Ηρακλής Φίλιος : Ο Θεός σώζει τους άσωτους;

 

Μία όμορφη και συγκινητική ιστορία ξετυλίγεται την Κυριακή στους ιερούς ναούς. Το ευαγγέλιο που θα διαβαστεί, είναι εκείνο της παραβολής του ασώτου, μιας παραβολής γνωστής και πολύ ενδιαφέρουσας (Λουκ. 15, 11 – 32).

Ένας πατέρας είχε δύο γιους. Ο ένας, του ζήτησε την περιουσία που του αναλογούσε κι έφυγε ζώντας στην ασωτία. Κάποια στιγμή ξόδεψε όλη του την περιουσία και γύρισε μετανοημένος στο σπίτι. Ο πατέρας τον δέχτηκε και έστησε πανηγύρι. Ο δεύτερος όμως γιος θύμωσε και δεν ήθελε να μπει στο γλέντι, καθώς τόσα χρόνια βρισκόταν δίπλα στον πατέρα του και δεν έτυχε ανάλογης συμπεριφοράς, όπως ο πρώτος γιος.

Η παραβολή αυτή δείχνει πως η μετάνοια σώζει τον άνθρωπο. Έχει απίστευτη δύναμη η μετάνοια. Είναι εκείνη η βαθύτατη υπαρξιακή μεταστροφή του προσώπου, αυτή η οντολογική εμβάθυνση του εαυτού όχι απλά στην αυτογνωσία, όπως θα έλεγε ο ιερός Αυγουστίνος κι εν γένει η δυτική θεολογική σκέψη, αλλά ο εκτροχιασμός από τη ναρκισσιστική θέληση και η ευθυγράμμιση με το θείο θέλημα. Αυτό το «δεδανεισμένο είναι» μας κατά Μάξιμο Ομολογητή, με τη μετάνοια στρέφεται στον Θεό και ο άνθρωπος αγαπά μέσα από τον νόμο του Θεού.

Είναι ανάγκη για μία διευκρίνιση. Ο Θεός δεν έδωσε εντολές στον άνθρωπο, αναγκάζοντας τον να τις τηρήσει. Αν έδινε εντολές, τότε ποιος ο λόγος να υπάρχει το αυτεξούσιο του ανθρώπου; Σε μία τέτοια περίπτωση, θα καταργούταν. Ελεύθερα καλεί σε συνάντηση ο Θεός. Όταν κάνουμε λοιπόν, λόγο για νόμο του Θεού, αυτός ο νόμος δεν σκλαβώνει τον άνθρωπο και δεν αφορά τυπικές διατάξεις, τις οποίες αν ο άνθρωπος τις τηρήσει, θα σωθεί. Πολύ σωστά γράφει ο π. Νικόλαος Λουδοβίκος, πως «ο νόμος θέλει να σου μάθει να αγαπάς και να σε οδηγήσει στη σχέση∙ όχι να βάλεις τον νόμο στη θέση τη σχέσης».

Ίσως αναρωτηθεί κάποιος, πόσο χρειάζεται να μετανοήσει κάποιος για να τον δεχτεί ο Θεός. Ίσως πάλι κάποιος άλλος, να θελήσει να τιμωρήσει αυστηρά τον εαυτό του για τις αμαρτίες του. Ας δούμε μία θαυμάσια διήγηση από το γεροντικό, που πολύ θα βοηθήσει στην κατανόηση των πραγμάτων. Πήγε κάποτε, στεναχωρημένος, στον όσιο Ποιμένα ένας αρχάριος μοναχός. Του εξομολογήθηκε πως έπεσε σε μεγάλο σφάλμα και πως χρειάζεται τρία χρόνια για να μετανοήσει. Ο όσιος, του είπε πως είναι πολλά. Τότε, είπε στον όσιο εάν τρεις μήνες είναι αρκετοί για να μετανοήσει. Εκείνος, αποκρινόμενος, πως πάλι είναι πολλοί μήνες, του είπε: «Εγώ σου λέω πως, εάν ειλικρινά μετανοήσεις και πάρεις σταθερή απόφαση να μην επαναλάβεις ποτέ το ίδιο σφάλμα, σε τρεις μέρες σε δέχεται η αγαθότητα του Θεού».

Αυτή η διήγηση, για κάποιους είναι ωφέλιμη και τους δίνει την ευκαιρία να προσεγγίσουν την αγάπη του Θεού και να την βιώσουν. Ακόμη και να απορήσουν με την αγάπη και το έλεος του Θεού! Για κάποιους άλλους, αποτελεί σκάνδαλο.  Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Αυτό, δυστυχώς, συμβαίνει για το λόγο ότι ορισμένες φορές, η εκκλησία μετατρέπεται σε γκέτο, σε club, σε κλειστή ομάδα ανθρώπων που θεωρούν τους εαυτούς τους σεσωσμένους, ως το «ιερό κατάλοιπο» της ιστορίας. Αυτοί οι άνθρωποι υποκρίνονται βαθύτατα. Δεν βλέπουν την τραγικότητα του προσώπου τους, αλλά την ίδια στιγμή δεν βλέπουν, ή μάλλον αρνούνται να δουν, τη μεταμορφωτική και ανακαινιστική δύναμη της μετάνοιας στους άλλους. Και ιδίως στους ανθρώπους που δεν εκκλησιάζονται, στους αθεϊστές, σε όσους αμφισβητούν τον Θεό, σε όσους ζουν ένα βίο διαφορετικό. Εν τέλει, σε ανθρώπους με διαφορετικές από τις δικές τους προτιμήσεις.

