Hλίας Γιαννακόπουλος: Οι άνθρωποι και οι Τόποι τους

«Ο τόπος ξέρει τη σκιά μας και τα βήματα/τα όνειρά μας τα τρελά και τις αγάπες/τα ονόματα τα χέρια και τα έργα μας/τη φτώχεια τους καημούς και τη χαρά μας».(«Ο τόπος μου», Δημήτρης Παπακωνσταντίνου)

Στην προσπάθειά μας να ορίσουμε εκείνον τον παράγοντα που διαμορφώνει ή και προσδιορίζει καταλυτικά τον ψυχισμό και την ταυτότητά μας προσκρούουμε πάντα στην εστίαση του σημαντικότερου- μέσα από ένα πλήθος πολλών παραγόντων. Οι διάφορες σχολές ή θεωρίες που αναπτύχθηκαν για το «πρώτο κινούν» του ψυχικού κόσμου και της συμπεριφοράς του ανθρώπου, απομονώνουν έναν συγκεκριμένο παράγοντα (ασυνείδητο, η θέληση για δύναμη, περιβάλλον…) και πολλές φορές οδηγούνται σε έναν ερμηνευτικό μανιχαϊσμό.

Απόρροια αυτού του μανιχαϊσμού είναι η αντιπαλότητα ανάμεσα σε όσους απολυτοποιούν τον γενετικό παράγοντα στην διαμόρφωση της ανθρώπινης προσωπικότητας και σε αυτούς που υπερτονίζουν το ρόλο του περιβάλλοντος (περιβαλλοντικός παράγοντας). Ωστόσο αυτό που συνιστά κοινή αποδοχή από επιστημονικής πλευράς είναι ότι η μορφοποίηση, ανάπτυξη και εξέλιξη του ανθρώπου, ως μιας πολυσύνθετης και περίπλοκης οντότητας, υπόκειται στις συνδυασμένες επιδράσεις τόσο του εξωτερικού όσο και του εσωτερικού κόσμου του ανθρώπου.

Ο τόπος σκηνοθέτης

Στους υπέρμαχους του περιβαλλοντικού παράγοντα ανήκουν κι εκείνοι που επιχειρηματολογούν υπέρ του σημαντικού ρόλου που διαδραματίζει ο Τόπος στη συγκρότηση του ανθρώπινου ψυχισμού και κατ’ ακολουθία της ταυτότητάς του. Κατ’ εξοχήν, όμως, ο γενέθλιος τόπος είναι αυτός που δομεί την προσωπικότητά μας. Αυτός λειτουργεί ως μέγιστος σκηνοθέτης κάθε πράξης μας πλέκοντας ασυνείδητα τον ιστό των επιλογών και της συμπεριφοράς μας.

Όλοι χρειαζόμαστε μία αναφορά –πραγματική ή νοερή –σε έναν τόπο για την συναισθηματική επιβίωσή μας. Κι αυτό γιατί οι γεωγραφικοί τόποι οικοδομούν και ρυθμίζουν τις συναισθηματικές και πνευματικές μεταβλητές που ορίζουν το πλαίσιο της ζωής μας. Και όχι μόνον ο τόπος ως γεωγραφία, αλλά και ως σύμβολο.

Η Ιθάκη δεν αποτελεί μόνον έναν αυστηρά προσδιορισμένο γεωγραφικά χώρο (νησί), αλλά ανάγεται σε απόλυτο σύμβολο με πολλαπλές αναγνώσεις, όπως: Ο πόθος της επιστροφής, η αξία του ταξιδιού, η απόκτηση εμπειριών και σοφίας και πολλών άλλων. Ο καθένας κουβαλά μέσα του την δική του Ιθάκη σύμφωνα με τον καταληκτικό στίχο της καβαφικής Ιθάκης και γι αυτό η αντισυμβατική χρήση του α΄ πληθυντικού προσώπου «…ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν».

Ο μυστηριώδης δεσμός

Μία άλλη παράμετρος της σχέσης του ανθρώπου με τον τόπο του είναι κι αυτό το μυστηριώδες δέσιμο με ό,τι συνθέτει τον τόπο ως γεωγραφικό προσδιορισμό ή σύμβολο. Αυτό το ανερμήνευτο δέσιμο χαρακτηρίζει την ιστορική πορεία του ανθρώπου από τις απαρχές της εμφάνισής του στη γη ως βιολογικού και αργότερα ως κοινωνικού όντος.

