Η 8η Μαρτίου είναι ημέρα αγώνα, όχι γιορτής

Η φετινή 8η Μάρτη μας βρίσκει σε μια διαφορετική συγκυρία σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Λίγο καιρό μετά την καταγγελία της Μπεκατώρου για τη σεξουαλική κακοποίησή της από στέλεχος της ομοσπονδίας ιστιοπλοΐας και ταυτόχρονα με τις δημόσιες καταγγελίες που έγιναν στον χώρο του θεάτρου, έρχεται στην επιφάνεια αυτό που πάνω κάτω ήδη γνωρίζαμε, ότι οι γυναίκες σε κάθε πτυχή της ζωής τους καταπιέζονται από κάποιον «ανώτερο», «διασημότερο», «ισχυρότερο» κλπ.

Η χρήση της εξουσίας και του κράτους ως μέσου για τη σεξουαλική καταπίεση φάνηκε ξεκάθαρα στην περίπτωση Λιγνάδη, πρώην διευθυντή του εθνικού θεάτρου, που κακοποιούσε και βίαζε κατ’ εξακολούθηση παιδιά προσφύγων και μαθητές του.

Είναι γνωστό και έχει αναδειχθεί από πολλές πλευρές πως η κυβέρνηση της ΝΔ επιχείρησε να συγκαλύψει την περίπτωση Λιγνάδη, δημιουργώντας ένα κλίμα τρομοκρατίας απέναντι στα θύματα. Οι δηλώσεις της χυδαίας υπεράσπισης του κατηγορούμενου περί «επαγγελματιών ομοφυλόφιλων» είναι ενδεικτικές και εξοργιστικές. Ταυτόχρονα η ελληνική ακροδεξιά επιχειρεί να πετάξει την μπάλα στην εξέδρα μιλώντας για εγκληματίες ομοφυλόφιλους αναπαράγοντας μια ακραία συντηρητική γραμμή χριστιανικού φονταμενταλισμού. Είναι η ίδια μερίδα της κοινωνίας που επιχειρεί να αστυνομεύσει το γυναικείο σώμα με τις καμπάνιες ενάντια στην έκτρωση και που στηρίζει το νομοσχέδιο για την υποχρεωτική συνεπιμέλεια.

Ταυτόχρονα η κυβέρνηση αναγνωρίζοντας τον κίνδυνο για την εξουσία που ελλοχεύει στο ριζοσπαστικό κίνημα #metoo, όπως αυτό αναπτύχθηκε διεθνώς, προσπαθεί να το καναλιζάρει και να το οριοθετήσει μέσα από γελοίες δηλώσεις ότι «η ασφάλεια που πέτυχε η ΝΔ είναι που ενθάρρυνε τα θύματα να βγουν μπροστά».

Πρόκειται μάλλον για την ίδια «ασφάλεια» που αισθανόμαστε όλοι και όλες όσον αφορά την κρατική διαχείριση της πανδημίας, θεμελιωμένη πάνω στην καταστολή και τις συνεχείς απαγορεύσεις. Απαγορεύσεις που εφαρμόζονται βέβαια προνομιακά σε όσους/ες κινητοποιούνται και κάνουν οτιδήποτε πέραν από το να πηγαινοέρχονται στην δουλειά τους και να καταναλώνουν.

Η καθιερωμένη σημασία της 8ης Μάρτη ενάντια στις έμφυλες καταπιέσεις, οι οποίες έρχονται έντονα στο προσκήνιο, αυτή την περίοδο εγκλεισμού, μας θυμίζει ότι το σπίτι δεν είναι για όλες ασφαλές. Ωστόσο είναι και άλλη μια μέρα που πρέπει να σπάσουμε την κρατική τρομοκρατία ενάντια στις κινητοποιήσεις.

Η έμφυλη βία όσο οριζόντια κι αν μπορεί να είναι, δεν μπορεί να ιδωθεί ξεχωριστά από τις υπόλοιπες καταπιέσεις που βιώνουμε. Είτε αυτές αφορούν την κρατική καταστολή, είτε την εργασιακή μας καταπίεση, είτε τις φυλετικές διακρίσεις.

Η μόνη ασφάλεια που ενθαρρύνει τα θύματα να βγουν μπροστά, είναι αυτή της συλλογικής αλληλεγγύης και στήριξης των καταπιεζόμενων. Είναι η ασφάλεια των δομών αυτοοργάνωσης που παλεύουν για μια κοινωνία χωρίς καταπιέσεις.

Αγωνιζόμαστε:

    Ενάντια στην έμφυλη και πατριαρχική βία στον δρόμο, στο σπίτι και στους χώρους εργασίας. Βαθαίνουμε το ρήγμα που άνοιξε με το ελληνικό #metoo στο χώρο της τέχνης και του αθλητισμού και στεκόμαστε δίπλα σε κάθε θηλυκότητα που καταπιέζεται από εργοδότες, συζύγους και άντρες με εξουσία.

    Ενάντια στην κυβερνητική διαχείριση της πανδημίας που επιτίθεται στα δικαιώματα και στις ελευθερίες μας, αλλά και στην παιδεία και την υγεία, και φέρνει τα πιο καταπιεζόμενα κομμάτια της εργατικής τάξης (γυναίκες, θηλυκότητες, λοατκια+, προσφύγισσες, μεταναστ@) σε ακόμα πιο δεινή θέση.

    Ενάντια στην πολιτική που φέρνει την υποχρεωτική συνεπιμέλεια και απενοχοποιεί τους κακοποιητικούς γάμους.

    Αγωνιζόμαστε για να είμαστε όλα μας ελεύθερα. Καμία μόνη. Κανένα μόνο. Ραντεβού στους δρόμους.

Δεν θέλουμε λουλούδια.

Θέλουμε μια κοινωνία χωρίς καπιταλισμό και πατριαρχία.

ΛΕΣΧΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