“Ντεμπούτο Μικέλη”

mikelis xatzigakis

Το Ψευτοδίλημμα Ευρώ – Δραχμή

*Του Μικέλη Σωτ. Χατζηγάκη

Το ψευτοδίλημμα ευρώ ή δραχμή αποτελεί μια παλιά αριστερή εμμονή που δεν στοιχίζεται στην σημερινή πραγματικότητα. Συντηρείται, επίσης,για εσωτερική κατανάλωση ενώ ουσιαστικάσυμβάλλει αρνητικάστον δημόσιο διάλογο σχετικά με το μέλλον της Ελληνικής οικονομίας.

To γεγονός ότι σχεδόν οι μισοί ψηφοφόροι ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ είναι υπέρ της επιστροφής στο εθνικό νόμισμα (Δημοσκόπηση Marc Μάρτιος 2015)εξηγεί, εν μέρη,την προσπάθεια του κυβερνητικού συνασπισμού να “χαιδέψει” αυτό το μπλοκ ψηφοφόρων.

Αλλά και το γεγονός ότι ένα μεγάλο κομμάτι πολιτών “θυμάται λειψά τον παλιό καλό καιρό της νομισματικής μας ανεξαρτησίας”, όπως αναφέρει ο Πάσχος Μανδραβέλης (Καθημερινή, 19.04.2015) τους ωθεί να εξάγουν εύκολα συμπεράσματα επηρεαζόμενοι από τις καθημερινές φωνές πολιτικών και δημοσιολογούντων στα κανάλια.Σε αυτό το άρθρο θα ήθελα να εξηγήσω γιατί η επιστροφή στην δραχμή θα ήταν ένα καταστροφικό σενάριο από οικονομικής, κοινωνικής και γεωπολιτικής πλευράς.

Ξανά, λοιπόν, τον τελευταίο καιρό έγινε της μόδας το σενάριο της εξόδου της Ελλάδος από το ευρώ και επιστροφής στη δραχμή. Η άποψη αυτή βασίζεται κυρίως στο επιχείρημα ότι μια τέτοια επιλογή, θα απελευθερώσει τη χώρα από τον ”ζουρλομανδύα” (του σκληρού νομίσματος) του ευρώ και θα την καταστήσει ανταγωνιστική με τη βίαιη -εκ των πραγμάτων- υποτίμηση του νομίσματος (της «νέας δραχμής»). Έτσι, η χώρα, όπως υποστηρίζουν, θα ανακτήσει την οικονομική της επάρκεια και ισορροπία, αντιμετωπίζοντας τελεσφόρα το εκρηκτικό πρόβλημα του ισοζυγίου πληρωμών της.
Απέναντι στην πρόταση αυτή στέκομαι με ιδιαίτερο σκεπτικισμό για τους εξής τρεις βασικούς λόγους.

Πρώτον: πως και σε ποιο χρονικό ορίζοντα θα μπορέσει να καταστεί η χώρα πιο ανταγωνιστική με τον ανύπαρκτο παραγωγικό της ιστό; Ποιός οικονομικός της κλάδος θα μπορούσε να επωφεληθεί αυτή τη χρονική περίοδο της υποτίμησης και να καταστεί ανταγωνιστικός; Και σε πόσο, άραγε, χρονικό διάστημα; Η Αργεντινή (είναι το παράδειγμα που χρησιμοποιείται συνήθως) όταν ΄΄απελευθερώθηκε΄΄ από το δολάριο με το οποίο είχε συνδεθεί διέθετε ένα γιγάντιο ανταγωνιστικό τομέα, τον αγροτοκτηνοτροφικό, (στον οποίο κατά βάση στηρίχθηκε η οικονομική της ανάπτυξη) και έτσι ανέκαμψε. Η Ελλάδα σε ποιούς τομείς της παραγωγικής της διαδικασίας θα μπορούσε να στηριχθεί, ώστε να αξιοποιηθεί το πλεονέκτημα της ανταγωνιστικότητας και ν’ αναπτυχθεί η οικονομία της;

Δεύτερον, μια τέτοια πολιτική θα πρέπει να γίνει αποδεκτή και από τον λαό. Γιατί, με την άμεση υποτίμηση που θα υποστεί το νόμισμά μας, οι πολίτες θα αντιμετωπίσουν μια δραματική μείωση της αγοραστικής τους δύναμης κατά τουλάχιστον 50%. Μερικοί υπολογίζουν το ποσοστό αυτό ακόμα μεγαλύτερουπενθυμίζοντας τις δύο δραχμικές υποτιμήσεις (15% περίπου κάθε μια), το 1983 και το 1985, οι οποίες μέχρι το 1988 είχαν προκαλέσει τη μείωση του μεριδίου των μισθών στο ΑΕΠ κατά 5% (από 71% σε 66%) και τη μείωση των κατώτατων πραγματικών αποδοχών το διάστημα 1984-1987 κατά 16%. Υπολογίζεται, επίσης,από τους ίδιους τους θιασώτες της δραχμής πως ο χρόνος ανάκαμψης μετά την υποτίμηση δεν μπορεί να είναι μικρότερος των δύο ετών. Σημειώνουμε, επιπλέον, πως από τη βίαιη αυτή προσαρμογή θα υπάρξουν ορισμένες κοινωνικές ομάδες οι οποίες θα ωφεληθούν υπέρμετρα και σε βάρος της συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτών, με αποτέλεσμα να υπάρξει ακόμα μεγαλύτερη διεύρυνση των ανισοτήτων και υποταγή στους ολίγους, που θα ωφεληθούν από την υποτίμηση. Το μεγαλύτερο ποσοστό του λαού μας θα προλερατοποιηθεί και κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει τη διόγκωση ακραίων πολιτικών και κοινωνικών φαινομένων, ιδιαίτερα επικίνδυνων για μια χώρα που βρίσκεται σε μια τόσο μεγάλη κρίση.