Ποιητές και φιλόσοφοι – ο καθένας με τον δικό του τρόπο – προσπάθησαν να αποδώσουν τόσο το περιεχόμενο αυτού του δεσμού όσο και την αιτία του. Ωστόσο κανένας δεν μπόρεσε να αποκαλύψει τις λεπτομέρειες αυτού του δεσμού, γιατί ο τόπος – και ιδιαίτερα ο γενέθλιος – συνιστά το ιερό άβατο. Κι αυτό γιατί ο τόπος δεν ταυτίζεται μόνο με τις βιολογικές μας ρίζες, όπως αποτυπώνεται και στις λέξεις: ντόπιος, εντοπιότητα/ιθαγενής, αυτόχθων, γηγενής, αλλά και με το σύνολο της πνευματικής, συναισθηματικής, ηθικής και κοινωνικής υπόστασης.

Ο τόπος είναι: Οι ρίζες μας, η υλική μας επιβίωση, οι ανάγκες μας, οι επιλογές μας, οι σκέψεις μας, η ηθική μας, οι υπαρξιακές μας αγωνίες, οι μεταφυσικές μας αναζητήσεις, οι κοινωνικές μας σχέσεις, το αξιακό μας σύστημα, η θρησκεία μας, τα συναισθήματά μας και ό,τι άλλο συνυφαίνει την θεατή και αθέατη πλευρά του βαθύτερου «είναι» μας.

Για άλλους ο τόπος – και ιδιαίτερα ο γενέθλιος – είναι η φαντασίωση μιας γνήσιας κι αυθεντικής ζωής και για άλλους ο«χαμένος παράδεισος». Η παιδική μας ηλικία έχει ταυτιστεί με τον τόπο γέννησης κι είναι δύσκολο να σπάσουμε αυτή τη σχέση και το δεσμό με τον γενέθλιο τόπο. Γι’ αυτό υπάρχει πάντα στη μνήμη μας και μάς ακολουθεί παντού ή μάς καλεί να επιστρέψουμε σε αυτόν. Ο Παλαμάς έγραψε σχετικά για τον τόπο του και για το σπίτι των παιδικών του χρόνων:

«Το σπίτι, ας του νοθέψανε το σχήμα και το χρώμα∙/και ανόθευτο κι αχάλαστο, και με προσμένει ακόμη».

Οι νέοι τόποι του μετα-ανθρώπου

Σήμερα,όμως, αυτή η σχέση και ο δεσμός του ανθρώπου με τον τόπο του τείνει να διαρραγεί κάτω από το βάρος μιας πολλά υποσχόμενης – αλλά τόσο επίπλαστης – οικουμενικής ταυτότητας. Μιας ταυτότητας που ευαγγελίζεται την υπέρβαση των τοπικών και γεωγραφικών «δεσμεύσεων» και της διάχυσης αυτών σε ένα άλλο είδους ανθρώπου, του μετα-ανθρώπου της παγκοσμιοποίησης.

Το αίτημα και το όραμα του μετα-ανθρώπου τίθεται κάπως διλημματικά: Οικουμενικότητα ή ΤαυτότηταΚοσμοπολιτισμός ή ΚοινοτισμόςΡίζωμα στο χώρο – τόπο ή Διεθνισμός; Αυτός ο διλημματικός χαρακτήρας άμεσα ή έμμεσα προϋποθέτει και συνεπάγεται την αποσύνδεση του σύγχρονου ανθρώπου από τον «τόπο» του τόσο με την γεωγραφική του έννοια όσο και με την συμβολική του. Στόχος αυτής της αποσύνδεσης η δημιουργία μιας επίπλαστης και φενακισμένης ανθρώπινης συνείδησης μέσα στην οποία μπορεί εύκολα να επωάζεται ο πολιτικός ομοιομορφισμός και ο μονοδιάστατος άνθρωπος, όπως τον περιέγραψε ο Μαρκούζε στο ομώνυμο έργο του.

