Για δεκαετίες, η πολιτεία αδιαφορεί μπροστά στο μείζον πρόβλημα της λειψυδρίας. Παρά τις προειδοποιήσεις των επιστημόνων και τις επανειλημμένες εκκλήσεις για δράση, οι κυβερνήσεις επέλεξαν τη σιωπή και την αδράνεια. Τώρα, όταν οι συνέπειες της αδιαφορίας αυτής είναι αδιαμφισβήτητες, η πολιτεία επιλέγει να προχωρήσει στην εύκολη λύση: την αύξηση των τιμολογίων του νερού. Του πιο βασικού αγαθού, που δεν είναι πολυτέλεια αλλά ανάγκη για την επιβίωση.
Η κίνηση αυτή δημιουργεί εύλογες απορίες. Είναι απλά μια αντίδραση στην οικονομική δυσπραγία των δημοτικών εταιρειών ύδρευσης ή μήπως κρύβει κάτι βαθύτερο; Οι δημοτικές εταιρείες, πολλές από τις οποίες είναι υπερχρεωμένες και πασχίζουν να λειτουργήσουν βιώσιμα, βρίσκονται πλέον στο στόχαστρο. Αντί να υπάρξουν λύσεις για τη σωστή διαχείριση των υδάτινων πόρων και τη στήριξή τους, η πολιτεία προωθεί μια τακτική που ενισχύει τις υποψίες για μελλοντική ιδιωτικοποίηση του νερού.
Είδαμε το ίδιο σενάριο να ξεδιπλώνεται με το ηλεκτρικό ρεύμα, την κινητή τηλεφωνία και άλλες δημόσιες υπηρεσίες. Η πρόφαση ήταν πάντα η ίδια: «οι δημόσιες υπηρεσίες δεν είναι βιώσιμες, πρέπει να παρέμβει ο ιδιώτης». Αντί να υπάρξει σοβαρή διαχείριση και επενδύσεις στις υποδομές, επιλέγεται η εύκολη λύση της ιδιωτικοποίησης, με το κόστος να μετακυλίεται στον πολίτη.
Η συζήτηση για τις αυξήσεις στις τιμές του νερού δεν είναι απλώς μια δημοσιονομική ανάγκη. Πρόκειται για το πρώτο βήμα σε μια επικίνδυνη πορεία, όπου το νερό, ένα δικαίωμα όλων, μπορεί να γίνει ακόμη ένα εμπορεύσιμο προϊόν στα χέρια λίγων. Αν η κυβέρνηση πραγματικά ενδιαφέρεται για την προστασία των πολιτών και των φυσικών πόρων, ας βρει λύσεις που να διασφαλίζουν την πρόσβαση στο νερό για όλους, χωρίς να το παραδίδει στα χέρια ιδιωτών. Η υδάτινη κρίση δεν πρέπει να γίνει αφορμή για κερδοσκοπία.