Kώστας Τζίκας: Ήμαρτον φιλαράκο

του Κώστα Τζίκα, πολιτικού μηχανικού

Μια παλιά, από τα φοιτητικά μου χρόνια, συνήθεια είναι η καθημερινή ακρόαση της αθλητικής και όχι μόνον  εκπομπής του Γιώργου Γεωργίου που έγινε γνωστός με τη φράση ‘’ ήμαρτον’’, συνοψίζοντας την απελπισία και την ξεχειλίζουσα αγανάκτηση για τα τεκταινόμενα στο χώρο του ποδοσφαίρου.

Μια έκφραση που έρχεται στο στόμα πολλών παρακολουθώντας όσα συμβαίνουν στην ελληνική πραγματικότητα. Είναι ουκ ολίγες οι φορές που κουβεντιάζοντας για όσα συμβαίνουν γύρω μας φτάνουμε σε αδιέξοδα προκειμένου να τα εξηγήσουμε με την κοινή λογική. Το χειρότερο όμως είναι όταν τα παράλογα γίνονται συνήθεια και εν τέλει φαντάζουν λογικά.

Παρακολουθώντας προ ημερών το ντέρμπι της αγαπημένης μου ΑΕΚ με τον δαφνοστεφανωμένο πρωταθλητή, βρέθηκα προ εκπλήξεως όταν είδα ΜΑΤ στις κερκίδες των επισήμων, σε αγώνα που λόγω της πανδημίας διεξάγετο κεκλεισμένων των θυρών. -Οποία έκπληξις, ψύλλοι στ’ άχυρα, αυτό σε πείραξε; μου αντέτεινε φίλος νομικός στην παρέα, που επέμεινε να με μεταπείσει με δικονομικά επιχειρήματα περί ασφάλειας. Το κράτος δηλαδή ξοδεύει δημόσιο χρήμα για ένα γεγονός που αφορά σε δύο ομάδες-ανώνυμες εταιρείες οι οποίες μάλιστα ακόμα κι όταν παρευρίσκονται φίλαθλοι υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν αναλαμβάνουν με ίδια έξοδα να τους φιλοξενήσουν και να τους προστατεύσουν. Είναι αυτονόητη η παρουσία και η ανάλωση κρατικών δυνάμεων και κονδυλίων για ένα τέτοιο γεγονός;

Η καθημερινότητα ωστόσο αποδεικνύεται ακόμα πιο σκληρή στον αγώνα με τη λογική και το σεβασμό δικαιωμάτων και συμπεριφορών. Την περασμένη εβδομάδα, έτυχα αυτόπτης μάρτυρας στην προσπάθεια οδηγού να παρκάρει σε θέση που μόλις άδειαζε μπροστά του. Αίφνης βρέθηκε αντιμέτωπος με την ιδιοκτήτρια παρακείμενου κρεοπωλείου που κατέλαβε τη θέση αυτοστιγμεί με ποδήλατο που άραζε στο πεζοδρόμιο, γιατί λέει η θέση εξυπηρετεί, άρα ανήκει, στο κατάστημά της. Τι κι αν διαμαρτυρήθηκε, τι κι αν προειδοποίησε ότι θα καλέσει την αστυνομία, η ίδια δεν συγκινήθηκε ούτε μετακίνησε το ποδήλατο, μάλλον δεν ήταν η πρώτη φορά που διαπληκτιζόταν με θιγόμενο οδηγό. Το φαινόμενο βέβαια είναι καθημερινό αφού πλείστες όσες επιχειρήσεις θεωρούν τις παρακείμενες θέσεις στάθμευσης δεδομένες και τις καταλαμβάνουν με γλάστρες, ταμπέλες,  παλέτες, ποδήλατα και ότι μπορεί κανείς να σκαρφιστεί. Είναι λύση η αυστηρή και αδιάκοπη αστυνόμευση; Είναι ουτοπία να ζητάμε συνειδητούς κι υπεύθυνους πολίτες;

Έχουν γραφεί πολλές ιστορίες καθημερινής τρέλας και παραλόγου στη χώρα που ζούμε και το παρόν κείμενο, μάλλον δεν κομίζει γλαύκα εις Αθήνας. Το δυστύχημα των παραδειγμάτων είναι ότι το παράλογο έχει γίνει συλλογική συνείδηση και συνήθεια σε κάθε έκφανση της κοινωνικής και πολιτικής μας ζωής. Έτσι προσπερνάμε εν ριπή οφθαλμού σκανδαλώδη νέα και καταστάσεις που συμβαίνουν γύρω μας θεωρώντας ότι δύσκολα θα αλλάξει κάτι προς το καλύτερο.

Η άνευ συναγωνισμού ακροαματικότητα της εκπομπής του Γιώργου Γεωργίου δεν είναι τυχαία. Στο καφενείο των φιλάθλων, λαός και Κολωνάκι γίνονται καθημερινά για δυο ώρες μια παρέα, που στο τέλος το ‘’ήμαρτον’’ του παρουσιαστή αγαλλιάζει άπαντες κι ένας κλαυσίγελος μένει ως επίγευση για όσα ουσιαστικά αλλά και γραφικά ακούγονται ως προβληματισμοί. Στη γλώσσα των οπαδών τα ανάμικτα συναισθήματα, οι σκοτούρες, οι ελπίδες κι οι χαρές της ομάδας τους έχουν περιληφθεί στο γνωστό σύνθημα ‘’όσο με πληγώνεις τόσο με πωρώνεις’’ (παραθέτω την κομψή βερσιόν). Καμιά φορά θαρρώ πως  ανάγλυφα καθρεφτίζει και τη σχέση μας με τούτο δω τον τόπο.