Απάντηση των Κίτο Βαγγέλη και Βαρσάνη Βασίλη σε δημοσίευμα

 epistolh 4

Στις 13/02/2014 αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της ηλεκτρονικής εφημερίδας trikalanews επιστολή – λιβελλογράφημα, το οποίο υπογράφεται από καθηγήτρια φιλόλογο της πόλης μας. Από τον τίτλο μέχρι την κατακλείδα το κείμενο είναι υβριστικό, σε σημείο μάλιστα να στοιχειοθετεί δημόσια εξύβριση. Στόχος της φανερός είναι οι αιρετοί εκπρόσωποι των εκπαιδευτικών της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Τρικάλων.

Ο τίτλος παραπέμπει στη Βυζαντινή Ιστορία: «Πάλιν τον καύκον έπιον, πάλιν τον νουν απώλεσαν…» ή η φυλή των συνδικαλι(η)στών.» Το πρώτο σκέλος παραφράζει ρήση του βυζαντινού κοινού του Ιπποδρόμου με την οποία υποδέχθηκαν τον σφετεριστή του θρόνου αυτοκράτορα Νικηφόρο Φωκά που είχε καθυστερήσει στην προσέλευσή του δηλαδή : «Πάλιν το ποτηράκι τους (καυκί) ήπιαν πάλι το νου τους έχασαν» . Το δεύτερο σκέλος χαρακτηρίζει εκείνους στους οποίους θα αναφερθεί στο άρθρο, ως «φυλή των συνδικαλι(η)στών», δηλαδή ανθρώπους πρωτόγονους, μέλη φυλής συνδικαλιστών οι οποίοι συμπεριφέρονται σαν ορδή ληστών, με βάση το λογοπαίγνιο της επιστολογράφου. Δηλαδή χαρακτηρίζει τους αιρετούς των καθηγητών της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Τρικάλων χρονίως μέθυσους που έχασαν από το πιοτό τον νου τους και συμπεριφέρονται σαν ληστές αντί για συνδικαλιστές.

Στη συνέχεια, για να προσδώσει συμβολικό κύρος στο λιβελλογράφημα παραθέτει το ποίημα «Επιτύμβιον» του διακεκριμένου και καταξιωμένου για την πολιτική και ποιητική ηθική του ποιητή Μανόλη Αναγνωστάκη. Παραθέτουμε τους πιο οξείς στίχους, με τους οποίους αυτός χαρακτηρίζει κάποιον που πέθανε: «Α, ρε Λαυρέντη, εγώ που μόνο το’ ξερα τι κάθαρμα ήσουν,/Τι κάλπικος παράς, μια ολόκληρη ζωή μέσα στο ψέμα/ (…) το θλιβερό σου το σαρκίο». Χρησιμοποιεί λοιπόν υβριστικούς χαρακτηρισμούς του Αναγνωστάκη προς νεκρό, οι οποίοι επιτρέπονται ποιητική αδεία για να μεταφέρουν τους συμβολισμούς που επιθυμεί να διαμεσολαβήσει ο ποιητής, προκειμένου η επιστολογράφος να βρίσει, να συκοφαντήσει και να προσβάλει τους συναδέλφους αιρετούς, οι οποίοι δεν είναι συμβολικά πρόσωπα αλλά συγκεκριμένοι άνθρωποι με ατομική και κοινωνική ταυτότητα, χαρακτηρίζοντάς τους «κάθαρμα», «κάλπικος παράς», ψεύτες. Η δε χρήση λόγων προς νεκρό δεν ξέρουμε αν συνιστά και έμμεση «ευχή-κατάρα» προς τα υβριζόμενα ζωντανά πρόσωπα.

Ενδεικτική πάντως είναι η αυτοεκτίμησή της, αφού με τα λόγια του Αναγνωστάκη εξαίρει τον εαυτό της σε θέση μοναδική, διακεκριμένη από όλους τους υπόλοιπους αδαείς: «Α, ρε Λαυρέντη, εγώ που μόνο το’ ξερα τι κάθαρμα ήσουν/ Τι κάλπικος παράς, μια ολόκληρη ζωή μέσα στο ψέμα». Χωρίζει λοιπόν την κοινότητα των εκπαιδευτικών με μια διαχωριστική γραμμή: από τη μια μεριά στέκουν οι αδαείς κι από την άλλη εκείνη, γνώστης καλός και τιμητής.