Στο όνομα ενός τεχνολογικού ορθολογισμού και μιας παρεξηγημένης οικουμενικότητας επιχειρείται μία βίαιη απο-τοπικοποίηση (διάρρηξη των δεσμών του ανθρώπου με τον τόπο του). Στόχος η ελαχιστοποίηση των ανθρώπινων αντιστάσεων στην αλλοίωση ή και καταστροφή του περιβάλλοντος. Στην σύγχρονη παγκόσμια τάξη οι δεσμοί με τον τόπο θεωρούνται αναχρονιστικοί και εμποδίζουν την επικοινωνία των ανθρώπων. Επιχείρημα της νέας τάξης – αταξίας είναι πως η ηλεκτρονική τεχνολογία εκμηδενίζοντας τις αποστάσεις, φέρνει κοντά ανθρώπους από διαφορετικούς τόπους κι έτσι «το τοπικό γίνεται παγκόσμιο και το παγκόσμιο τοπικό».

Ο τόπος θα μάς ακολουθεί…

Όσο, όμως, κι αν οι μεταλλάξεις του σύγχρονου ολοκληρωτισμού στοχεύουν στη μείωση του ρόλου του τόπου στη δόμηση της ανθρώπινης ταυτότητας, τελικά δεν θα πετύχουν την εκρίζωση.

Ο Καβάφης δίνει την απάντηση σε εκείνους που επιλέγουν την φυγή και την αλλαγή του τόπου. Η απαισιοδοξία, η θλίψη, η απόγνωση και το αίσθημα του εγκλωβισμένου δεν μπορούν να αποτελέσουν χρήσιμο σύμβουλο για την φυγή και την απομάκρυνση από τον τόπο σου. Κι αυτό όχι γιατί δεν υπάρχουν άλλοι τόποι καλύτεροι, αλλά γιατί το ζητούμενο είναι να μείνεις στον τόπο σου, να τον αλλάξεις και να αφυπνίσεις συνειδήσεις.

Στη δυστοπία του δικού μας χώρου δεν πρέπει να απαντάμε με την αναζήτηση της ευτοπίας ενός άλλου χώρου. Η λύση βρίσκεται στον αγώνα να διορθώσουμε το δικό μας τόπο. Ο στιχουργός και συγγραφέας Γιώργος Πολυμενάκος δίνει τη δική του εκδοχή στο θέμα αυτό:

«Μου αρκούσε να κοιτάζω έξω από το παράθυρο, τα κατάρτια των καραβιών που βρίσκονταν στα ναυπηγεία για επισκευή και να σκέφτομαι ότι υπάρχουν και άλλες στεριές μακριά από το υποβαθμισμένο Πέραμα και οι σκέψεις αυτές μου δημιουργούσαν ένα αίσθημα άδικου αποκλεισμού.

Κι όταν αισθάνεσαι αποκλεισμένος, νιώθεις μια βουβή οργή μέσα σου και θέλεις να ξεφύγεις, αλλά να πας πού; Να πας με τα καράβια και να ταξιδέψεις σε άγνωστες θάλασσες;

Με τι κότσια;

Οπότε, αδιέξοδο. Αλλά για μια στιγμή. Το εκεί, το αλλού, το μακριά δεν είναι κατ’ ανάγκη ζήτημα γεωγραφικής απομάκρυνσης.

Γιατί ποιος σου λέει ότι κι εκεί που θα πας δεν θα υπάρχει κάτι άλλο να σε πνίγει πάλι; Ποιος μπορεί να σ’ το πει με σιγουριά; Κανείς.

Μήπως λοιπόν το ζητούμενο δεν είναι να φύγεις μακριά, να πας κάπου στο Εκεί, αλλά αντίθετα το ζητούμενο είναι να αλλάξεις κάτι στο Εδώ, δηλαδή να ταράξεις τα λιμνάζοντα νερά;».(«Ιστορίες από την άλλη όχθη»)

 ***Το κείμενο αποτελεί εισήγηση στην παρουσίαση του βιβλίου ” Ιστορίες από την άλλη όχθη“,του συγγραφέα Γιώργου Πολυμενάκου