Ηρακλής Φίλιος : Μπακούνιν, αναρχισμός κι ευσεβισμός

Bakunin

Αντιθέσεις. Αντιθέσεις με μοναδικό χάρισμα. Αυτό της σύνθεσης. Το ξένο προς το όμοιο. Το διαφορετικό προς το δεδομένο.Αντιθέσεις που συνεφέρουν το οικοδόμημα της λογικοκρατίας και της εγωιστικής βούλησης, χωρίς να τα απομυθοποιούν, αλλά κρατώντας την αλήθεια τους, τα εκκεντρίζουν στον Χριστό.

Σκέφτηκες ποτέ πως οι πιο γνωστοί άθεοι αν δεν υπερεκτιμούσαν τις νοησιαρχικές τους αντιλήψεις και τις υπερδυνάμεις του νου και της σκέψης (κάτι σαν τον «υπεράνθρωπο» του Nietzsche) θα ήταν οι πιο θερμοί και συνειδητοί πιστοί άνθρωποι; Αν βάφτιζαν τη φιλοσοφία τους και τις ιδεολογίες τους στην αλήθεια του ευαγγελικού και πατερικού λόγου και την αρωμάτιζαν με θυμίαμα αγιοπνευματικής έκστασης, έχω την εντύπωση πως οι ανησυχίες τους, θα συναντούσαν τη θεότητα του Θεανθρώπου, τη θεομητρότητα της Παναγίας και τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Έτσι θα ολοκληρώνονταν εν Χριστώ. Και τα συγγράμματα τους θα ήταν μία πραγματικά απίστευτη μεθυστική πανδαισία στη ζωή, τον έρωτα και το θάνατο.Και ο λόγος τους θα συναντούσε τον λόγο των Πατέρων της εκκλησίας. Ο λόγος του στοχασμού και ο λόγος του αγιασμού.

Πιστεύω πως μπορεί να συνυπάρξει η αλήθεια του Θεανθρώπου, με την επανάσταση του Μπακούνιν, την αισθητική του ωραίου του Πλωτίνου, τον «Εδωνά Είναι» του M.Heidegger, την κριτική των ιδεών του Marx, και το Υπερεγώ του Freud. Και πως μπορεί κάποιος να συνδέσει τη θεολογία της ορθόδοξης ανατολής με την ιδεολογία του Μπακούνιν ή τη φιλοσοφία του Νίτσε; Είναι άξιο αναφοράς ένα κείμενο του Μ. Βασιλείου που απευθύνεται στους νέους. Στο κείμενο (κι εδώ θα το χρησιμοποιήσω αλληγορικά και σχετικά με τις παραπάνω θέσεις των φιλοσόφων, αλλά και του άρθρου), ο Μ. Βασίλειος δεν δαιμονοποιεί κι εξορκίζει τη θύραθεν φιλοσοφία, αλλά προτρέπει τους νέους να διαβάζουν τα συγγράμματα των αρχαίων φιλοσόφων και να παίρνουν απ’ αυτά ό,τι τους χρειάζεται.
Αναφερόμενος μάλιστα με παραβολικό τρόπο, αναφέρει τα εξής υπέροχα και «ανατρεπτικά»: «Πρέπει λοιπόν, αυτά τα συγγράμματα να τα σπουδάζουμε ακολουθώντας το παράδειγμα των μελισσών. Οι μέλισσες δεν πετάνε σε όλα τα λουλούδια με τον ίδιο τρόπο. Κι όπου καθίσουν, δεν κοιτάνε να τα πάρουν όλα. Παίρνουν μονάχα όσο χρειάζεται στη δουλειά τους και το υπόλοιπο το παρατούν και φεύγουν. Έτσι κι εμείς, αν είμαστε φρόνιμοι θα πάρουμε απ’ αυτά τα κείμενα ό,τι συγγενεύει με την αλήθεια και μας χρειάζεται και τα υπόλοιπα θα τα αφήσουμε πίσω μας».Έτσι, και η ιδεολογία του Μπακούνιν και του κάθε «άλλου» που δεν ενστερνίζεται τη θεολογία της ορθόδοξης ανατολής, αποτελεί ένα λουλούδι από το οποίο ο καθένας με κριτήριο την δική του προσωπική διάθεση και κριτική σκέψη, δύναται να συλλάβει αλήθειες, αρχές και θέσεις που στη ζωή θα του φανούν χρήσιμες ώστε και να αποκτήσει ισορροπίες, αλλά και να καταφέρει να προσεγγίσει τα υπαρξιακά ζητήματα.
Δυστυχώς ένα ισχυρό μέρος «τζιχαντιστών» χριστιανών, στη σύγχρονη εποχήβλέπει παντού αμαρτωλές σκιές και φαντάσματα. Χάος, αμαρτία, κακό και τίποτε άλλο. Σκανδαλίζονται με φιλοσοφίες που δεν μιλάνε για Χριστό, ξέχασαν ή μάλλον αρνήθηκαν να ζήσουν τη ζωή τους. Και για να αυτοδικαιωθούν, καταδίκασαν ξένες φιλοσοφίες, ζωές άλλων. Κρίνουν για να ικανοποιήσουν την αυταρέσκεια τους και καλύπτουν κόμπλεξ και ανασφάλειες με διχαστικούς αφορισμούς. Και για να υπάρξουν οι ίδιοι, «σκότωσαν» τις ζωές των άλλων ή διείδαν την αλήθεια μισή, μέσα από τη μπούργκα της ανυπαρξίας τους. Πασχίζουν με εμφανή εμπάθεια να βγουν από τη ζωή που τους έμαθαν ή μάλλον τους επέβαλαν να ζήσουν, την αρνούνται, αλλά την υιοθετούν μη μπορώντας να συγκρίνουν άλλες ζωές, άλλες καταστάσεις και να επιλέξουν αναλόγως.

