων.

Ορισμένοι μαθητές που επιδεικνύουν βίαιες συμπεριφορές μπορεί να αντιμετωπίζουν ψυχολογικά προβλήματα, όπως κατάθλιψη, άγχος ή διαταραχές συμπεριφοράς. Η συναισθηματική απομόνωση ή η αίσθηση αποτυχίας εντός του σχολικού περιβάλλοντος μπορεί να εντείνει την ανάγκη για επιθετική εκτόνωση. Επιπλέον, μαθητές που νιώθουν ότι δεν ταιριάζουν στη μαθητική κοινότητα που είναι ενταγμένοι ή νιώθουν περιθωριοποιημένοι, συχνά, εκφράζουν την απογοήτευσή τους με βίαιο τρόπο.

Πολλοί ανήλικοι δεν έχουν μάθει πώς να διαχειρίζονται αποτελεσματικά τα συναισθήματά τους, όπως θυμό, άγχος ή απογοήτευση. Αντί να επιλύσουν τις συγκρούσεις μέσω διαλόγου ή άλλων θετικών τρόπων, καταφεύγουν στη βία. Η έλλειψη εκπαίδευσης σε θέματα συναισθηματικής νοημοσύνης μπορεί να ενισχύσει τέτοιες συμπεριφορές.

Συνοψίζοντας, θα λέγαμε πως η βίαιη συμπεριφορά των ανήλικων μαθητών είναι αποτέλεσμα μιας σύνθετης αλληλεπίδρασης κοινωνικών, οικογενειακών και ατομικών παραγόντων. Η βία είναι, σίγουρα, κατακριτέα σε όλες της τις μορφές και τις εκφάνσεις.

Η αντιμετώπιση του προβλήματος της νεανικής παραβατικότητας απαιτεί συντονισμένη δράση τόσο από τις οικογένειες, τα σχολεία, όσο και από την κοινωνία ευρύτερα, προκειμένου να προσφερθεί στα παιδιά ένα υποστηρικτικό, ασφαλές και παιδαγωγικό περιβάλλον. Κρίνεται απαραίτητη η συνεργασία των εκπαιδευτικών με εξειδικευμένους ψυχολόγους και παιδοψυχολόγους μέσα στις σχολικές μονάδες, οι οποίοι θα συμβάλλουν καθοριστικά στην αντιμετώπιση των φαινομένων της νεανικής παραβατικότητας.

 

    Μάντζαρη Στυλιανή

 

Κλασική φιλόλογος, Απόφοιτος Α.Π.Θ.

MSc: Γλωσσικές Διαταραχές & Εκπαιδευτική Παρέμβαση (Ειδική Αγωγή Α.Π.Θ.)

MSc in Robotics , Διεθνές Πανεπιστήμιο Σερρών