Tάσος Παππάς
«Δημόσιο συμφέρον, κοινό συμφέρον, εθνικό συμφέρον», με τις έννοιες αυτές «έπαιξε» κατά κόρον ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ. Η πρόθεση είναι εμφανής: Θέλει γύρω απ’ αυτούς τους όρους να οργανώσει μια ευρύτατη συναίνεση, προκειμένου να περάσουν ομαλά τα νέα επαχθή μέτρα. Στο ένα σκέλος του δραματικού διλήμματος είναι η κυβερνητική πολιτική που υπηρετεί, κατά την άποψη του κ. Παπανδρέου, το εθνικό συμφέρον και στο άλλο σκέλος είναι η καταστροφή της χώρας αν δεν βάλουμε πλάτη όλοι.
Πρόκειται για την κλασική μέθοδο που χρησιμοποιεί κάθε κυβέρνηση που έχει περιέλθει σε δύσκολη θέση και επιχειρεί να εκφοβίσει την κοινωνία. Κάθε καλοπροαίρετος άνθρωπος που δεν θέλει να δει την πατρίδα του να καταρρέει θα διάλεγε, φυσικά, να ταχθεί μ’ αυτούς που δηλώνουν ότι έχουν τη συνταγή για τη σωτηρία. Είναι, όμως, έτσι τα πράγματα;
Η πρόταση της κυβέρνησης είναι η μοναδική που κυκλοφορεί; Όχι φυσικά. Η αξιωματική αντιπολίτευση ισχυρίζεται ότι διαθέτει μια άλλη πλατφόρμα, η οποία -αν εφαρμοστεί- θα οδηγήσει σ’ ένα χρόνο στην έξοδο από την ύφεση και σε τρία χρόνια στην αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας. Το αν έχει δίκιο ή όχι δεν είναι δυνατόν να το κρίνουμε σήμερα. Μπορούμε, βεβαίως, να κάνουμε ορισμένες υποθέσεις για το πόσο σοβαρές είναι οι σχετικές επαγγελίες, αφού όμως λείπει το στοιχείο της πράξης νομιμοποιείται η ηγεσία της ΝΔ να υποστηρίζει ότι αυτή ξέρει πως θα βγούμε από τούνελ πιο γρήγορα και με τις λιγότερες απώλειες.
Το ΚΚΕ πιστεύει ότι όσο είμαστε στην Ευρωπαϊκή Ένωση και όσο υπάρχει καπιταλισμός στη χώρα, η οικονομία θα υφίσταται αλλεπάλληλες κρίσεις που θα κάνουν τους πλούσιους πλουσιότερους και του φτωχούς φτωχότερους.
Στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχει πανσπερμία απόψεων. Άλλοι ζητούν στάση πληρωμών προς τους δανειστές μας, άλλοι έξοδο από την ΟΝΕ, άλλοι και τα δύο ταυτοχρόνως, κάποιοι εισηγούνται να μην αναγνωρίσει η χώρα το χρέος που έχει και οι πιο ρεαλιστές πασχίζουν με συγκεκριμένες προτάσεις να αποδείξουν ότι η Αριστερά, εκτός από διαδηλώσεις, ξέρει να σχεδιάζει και πολιτικές που αφορούν τους πολίτες που δεν είναι διατεθειμένοι να περιμένουν την έλευση του σοσιαλισμού για να λυθούν τα προβλήματά τους. Πράγμα εξαιρετικά αμφίβολο, έτσι κι αλλιώς, αφού ο «σοσιαλισμός που γνωρίσαμε» κατέρρευσε μέσα σε μια νύχτα χωρίς ν’ ανοίξει μύτη.
Παραθέσαμε τα παραπάνω για να δείξουμε ότι δεν αντιλαμβάνονται όλα τα κόμματα με τον ίδιο τρόπο την έννοια του εθνικού συμφέροντος. Αυτό ισχύει και για τις διάφορες κοινωνικές ομάδες. Σε μια ταξική κοινωνία, όπου τα συμφέροντα των επί μέρους τάξεων είναι σε ευθεία σύγκρουση, δεν μπορείς να ζητάς να διαμορφωθεί ενιαία αντίληψη για το τι είναι καλό και τι είναι επιζήμιο. Είτε έχουμε να κάνουμε με σκόπιμη παρανάγνωση της πραγματικότητας είτε με αφελή προσέγγιση των κοινωνικών δεδομένων.