Αυτοτυφλώθηκαν για να μην «αμαρτήσουν» και γίνουν για άλλη μία φορά αναπόσπαστα μέρη ενός νοσηρού ευσεβισμού και ηθικισμού που αποκόπτει την αλήθεια από το δόγμα και δογματίζει αρνούμενο την αλήθεια. Καρδιά χωρίς αγάπη. Ψυχή χωρίς Θεό. Μάτια χωρίς σιωπές. Δάκρυα χωρίς μετάνοια. Χείλη χωρίς ευχή. Σώμα χωρίς αίσθηση.Φίλημα χωρίς χάδι. Άγγιγμα χωρίς έρωτα. Ανάσα χωρίς πάθος. Γεύση χωρίς έρωτα.Το τραγικό της υπαρξιακής τους αφασίας, μοιάζει με αυτήν την αληθινή αγωνία που εξέφρασε ο Nietzsche βέβαιαγια τον έρωτα. Ότι δηλαδή «ο χριστιανισμός έδωσε στον έρωτα να πιει δηλητήριο και ο έρωτας, αν και δεν πέθανε από αυτό, όμως εκφυλίστηκε σε ελάττωμα». Έτσι λοιπόν κάθε τι άλλο, ξένο προς τις αυταρχικές τους απαιτήσεις που δογματίζουν, γίνεται ελάττωμα.
Και βέβαια εκείνοι στους οποίους εμφωλεύουν τάσεις επιβλητικής ωραιοπάθειας και ναρκισσιστικής αυτό – ευλάβειας, είναι συνήθως άνθρωποι των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων που σαν καρκινώματα κάνουν μετάσταση στο εκκλησιαστικό σώμα (ως σύνολο, ως μέρος συνοχής) και παλαιοημερολογίτες. Ένα ευσεβιστικό στοιχείο που «δεν μπορεί να ζήσει τη δική του ζωή, παλεύει να ερημώσει τις ζωές των άλλων και καταφέρνει μία σχεδόν ολική αφαίμαξη εντός των ορίων της εκκλησίας» σύμφωνα με τον ακαδημαϊκό Χρυσόστομο Σταμούλη.
Είναι γεγονός πως ο άνθρωπος του ευσεβισμού και του ηθικισμού, σκανδαλιζόμενος από θέματα ξένα προς τη δική του θεώρηση, και πασχίζοντας ως μέγας ηθικιστής να υπερασπιστεί υποκριτικά το ζήτημα της καθαρότητας (έτσι ξεκίνησαν ο Άρειος, ο Νεστόριος κ.ά.) της πίστεως και της ζωής του, εν τέλει υποβαθμίζει τον ίδιο τον Θεό. Δεν χωράει στο νου του η ύπαρξη άλλων ιδεών, «αμαρτωλών» θεωριών και αρχών, παράλληλα με την αλήθεια και πνευματικότητα της θεολογίας της ορθόδοξης ανατολής, η οποία ποτέ δεν διαιρεί, αλλά συνθέτει. Και ο σεβασμός και η σύνθεση ως όροι, είναι γνωρίσματα του ελεύθερου ανθρώπου, πόσο μάλλον του χριστιανού. Η ορθόδοξη θεολογία σέβεται και μεταμορφώνει. Ανακαινίζει κάθε τι ξένο προς αυτήν και το ντύνει Χριστό. Δεν το αφορίζει, δεν το εξορκίζει.

