Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος: Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Ορθόδοξης Εκκλησίας (2016).

Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος δεν πρόκειται για μία Οικουμενική Σύνοδο [1], όπως ονομάστηκαν αυτές των πρώτων αιώνων στην ιστορία της Εκκλησίας, δηλαδή υπό αυτή την έννοια. Αυτό επουδενί δεν μειώνει τον ρόλο και την σημασία της στο ορθόδοξο και παγκόσμιο στερέωμα, αλλά δεν απεμπολεί και την οικουμενικότητά της. Η ίδια καθίσταται μοναδική ευκαιρία για να διατρανωθεί η ενότητα της Εκκλησίας και η έκφραση του ενιαίου λόγου της στο σύγχρονο κόσμο [2].

Ο συνοδικός θεσμός είναι αχώριστος από την ζωή της Εκκλησίας. Τούτο επιβεβαιώνει και η ρήση του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου, ‘’ἐκκλησία γάρ συστήματος καί συνόδου ἐστίν ὄνομα’’ [3]. Εξάλλου, δεν υφίσταται Εκκλησία χωρίς Σύνοδο, καθότι σε μία τέτοια περίπτωση η Εκκλησία μπορεί να έχει μόνο θεσμικό ρόλο, χωρίς όμως να είναι Εκκλησία [4]. Για την ορθόδοξη θεολογία ο συνοδικός θεσμός αποτελεί τον κορμό της διοίκησης και της κανονικής δομής της Εκκλησίας [5]. Στον βίο της Εκκλησίας είναι πραγματικά θεμελιώδης, διότι με τον τρόπο αυτό εκδηλώνεται σαφέστατα ο χαρακτήρας της ως κοινωνίας και λύνονται τα προβλήματα που ανακύπτουν [6].

Κύρια αποστολή της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου υπήρξε η αντιμετώπιση των σοβαρών εσωτερικών κανονικών ζητημάτων στη λειτουργία των διορθόδοξων σχέσεων από τις επαχθείς συνέπειες των εθνικιστικών ή και εθνοφυλετικών παροξυσμών των απελευθεροθέντων από τον τουρκικό ζυγό κατά τον 19ο αιώνα ορθοδόξων λαών και στον χώρο της Εκκλησίας κατά τον 19ο αιώνα [7]. Υπήρξε αναγκαία και χρειαζόταν να καταστεί δεδομένη η σύγχρονη αντίληψη των δομών του κόσμου της μετανεωτερικής (postmodernity) εποχής, των αναγκών και ων προκλήσεων του. Μία μουσειακή θεώρηση του σύγχρονου κόσμου, ως αδιάλλακτη και προσηλωμένη στάση στο γράμμα του ‘’νόμου’’ και όχι στο ‘’πνεύμα’’ του νόμου, θα υποδούλωνε για μία ακόμη φορά την Εκκλησία, η οποία πλέον ως έρμαιο μιας παρελθοντικής ιστορικής λαγνείας, θα αδυνατούσε να ερμηνεύσει τις σχέσεις μεταξύ των ορθόδοξων Εκκλησιών και να ανταποκριθεί σε νέα καλέσματα της ιστορικής πραγματικότητας. Με άλλα λόγια το σκηνικό που είχε ήδη μπροστά της η Σύνοδος αφορούσε τη βία που ασκείται στο όνομα της θρησκείας, στον κίνδυνο που προκύπτει μέσα από την εκκοσμίκευση των χριστιανικών κοινωνιών, τον εξοβελισμό των πνευματικών αρχών του ευαγγελίου από τη ζωή των ανθρώπων [8].

 Όλα αυτά βέβαια αντιμετωπίστηκαν στη Σύνοδο υπό το πρίσμα της Αγίας Γραφής, της λειτουργικής, κανονικής, συνοδικής και πατερικής παράδοσης, που θα επιβεβαιώσουν την αυτοσυνειδησία της Ορθόδοξης Εκκλησίας και θα διακηρύξουν και πραγματώσουν συνάμα της ενότητα των Εκκλησιών [9].