Ο υποκριτής δεν θέλει να σωθεί ο άλλος. Βλέπετε κάποιες φορές να λένε, «τι δουλειά έχει αυτός στην εκκλησία, αυτός είναι αμαρτωλός, που να σωθεί αυτός». Και συνεχίζουν με περισσότερη επιμονή να τονίζουν πως, «εγώ τηρώ τις εντολές του Θεού, εγώ νηστεύω από λάδι, είμαι φιλάνθρωπος και το διαφημίζω, είμαι γνωστός του Επισκόπου, του τάδε, του άλλου, εγώ είμαι ο σεσωσμένος, εμένα θα δικαιώσει ο Θεός, επειδή τηρώ τις εντολές». Ποιος είπε πώς ο Θεός σώζει όποιον τηρεί τις εντολές; Μπορεί να νηστεύει κάποιος επειδή πρέπει, επειδή έτσι ορίζεται, μπορεί να εκκλησιάζεται, να μην έχει αφήσει εσπερινό για εσπερινό και ακολουθία για ακολουθία, αλλά απλά να τηρεί τα παραπάνω επειδή πρέπει ή έχοντας να αποκομίσει οφέλη. Γιατί το κάνει λοιπόν αυτό; Αυτό πρέπει να το εξετάσει ο ίδιος. Επειδή πρέπει ή επειδή έχει σχέση με τον Θεό; Είναι σαν να λέει κάποιος, αγαπώ τον Θεό επειδή Τον φοβάμαι. Όχι, δεν αγαπάς τον Θεό έτσι. Η σχέση που έχει αγάπη δεν έχει φόβο. Αν έχει φόβο, τότε δεν είναι σχέση. Κι εκείνος που φοβάσαι, δεν είναι ο Θεός αλλά ένας τιμωρός και βασανιστής.

Αυτοί οι άνθρωποι που σκέπτονται και ενεργούν με αυτόν τον τρόπο, μοιάζουν με τον δεύτερο γιο, ενώ όσοι συνθλίβονται από τα όσα τους βρήκαν και κατανοούν την πατρική αγάπη, μοιάζουν με τον άσωτο. Υπέροχο να είσαι «άσωτος»! Γνωρίζω, πως κάποιοι σκανδαλίζονται. Συνεχίζω όμως τη σκέψη μου. Θέλω να πω, πως είναι απίστευτα όμορφο να είσαι μετανοημένος άσωτος! Όσοι έχουν περάσει δυσκολίες, και περνάνε και σήμερα, όσοι έχουν επαναστατήσει, έχουν αρνηθεί πρόσωπα, έχουν φύγει στον τόπο της προσωπικής τους εξορίας, έχουν φάει τα μούτρα τους για τις επαναστάσεις αυτές, όταν μετανοούν, τότε είναι που συνειδητοποιούν πως ο Θεός είναι αγάπη. Όσοι βολεύονται στον εαυτό τους, αυτοδικαιώνονται, τιμωρούν τους άλλους και κηρύττουν πως ο Θεός είναι τιμωρός, τότε εκείνοι βιώνουν τον προσωπικό τους εκμηδενισμό, την αλλοτρίωση της υποστατικής τους παρουσίας, την απώλεια της ευκαιρίας να συνάψουν σχέση με τον Θεό και τον συνάνθρωπο.

Είναι αδύνατον να διαβάσεις την παραβολή αυτή και να μην νιώσεις συντριβή. Ο πατέρας της παραβολής συγκινεί. Δεν ρωτάει τον άσωτο γιο του που επιστρέφει, για τι το ‘κανε αυτό, γιατί τον ξέχασε, αν μετανόησε. Δεν του λέει «πρέπει να πληρώσεις», όπως θα έλεγε ένας προτεστάντης ή ένας τυπολάτρης. Τον ντύνει με νέα ρούχα. Χαίρεται την επιστροφή του. Στήνει πανηγύρι. Δεν τον νοιάζει σε ποια μέρη, έχει σκορπίσει ο γιος την περιουσία του. Επέστρεψε! Έτσι συμβαίνει και με την αγάπη του Θεού. Το κατεξοχήν υπαρξιακό «είναι» του Θεού, αν μπορώ να το πω έτσι, που τσακίζει τον ευσεβισμό, ηθικισμό, νομικισμό και τις τάσεις αυτοδικαίωσης που επικρατούν σε μεγάλο βαθμό μέσα στην εκκλησία. Όμως το ερώτημα, υφίσταται ακόμη. Ο Θεός σώζει τους ασώτους; Μα, είναι μέγας ερωτικός ο Θεός!

Ηρακλής Αθ. Φίλιος

Βαλκανιολόγος, Θεολόγος