Έτσι ο ευσεβιστής αρνείται νεστοριανικά την καθαρότητα άλλων φιλοσοφιών (ο Νεστόριος αρνούνταν ότι μία άνθρωπος η Παναγία μπορούσε να γεννήσει τον Θεό – ο ευσεβιστής αρνείται ότι μία ξένη φιλοσοφία προς την ορθόδοξη θεολογία, μπορεί να «γεννήσει» την αλήθεια και το «ιερό» – κατά το σχήμα σχέσης ιερού – βέβηλου). Για εκείνον μόνο η θεολογία σώζει, παραβλέποντας παράλληλα ιδιόμορφες και «ξένες» προς αυτήν φιλοσοφίες που έχουν παρόλαυτα τη δυνατότητα να ωθήσουν στο επέκεινα της ομοίωσης με το αρχέτυπο και στον αγιασμό μέσα από την αναζήτηση, τη γνώση και την υιοθέτηση.

Ο Ρώσος θεωρητικός του αναρχισμού Μιχαήλ Μπακούνινθεωρείται ο πατέρας των αναρχικών. Βέβαια ο πρώτος ιστορικά θεωρητικός του αναρχισμού ήταν ένας ιερέας προτεστάντης, ο WilliamGodwin.Ήταν 1 Ιουλίου 1876 όταν μία ανήσυχη μορφή έφευγε από την επίγεια ζωή, αφήνοντας πίσω της μία παρακαταθήκη που εντούτοις είναι παρεξηγημένη και σε αρκετά σημεία αποδυναμωμένη. Όμως μία μορφή σαν του Μιχαήλ, σπανίζει στις μέρες μας. Δεν ήταν απλά ένας άνθρωπος που δημιουργούσε επαναστάσεις, ένας αναρχικός που υπήρχε για να υπάρχει, που επαναστατούσε για να διαφέρει, που ήθελε να τον γράψει η ιστορία, που εναντιώθηκε στον Μαρξ από μαγκιά, στο κράτος και τον Θεό. Υπήρχε για να αμφισβητήσει, αναθεωρήσει και αλλάξει τους συσχετισμούς. Υπήρξε αληθινά μεγάλη μορφή κι αν εντρυφήσει κάποιος στα έργα του, θα διαπιστώσει την αγωνία του, αλλά και τη δυναμική του επέμβαση για ρήξη και ανατροπή. Μέσα από τη συνεχή δράση και την αλλαγή των κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών δομών.