Άλλη είναι η στόχευση του κεφαλαίου και τελείως διαφορετική της εργατικής τάξης και των ανέργων. Ο βιομήχανος πιέζει για ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, για φοροαπαλλαγές, για κατάργηση των νόμων που περιορίζουν τις απολύσεις, για συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους, ενώ ο εργαζόμενος αγωνίζεται για να προστατεύσει το εισόδημά του, για αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας, για προνοιακές παροχές.
Στη φάση της παγκοσμιοποίησης, με την χρηματοπιστωτικη ελίτ να έχει το πάνω χέρι, ένας ιστορικός συμβιβασμός με το κράτος στο ρόλο του διαιτητή- σαν κι αυτόν που είχε επιτευχθεί τη «χρυσή εποχή» της Σοσιαλδημοκρατίας (1945-1980)- δεν είναι εφικτός.
Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι είναι δυνατόν να ομονοήσουν οι πάντες γύρω από το στόχο της μη χρεοκοπίας της χώρας. Πράγματι οι απλοί εργαζόμενοι, οι μικροκαταθέτες και οι μικροεπαγγελματίες δεν έχουν κανένα λόγο να θέλουν την επιστροφή στη δραχμή. Θα ήταν γι’ αυτούς ένα βαρύ πλήγμα που θα τους έφερνε πολλά χρόνια πίσω (δεκαετία του ‘60). Και πάλι καραδοκούν οι ενστάσεις.
Για παράδειγμα, στο πολιτικό επίπεδο υπάρχουν δυνάμεις (στο χώρο της αυταρχικής Αριστεράς), που δεν θεωρούν ότι η οικονομική καταστροφή είναι κάτι φοβερό. Κατά την εκτίμηση τους (και την ελπίδα τους), η κατάρρευση θα προκαλέσει τη ριζοσπαστικοποίηση των μαζών, οι οποίες θα συνειδητοποιήσουν ότι ο καπιταλισμός είναι ένα αδηφάγο και αυτοκαταστροφικό σύστημα και, συνεπώς, θα υποχρεωθούν να απεγκλωβιστούν από τις μικροαστικές αυταπάτες τους, αναζητώντας εκείνες τις λύσεις που θα τον υπερβαίνουν, τοποθετώντας τον οριστικώς στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.
Η ιστορία, βεβαίως, δεν έχει δικαιώσει αυτού του τύπου τις αναλύσεις, αλλά ουδείς έχει το δικαίωμα να απαγορεύσει στον οποιονδήποτε να αισιοδοξεί και να προσπαθεί.
Με την ιδέα της καταστροφής ερωτοτροπούν ανοικτά οι ξένοι σπεκουλαδόροι και το κομπραδόρικο κομμάτι της εγχώριας άρχουσας τάξης. Αναφερόμαστε σ’ αυτούς που έχουν φροντίσει να βγάλουν τα κεφάλαια τους στο εξωτερικό και περιμένουν σαν τις κόμπρες, πότε η χώρα θα επιστρέψει στη δραχμή, για να χτυπήσουν αγοράζοντας κοψοχρονιά ό,τι θα πωλείται. Και μην έχετε καμία αμφιβολία: Τότε θα πωλούνται τα πάντα. Τηρουμένων των αναλογιών είναι η περίπτωση των μαυραγοριτών της κατοχής που εκμεταλλεύτηκαν την ανέχεια των πολιτών και βρέθηκαν μετά την απελευθέρωση με τεράστια ποσά και μεγάλες ιδιοκτησίες στην κατοχή τους, σχηματίζοντας τη νέα αστική τάξη της χώρας.
Κοντολογίς: Τα περί εθνικού συμφέροντος και συστράτευσης όλων για να κερδίσει τη μάχη της επιβίωσης η Ελλάδα είναι απλώς ωραίες κουβέντες. Οι πόλεμοι κερδίζονται από εμπνευσμένες ηγεσίες που έχουν σχέδιο, αποφασισμένο στράτευμα, εφεδρείες, καθαρές συμμαχίες και ξέρουν ποιός είναι ο εχθρός. Υπάρχει κάτι απ’ όλα αυτά στο μυαλό του πρωθιερέα της κυβέρνησης;