Να συγκεντρώσουμε ενδεικτικά και τις υπόλοιπες ύβρεις; «κραδαίνοντας την υποκρισία», «είναι οπορτουνιστές διψασμένοι για προσωπική καταξίωση στα όρια της ματαιοδοξίας και του ξιπασμού», «διψασμένοι και επί σειρά ετών και για την ακριβοπληρωμένη ψήφο μας», «καρικατούρες σαν τον Λαυρέντη του ποιήματος, αντιπροσωπευτικό παράδειγμα της εποχής, φανέρωμα της παρακμής που μαστίζει την ελληνική καθημερινότητα αδιακρίτως» «κροκοδειλίζοντας φαιδρά διδάσκοντάς μας δήθεν δικαιοσύνη», «σταματήστε να νομίζετε ότι απευθύνεστε σε κρετίνους που, αν και σπαταλούν χρόνο και χρήμα για να σας ψηφίζουν, γνωρίζουν από την καλή τί σημαίνει κάλπικος παράς. Καιρός πια να αναρωτηθείτε, τι νόημα έχει άραγε να προσπαθείς να κρατήσεις τα νύχια των χεριών σου καθαρά, όταν βουλιάζεις μέχρι το λαιμό στη λάσπη;»

Η επιστημολογία μας διδάσκει ότι οποιαδήποτε αξιολογική κρίση λίγα μας λέει για το πρόσωπο που αξιολογείται και πολλά για αυτόν που εκφράζει την αξιολόγηση. Στη συγκεκριμένη περίπτωση το ύφος αποκαλύπτει όχι έναν οργισμένο άνθρωπο παρά έναν άνθρωπο που έχει ως στόχο να καταρρακώσει με κάθε μέσο την υπόληψη όσων όρισε ως στόχο. Όμως το ύφος, έλεγε ένας Γάλλος διανοητής, είναι ο ίδιος ο άνθρωπος. Κοινώς είμαστε αυτό που λέμε κι ο τρόπος που το λέμε, επομένως αυτό μας αναδεικνύει ή μας εκθέτει, ανάλογα με το ποιόν του.

Δυσκολευόμαστε να ανιχνεύσουμε τα αίτια της οργής της λιβελλογράφου. Εκείνη τα αποδίδει στο περιεχόμενο ενημερωτικού κειμένου που στείλαμε σε συναδέλφους και στα ΜΜΕ, σχετιζόμενο με αποφάσεις του ΠΥΣΔΕ στις οποίες οι αιρετοί διαφώνησαν και μειοψήφησαν, θεωρώντας τις μάλιστα πρωτοφανείς και παράνομες. Η οργή της εκδηλώνεται επειδή κατά τη γνώμη της δεν κάναμε κάτι ανάλογο σε άλλες περιπτώσεις στο παρελθόν. Μας φαίνεται όμως παράδοξο να θυμώνει κάποιος αναδρομικά με κάτι που θεωρεί παράλειψη στο παρελθόν. Αναρωτιόμαστε με τη σειρά μας, γιατί δεν αρθρογράφησε τότε που εντόπισε αδυναμίες μας ενώ ξιφουλκεί τώρα που η φερόμενη ως αδυναμία εξέλιπε; Γιατί στις γενικές συνελεύσεις ή στις επισκέψεις των αιρετών στο σχολείο της δεν αναφέρθηκε στα συγκεκριμένα θέματα; Μπορεί να αμφισβητήσει επί της ουσίας τις αναφορές μας; Έχει προσωπική άποψη, ενώ δεν παρευρίσκετο στις επίμαχες συνεδριάσεις του ΠΥΣΔΕ; Ή μήπως παρευρίσκετο με κάποιον τρόπο που εμείς δεν γνωρίζουμε; Αγνοεί ότι το σχετικό μας δημοσίευμα προήλθε μετά από καταγγελία συναδέλφου στο ΔΣ της ΕΛΜΕΤ όπου διεξοδικά συζητήθηκε το θέμα;