Ήταν ο πρώτος θεωρητικός του αναρχισμού. Ενός επαναστατικού αναρχισμού που πέρα από θεωρητικές κατευθύνσεις και εντρυφήσεις σε θεωρητικά σχήματα, κατάφερε να εμπνεύσει και να ξεσηκώσει.Έλεγε χαρακτηριστικά πως «οι θεωρητικές αναζητήσεις, υποστηρίζει, ειδικά όταν είναι προσκολλημένες σε ορθολογικά μοτίβα, οδηγούν τη δράση σε αδιέξοδα και μεταμορφώνουν τους επαναστάτες σε δικτάτορες».Και ο ίδιος δεν επιδίωξε τον αφανισμό και τη διάλυση του κράτους, αλλά το εννοούσε με μία άλλη αντίληψη. Ήθελε να υπάρχει το κράτος, αλλά για τον λαό. Δεν έκανε λόγο για επιτακτική κατάλυση της δημοκρατίας (όπως οι σημερινοί βορειοπροαστιακοί αναρχικοί), αλλά αναγνωρίζοντας τις δυσχέρειες του λαού γράφει: «Όσο θα υπάρχουν κράτη, οι λαϊκές μάζες, ακόμα και στα πιο δημοκρατικά καθεστώτα, θα είναι πραγματικοί σκλάβοι, γιατί δεν θα εργάζονται για τη δική τους ευτυχία, αλλά για την κυριαρχία και τον πλουτισμό του κράτους» (μέρος της συζήτησης με τους εργάτες της Κοιλάδας του Saint-Imier).

Και τι είναι αναρχικός; Αυτό που έχει επικρατήσει ως «αυθεντική μαρτυρία», ως δεδομένη αλήθεια και επικρατέστερη εικόνα; Αυτό που δεν είναι και φαίνεται ή αυτό που είναι και δεν φαίνεται; Ο αναρχικός είναι κάτι διαφορετικό από την εικόνα που φαίνεται. Έτσι αντιστρέφεται με «αναρχικό» τρόπο αυτή η εικόνα και προβάλλει μία άλλη φυσιογνωμία. Εκείνη του επαναστάτη. Αυτό είναι και ο αναρχικός. Ένας «γνήσιος επαναστάτης» όπως ορίζει ο αείμνηστος ακαδημαϊκός καθηγητής Λιαντίνης, ο οποίος εξηγεί πως «ο γνήσιος τύπος του αναρχικού είναι η Αντιγόνη του Σοφοκλή, η οποία επαναστατεί και πάει κόντρα στο νόμο∙ ο Κρέων είναι η έκφραση του νόμου∙ εκφράζει το κράτος, εκφράζει τον τύπο, εκφράζει τους νόμους».

Και γίνεται αυτή η διασαφήνιση για το λόγο ότι οι σημερινοί αναρχικοί γίνονται καταστροφείς πολλές φορές από συνήθεια ή μία νεανική τρέλα και τάση καταστροφής και ισοπέδωσης. Βέβαια και επιβεβαίωσης της ρήξης με εκείνο που δεν είναι (ζουν και συχνάζουν στην Κηφισιά, στο Ψυχικό και στην Εκάλη – άντε να πίνουν και κανέναfreddo cappuccinoσε καφετέρια της Φωκίωνος Νέγρη στην Κυψέλη). Κι αυτό χωρίς να προτείνουν λύσεις. Αντίδραση για την αντίδραση κι όχι αντίδραση για το τίναγμα της στη φύση της άρνησης και της δημιουργίας. Καταστρέφουν τα πάντα, εναντιώνονται στο κράτος και σε κάθε μορφή εξουσίας, χωρίς να προτείνουν την «αντιεξουσία» της δικής τους ιδεολογίας. Ο γνήσιος εκφραστής της αναρχικής τάσης που θέλει τον λαό στην εξουσία και τάσσεται κατά κάθε μορφής αυτής, καθώς και εναντίων εξουσιαστικών κηδεμόνων είναι ο Μπακούνιν. Γράφει λοιπόν ο ίδιος: «Ο άνθρωπος δεν μπορεί να αισθάνεται και να ξέρει ότι είναι ελεύθερος – και επομένως δεν μπορεί να εκφράσει την ελευθερία που αισθάνεται – παρά μόνο ανάμεσα στους ανθρώπους. Για να είμαι ελεύθερος, έχω ανάγκη να βλέπω ότι με περιβάλλουν και με θεωρούν ως ελεύθερο, ελεύθεροι άνθρωποι. Η ελευθερία όλων δεν είναι ένα όριο για εμένα, όπως ισχυρίζονται οι ατομικιστές, αντίθετα, είναι η επιβεβαίωση, η απόδειξη και η ατελείωτη επέκταση».