(συνεχίζεται)

 

Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (θεολόγος, βαλκανιολόγος)

Εφημέριος Διάβας Ι.Μ. Σταγών & Μετεώρων

 

Υποσημειώσεις:

[1] Η θεματολογία και ο σκοπός σύγκλησης της προσδιορίζουν τον χαρακτήρα της ως Αγίας και Μεγάλης Συνόδου και όχι ως Οικουμενικής. Βλ. Χρυσοστόμου Κωνσταντινίδη, Μητροπολίτου Μύρων, Ορθόδοξοι Κατόψεις, Τόμος Β’, Εκδόσεις Τέρτιος, Κατερίνη 1990, σσ. 159-166. Πρβλ. Ελπιδοφόρου Λαμπρυνιάδη, Η επόμενη Αγία και Μεγάλη Σύνοδος. Θεματολογία -προβληματισμοί. Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Η Ορθόδοξη Θεολογία στον 21ο αιώνα. Πρακτικά 8ου Διεθνούς Συνεδρίου Ορθοδόξου Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 21-25 Μαΐου 2018, Τόμος Α’, Θεσσαλονίκη 2021, σ. 79.

[2] Γεωργίου Μαρτζέλου, Η αναγκαιότητα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδοξίας για την αντιμετώπιση των σύγχρονων προκλήσεων, Θεολογία, Τριμηνιαία έκδοση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, Τόμος 86, 2015, Τεύχος 4, σ. 11.

[3] PG 55, 493 και PG 61,13.

[4] Pantelis Kalaitzidis, The Holy and Great Council of the Orthodox Church between synodal inertia and great expectations, Peeters Publishers Leuven 2020, p. 85.

[5] Ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας διατυπώνει τον προβληματισμό του σχετικά με την θέση του συνοδικού θεσμού στις μέρες μας στη ζωή της Εκκλησίας. ‘’Ο συνοδικός θεσμός, συνεπώς, δεν είναι όπως ατυχώς έχει καταντήσει στις μέρες μας, ένα διοικητικό όργανο, που ασχολείται με ‘’τρέχοντα’’ θέματα διοικήσεως της Εκκλησίας. Έργο και ευθύνη του είναι να αποφαίνεται και για δογματικά ζητήματα, και να μην τα αφήνει στις ‘’Θεολογικές Σχολές’’ ή στους οποιουσδήποτε ‘’ομολογητές’’ της πίστεως, καθώς και να ασκεί την οικονομία, όταν το κρίνει αναγκαίο. Βλ. σχετικά Μητροπολίτου Γέροντος Περγάμου Ιωάννου, Κόσμου Λύτρον, Εκδόσεις Ευεργέτις, Μέγαρα 2014, σ. 161.

[6] Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, 11ος Τόμος, Αθήνα 1967, σ. 574.

[7] Βλασίου Ιω. Φειδά, Εκκλησιολογία μεταξύ Χριστολογίας και Πνευματολογίας υπό το φως της πατερικής παραδόσεως, Αθήνα 2018, σ. 497.

[8] Γεωργίου Μαρτζέλου, Η αναγκαιότητα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδοξίας για την αντιμετώπιση των σύγχρονων προκλήσεων, Θεολογία, Τριμηνιαία έκδοση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, Τόμος 86, 2015, Τεύχος 4, σ. 8.

[9] Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος δεν δημιούργησε δική της εκκλησιολογία, αλλά συνεκλήθη πιστή στις εκκλησιολογικές αρχές της πατερικής παράδοσης. Βλ. σχετικά Μητροπολίτου Μεσσηνίας Χρυσόστομου Σαββάτου, Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἔκφρασις τῆς συνοδικής αὐτοσυνειδησίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Αθήνα 2017, σ. 50. Πρβλ. Βλασίου Ιω. Φειδά, Εκκλησιολογία μεταξύ Χριστολογίας και Πνευματολογίας υπό το φως της πατερικής παραδόσεως, Αθήνα 2018, σσ. 514, 539.