Προβληματισμό μας γεννά η γενικότερη διατύπωση του κειμένου και η αντιφατικότητά του, ειδικά αν λάβουμε υπόψη ότι η επιστολογράφος δηλώνει επαγγελματίας φιλόλογος. Διαβάζουμε λοιπόν: «Που ήταν οι δύο «Λαυρέντηδες», όταν επί σειρά ετών δεν εφαρμόζεται ο νόμος για τις αποσπάσεις των συναδέλφων ΠΕ11, …);» Λίγο πιο πριν όμως έχει κάνει άλλη διαπίστωση με ρητορική ερώτηση: «Μήπως συνήθισαν το αξίωμα και δυσκολεύονται να το αποχωριστούν; Μήπως είχαν συνηθίσει επί σειρά ετών κάπως αλλιώς και όταν –επιτέλους- εφαρμόστηκε η κείμενη νομοθεσία αντί να πράξουν το αυτονόητο αντέδρασαν με διαρρήξεις ιματίων;» Τελικά τι συμβαίνει, εφαρμόζεται ή όχι η κείμενη νομοθεσία, σύμφωνα με τη λιβελλογράφο; Αυτό το «επιτέλους» της ικανοποίησης αφορά στις επίμαχες αποφάσεις του ΠΥΣΔΕ τις οποίες στηλιτεύσαμε στο κείμενό μας; Επίσης πώς μπορεί να γράφει εξ ονόματος «των συναδέλφων ΠΕ11», Ή μήπως φωτογραφίζει κάποιον γενικεύοντας; Μπορεί να είναι κάποιος τόσο άσχετος ώστε να αγνοεί ότι για τις αποσπάσεις από νομό σε νομό καμία αρμοδιότητα δεν έχει το οικείο ΠΥΣΔΕ αλλά το Κεντρικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο ή περισσεύει η κακότητα ; Το οικείο περιφερειακό συμβούλιο ,το μόνο που κάνει στις ειδικότητες όπου υπάρχει πλεόνασμα συναδέλφων είναι να τους τοποθετεί σε άλλες θέσεις εργασίας. Αυτό συνέβη με συνάδελφο ΠΕ11 που τοποθετήθηκε στη σχολική βιβλιοθήκη του Εσπερινού ΕΠΑΛ νομιμότατα με ευθύνη του διευθυντή Δ.Ε. (ΑΠ 126875/Γ2/11-09-2013 έγγραφο του Υφυπουργού Παιδείας) και όχι σε διδακτικά καθήκοντα. Με τον τρόπο αυτό, κατά τον κοινό νου, αυξάνονται οι ώρες απασχόλησης προς όφελος της συγκεκριμένης ειδικότητας.