Ο Μιχαήλ δεν επιδίωξε τη διάλυση των πάντων, την επικράτηση της αναρχίας και την υπονόμευση της δημοκρατίας. Δημοκρατία είναι ο λαός. Αρχή είναι ο λαός. Και αναρχία είναι η αμφισβήτηση της κυριαρχίας εκείνων που υποδούλωναν το λαό και τον υποτιμούσαν. Γι’ αυτό ο ίδιος επεσήμανε συνεχώς δύο πυλώνες για την ανατροπή των πάντων. Τη δύναμη της σκέψης του λαού και την ελευθερία του. Κι αυτές οι δύο αρχές ήταν οι μόνες που μπορούσαν να θεμελιώσουν την ισότητα και τη δικαιοσύνη μέσα από τη δημοκρατική διακυβέρνηση. Έτσι λοιπόν άστοχα και ανόητα κατηγορείται ο μέγας αυτός θεωρητικός (αλλά στην ουσία πρακτικός επαναστάτης) ότι είναι πατέρας των αναρχικών. Αλλά και να είναι, τότε του αξίζει ο τίτλος του γνήσιου εκφραστή του αναρχισμού.

Μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του ήταν το γεγονός της σύλληψης της ιδέας όχι απλά του αναρχισμού, αλλά ενός παγκόσμιου αναρχισμού, αφού ο ίδιος παρήγγειλε «τη διεθνή αλληλεγγύη των εργαζομένων κάθε επαγγέλματος και κάθε χώρας, των εργατικών μαζών κάθε γλώσσας και κάθε έθνους». Ο ίδιος αν και γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, δεν επαναπαύτηκε στην οικονομική ευρωστία των γονέων του, αλλά από νεανική κιόλας ηλικία άρχισε να εμβαθύνει στις ανησυχίες του, χωρίς να περνά ώρες και ώρες γράφοντας συγγράμματα, αλλά αγωνιζόμενος και δημιουργώντας μυστικές επαναστατικές οργανώσεις με σκοπό και μόνο το δίκαιο των αδυνάτων όλης της οικουμένης (έκανε τόσα ταξίδια σε χώρες του εξωτερικού). Ο Μιχαήλ φυλακίστηκε για τις ιδέες του. Ποτέ δεν έπαψε να δραστηριοποιείται στο ριζοσπαστικό κίνημα της Ευρώπης και ασκούσε μεγάλη επιρροή, πράγμα που οφειλόταν στο γεγονός ότι αντιμετωπιζόταν ο ίδιος από τους ευρωπαϊκούς κύκλους ως μια «ηθική προσωπικότητα παρά ως μια πνευματική αυθεντία».

Kατηγορείται ως άθεος και πολέμιος του Θεού. Έχω την αίσθηση πως το λάθος στο οποίο υπέπεσεκαι του αποδίδουν αυτό τον χαρακτηρισμό, ήταν ότι αντιμετώπισε άκαιρα και αφοριστικά τον Θεό (όπως και το κράτος) ως αρχή καταπιεστικής εξουσίας (τις αφορμές βέβαια τις είχε δώσει όντως η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία καθώς και τα μετέπειτα έκτροπα του ορθόδοξου κλήρου στη Ρωσία τον 20ο αιώνα) και ως μία καταπιεστική ταξική αρχή και μόνο. Αν και στο γνωστό του έργο «Θεός και Κράτος», αντιμετωπίζει τον Θεό ως κυρίαρχο δυνάστη απέναντι στον υποδουλωμένο λαό, εντούτοις το έργο του διαπνέεται από σπερματικές αλήθειες περί της θεότητας του Χριστού.
Το γεγονός λοιπόν της αντιμετώπισης του Θεού από τον Μπακούνιν ως δυνάστη Θεού, υπό το πρίσμα της κοινωνιολογικής προσέγγισης και της κοινωνιολογικών κριτηρίων και συσχετισμών στη βάση της εξουσίας – υποδούλωσης, θεωρώ πως είναι ένα ολίσθημα του ιδίου, που εντούτοις δεν μπορεί να αμαυρώσει την προσφορά του μέσα από τις επαναστατικές του ιδέες και ενέργειες για το δίκαιο του ευρωπαϊκού και οικουμενικού λαού.