Τρίτον, η πρόταση για επιστροφή στην δραχμή δεν φαίνεται να συνυπολογίζει τον κρίσιμο γεωπολιτικό και γεωοικονομικό παράγοντά. Γιατί, η Ελλάδα δεν αποτελεί ένα μεμονωμένο «προστατευμένο νησί» της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά περιβάλλεται από πολλές –και μάλιστα όχι ιδιαίτερα φιλικές- χώρες, οι οποίες καραδοκούν και περιμένουν ένα ”στραβοπάτημά” της. Η έξοδος της χώρας μας από το ευρώ θα είχε, αναπόδραστα, σοβαρές επιπτώσεις και στο γενικότερο παγκόσμιο γεωπολιτικό και ευρωπαϊκό περιβάλλον και θα δημιουργούσε στην ίδια την ευρωζώνη- η οποίαπιθανώςνα αντιδρούσε έντονα-ισχυρούς κραδασμούς Σε μια εποχή, άλλωστε, παγκοσμιοποιημένη, όπου το «μεγάλο» επικρατεί παντού, και όπου ολόκληρος ο κόσμος συνασπίζεται σε ευρύτερες γεωπολιτικές ενότητες (Marκ Leonard, “The Geopolitics of 2026”, The Economist, 2006) θα ήταν επικίνδυνο, αν η Ελλάδα επιχειρούσε να απομακρυνθεί από την οικογένεια των ισχυρών κρατών, ακολουθώντας έναν μοναχικό δρόμο «κυνηγώντας χίμαιρες».

Τα χρόνια της δραχμής είναι πρόσφατη ιστορία και οι παλιότεροι δεν πρέπει να έχουν κοντή μνήμη. Aλλά και οι νεότεροι θα πρέπει να ενημερωθούν πληρέστερα και να σταθούν κριτικά απέναντι σε αυτούς που προσπαθούν να επηρεάσουν τα πράγματα για δικό τους όφελος.Συνεπώς, ο πραγματικός διάλογος θα πρέπει να περιστραφεί γύρω από τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις (π.χ. ιδιωτικοποιήσεις, δημόσια διοίκηση, ασφαλιστικό) που θα έβγαζαν την ελληνική οικονομία από το τέλμα και όχι γύρω από το δίλημμα ευρώ-δραχμή. Και δεδομένης της κρισιμότητας της κατάστασης δεν πρέπει να χάνουμε άλλο πολύτιμο χρόνο συζητώντας ψευτοδιλήμματα και μπερδεύοντας τους πολίτες, αλλά αμέσως να εστιάσουμε την προσοχή μας στα πραγματικά οικονομικά διλήμματα.

* Ο Μικέλης Σωτ. Χατζηγάκης (LSE, Fletcher School) είναι στέλεχος της Alpha Bank.

Σύντομο Βιογραφικό

Ο Μικέλης Σωτ.Χατζηγάκης είναι απόφοιτος του Κολλεγίου Αθηνών. Σπούδασε Οικονομικά στο London School of Economics (LSE)οπού έλαβε υποτροφία και αρίστευσε και έκανε το μεταπτυχιακό του στην Διπλωματία και στα Διεθνή Οικονομικά στο Fletcher School of Law and Diplomacy του πανεπιστημίου Tufts (Η.Π.Α), ακαδημαικό ίδρυμα απο το οποίο αποφοίτησε και ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής. Αρχικά εργάστηκε στη Ουάσιγκτον στο γραφείο του δημοκρατικού βουλευτή Πάτρικ Κένεντι, ανιψιό του πρώην Αμερικανού Προέδρου Τζον Κένεντι και γιος του πρώην Γερουσιαστή Τεντ Κένεντι, ως Political Aide και στην συνέχεια εργάστηκε ως σύμβουλος επιχειρήσεων στην Boston Consulting Group (BCG) στον τομέα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Κατά την διάρκεια της εργασίας του στην BCG συμμετείχε σε έργα στρατηγικής και οργανωτικής αναδιάρθρωσης των ελληνικών συστημικών τραπεζών αλλά και στις οικονομικές μελέτες που εκπόνησε η εταιρεία σε συνεργασία με τον ΙΟΒΕ και άλλα ιδρύματα. Από τον Μάρτιο του 2015 είναι επιτελικό στέλεχος της Alpha Bank. Έχει δημοσιεύσει άρθρα πάνω στα διεθνή οικονομικά και είναι συγγραφέας, μαζί με τον Σωτήρη Χατζηγάκη, του βιβλίου <<Κίνα 1978-2008: Στον άνεμο της αλλαγής>> (Εκδόσεις Καστανιώτη).

.