Η γράφουσα διολισθαίνει και σε άλλα ολοφάνερα ψεύδη. Αναφέρει λοιπόν : «Που ήταν οι δύο «Λαυρέντηδες», όταν προ τριετίας στις διευθυντικές κρίσεις απορρίφθηκε ως ανεπαρκής για διευθυντική θέση εκπαιδευτικός υψηλών τυπικών προσόντων, ενώ σήμερα κόπτονται και κοινοποιούν επιστολές οι ίδιοι , για το ίδιο άτομο, κροκοδειλίζοντας φαιδρά διδάσκοντάς μας δήθεν δικαιοσύνη;» Ο εν λόγω εκπαιδευτικός δεν απορρίφθηκε «ως ανεπαρκής για διευθυντική θέση» παρά μόνο στη φαντασία της γράφουσας, η οποία προσπαθεί να δημιουργήσει εκ του μηδενός επιχειρήματα. Αντιθέτως ο συγκεκριμένος συνάδελφος μετά την αξιολόγηση είχε τη δυνατότητα να γίνει διευθυντής σε τουλάχιστον δύο σχολεία της πόλης, όμως δεν τα δήλωσε προτιμώντας να συνεχίσει τη διδασκαλία στο σχολείο του. Αντιθέτως όμως, το συγκεκριμένο ΠΥΣΔΕ, την απόφαση του οποίου εμείς επικρίνουμε και την οποία υπερασπίζεται με πάθος η λιβελογράφος γράφοντας ότι «επιτέλους- εφαρμόστηκε η κείμενη νομοθεσία», ενήργησε παράνομα, πράγμα το οποίο αποδείξαμε, και απέρριψε τον ίδιο υποψήφιο, για κατώτερη αυτή τη φορά θέση. Επιπρόσθετα είναι παγκοίνως γνωστό ότι ο Βαρσάνης Β. δεν συμμετείχε στις τελευταίες κρίσεις των διευθυντών διότι είχα κώλυμα όντας ο ίδιος υποψήφιος ενώ η πολυγραφότατη επιστολογράφος αγνοεί τα δελτία τύπου που δημοσιεύτηκαν μεσούντος του θέρους κατακρίνοντας τη λειτουργία του συμβουλίου επιλογής διευθυντών από τον αιρετό Κίτο Β. που συμμετείχε σε αυτό ίσως διότι τότε απολάμβανε τις θερινές της διακοπές. Όμως αυτά τα δελτία τύπου στάλθηκαν ενημερωτικά στα σχολεία πριν τη Γενική Συνέλευση εκείνης της χρονιάς ως όφειλε να γνωρίζει η επιστολογράφος.

Ξιφουλκεί επίσης η επιστολογράφος πετώντας λάσπη αναφέροντας « Άραγε, πόσα από τα ίδια υψηλά τυπικά προσόντα , για τα οποία τραβούν τα μαλλιά τους, διαθέτουν οι ίδιοι και τα καταφέρνουν μια χαρά με τους διευθυντικούς θώκους για χρόνια;;;» O Βαρσάνης Β. ήταν διευθυντής χρόνια πριν εκλεγεί αιρετός ενώ στις τελευταίες κρίσεις ήταν 3ος σε μετρήσιμα μόρια μεταξύ των υποψηφίων της ΤΕΕ και πρώτος μεταξύ όσων δήλωσαν το Εσπερινό ΕΠΑΛ (Πίνακες ΔΔΕ Τρικάλων). Ο Κίτος Ε. ήταν πρώτος σε σταθερά μόρια στις κρίσεις του 2013 όντας ο μοναδικός υποψήφιος διευθυντής για το ΙΕΚ Τρικάλων. Πρώτος σε μετρήσιμα μόρια ήταν και στις κρίσεις του 2010 όπου βαθμολογήθηκε στη συνέντευξη με 16 ενώ οι τρείς συνυποψήφιοι του με 18 (πίνακες ΟΕΕΚ. ΓΓΔΒΜ) Στις προηγούμενες κρίσεις (εκτός του 2004) δεν υπήρχαν άλλοι υποψήφιοι για τη θέση αυτή .

Είναι δε γνωστό ότι για τη συμμετοχή των εκπαιδευτικών στις εκλογές ανάδειξης αιρετών δεν καταβάλλεται οικονομικό αντίτιμο ώστε να προκαλεί τουλάχιστον κατάπληξη για το τι εννοεί η επιστολογράφος λέγοντας ότι η ψήφος της είναι «ακριβοπληρωμένη» .

Τελειώνοντας: στόχος του παρόντος κειμένου είναι όχι τόσο να αναδειχθεί ο υβριστικός χαρακτήρας του άρθρου της επιστολογράφου αλλά να αντικρουστούν τα γραφόμενά της ιδίως στο μέτρο που προσβάλλουν το ύφος και το ήθος της άσκησης της συνδικαλιστικής λειτουργίας εντός της εκπαιδευτικής κοινότητας, ώστε να προστατευθεί από αστήρικτες κρίσεις στα πλαίσια μιας άκριτης ελευθεροτυπίας.

Τρίκαλα Μάρτιος 2014

Βαρσάνης Βασίλειος
Κίτος Ευάγγελος