Και σήμερα; Υπάρχει αντίδραση και αντίσταση σε κάθε καταπίεση που δέχεται ο άνθρωπος; Σε κάθε εθνική, θρησκευτική, πολιτική, κοινωνική, προσωπική καταπίεση; Αναδεικνύεται η ελευθερία του κάθε ανθρώπου μα περισσότερο ο σεβασμός της διαφορετικότητας του άλλου ή μήπως καταπιέζεται; Η αλήθεια είναι πως και σήμερα υπάρχει διάχυτη η καταπίεση.Αυτή την εξουσιαστική τάση δεν την εκπροσωπεί απαραίτητα το κράτος, αλλά και κάθε αυτοανακηρυσσόμενη προσωπικότητα ως αυθεντία που βελούδινα απαιτεί υπακοή. Και τότε καταντά προσωπικό και διαπροσωπικό θέμα καθώς στη ζωή του άλλου εμπλέκονται άνθρωποι που δεν θέλει και αρνείται να εμπλέκονται. Και εντοπίζεται παντού αυτή η συνήθεια, σε κάθε κοινωνία, σε κάθε χώρο, σε κάθε οικογένεια, σε κάθε σπίτι, σε κάθε τάξη, ομάδα και κοινωνικό σύνολο.

Η λύση είναι ανώφελο να αναζητηθεί στις ενέργειες της ισοπέδωσης που προβάλλουν οι αναρχικοί που εντούτοις, ως ιδεολογία ο αναρχισμός έχει βάσεις χρήσιμες και αν προσεγγίζονταν οι συνισταμένες του με διάκριση και θέληση για ανατροπή με σεβασμό, θα ήταν όντως μία μεγάλη και ωφέλιμη ιδεολογία. Η λύση δεν είναι να σπάσεις βιτρίνες, να κάψεις αυτοκίνητα, να θέσεις σε κίνδυνο τη ζωή άλλων συνανθρώπων, να απειλήσεις, να ανατινάξεις, να καταστρέψεις περιουσίες και να είσαι ο άρχοντας της Βίλας Αμαλίας.

Λύση είναι να ξεφύγεις από κάθε τι που επιχειρεί να σου κάνει πλύση εγκεφάλου για συγκεκριμένα πρόσωπα, ιδέες και συγκεκριμένες καταστάσεις. Να δραπετεύσεις από το ασφυκτικό περιβάλλον και πλαίσιο των πιέσεων που σημειώνονται σε διαπροσωπικό επίπεδο και δεν σέβονται την ελευθερία και τη θέληση σου. Για να υπάρξεις,κάνεις οριστική ρήξη με ό,τι σε πιέζει, σε εμποδίζει, σε ζαλίζει, σε πνίγει. Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να ορίζει τη ζωή σου και να χώνεται με θράσος σ’ αυτή αν δεν του το επιτρέψεις. Κανένας. Ποτέ. Κανένας και ποτέ.Κι όπως γράφει κι ένας τοίχος στη Βίλα Αμαλίας «όσοι σπέρνουν φόβο, θερίζουν οργή».Για να υπάρξεις (γιατί οι περισσότεροι σήμερα δεν υπάρχουν) θα έρθεις σε διαμάχη με το κατεστημένο της «αυθεντίας» και του «αλάθητου», θα επιμείνεις σε αυτή σου την τακτική που σε ελευθερώνει και υποδουλώνει τους άλλους.

Η επανάσταση έχει συγκεκριμένη επεξηγηματική και αφηγείται τη δράση ως ενέργειες κι όχι ως φληναφήματα. Όπως έλεγε και ο Μπακούνιν «αληθινοί επαναστάτες είναι εκείνοι που δεν έχουν να χάσουν τίποτε». Οι άλλοι είναι του καναπέ της κάθε Βίλας που σηματοδοτεί απλά μία αναλώσιμη οργή. Η αναρχία του Μπακούνιν και των άλλων συναγωνιστών του, είναι αναρχία ανατροπής μέσα από την αποκατάσταση και όχι την χαοτική ισοπέδωση.

Αρνούμαι να κλείσω με διθυραμβικούς λόγους. Αρνούμαι να συμβιβαστώ με καταστάσεις του «είναι», πόσο μάλλον του «πρέπει». Τα «πρέπει» τελείωσαν. Εκείνα που υπάρχουν και ζουν είναι τα «θέλω». Και στα «θέλω» ξεκινά η ελευθερία. Αρνούμαι να κυνηγήσω ό,τι δεν θέλω. Αρνούμαι να διεκδικήσω ό,τι δεν θέλω. Αρνούμαι να αναλωθώ σε ό,τι δεν άξιζε. Αρνούμαι να αποδεχτώ κάθε τι που δεν μου αρέσει.Αρνούμαι να δεχτώ ό,τι μου προσφέρεται. Αρνούμαι να συνδυαλαγώ με οποιονδήποτε με φθείρει. Αρνούμαι να υιοθετήσω το δεδομένο. Αρνούμαι να δεχτώ το «καθώς πρέπει». Αρνούμαι να συμβιβαστώ με ό,τι δεν θέλω. Αρνούμαι να αποδεχτώ αυτό που θέλουν να μου «περάσουν» με διλήμματα. Αρνούμαι οποιονδήποτε επιμένει σε αυτό που δεν θέλω και ποτέ δεν θα θελήσω. Αρνούμαι να ζήσω με τις επιταγές ενός κόσμου που ξέχασε να είναι ελεύθερος, να εκφράζεται ελεύθερα, να ζει ελεύθερα, να αγαπά αληθινά και να ερωτεύεται με ένταση. Θέλω να είμαι ελεύθερος και να αμφισβητώ. Να μην δέχομαι και να αντιδρώ. Να σκέφτομαι και να διακρίνω.Γιατί μόνο έτσι μαθαίνω. Γιατί μόνο έτσι ζω.Γεννιέσαι ελεύθερος, ζεις ελεύθερος, πεθαίνεις ελεύθερος.
Όσο η οικουμένη θα διαπνέεται από τη φιλοσοφία ενός ανθρώπου που περισσότερο αγωνίστηκε παρά έγραψε φιλοσοφίες, τόσο θα ζούμε στις νότες ενός πιστού φίλου του Μπακούνιν. ΤουCarl Friedrich Wagner.Καιαρεσκόμενοι στην υπέροχη αυτή ακουστική τουLohengrin, WWV 75, I: “Prelude” του Wagner,θα αγωνιζόμαστε για την ελευθερία, την άρνηση και την αμφισβήτηση. Εξάλλου όπως έλεγε και ο Μιχαήλ Μπακούνιν, «το πάθος για την καταστροφή, είναι και δημιουργικό πάθος», κάτι το οποίο στην πνευματική ζωή ανασταίνει τον άνθρωπο μέσα από την πτώση, τη φθορά, την αμαρτία και το θάνατο.
«Απ’ όλα που είναι γραμμένα, λογαριάζω μόνο εκείνα που τα έγραψε κανείς με το αίμα του. Γράφε με αίμα και θα μάθεις πως το αίμα είναι πνεύμα». (Nietzsche)

Ηρακλής Αθ. Φίλιος
([email protected])

.