Ηρακλής Φίλιος : Το άγιο πνεύμα χαριτώνει τη ζωή!

Είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς για θέματα με υψηλά νοήματα. Αν το τολμήσει με επιπόλαιο τρόπο και χωρίς να έχει μυηθεί στη δόξα των άρρητων λόγων, τότε μοιάζει να ομολογεί αυτό που λέει ένας στίχος του πυθικού χρησμού, δηλαδή, ότι «γνωρίζω εγώ το πλήθος της άμμου και τις διαστάσεις της θαλάσσης». Εξάλλου, όπως μαρτυρεί και ο λόγος του Γρηγορίου Θεολόγου, «δεν είναι του καθενός, αγαπητοί, να φιλοσοφεί περί Θεού∙ δεν είναι του καθενός». Φυσικά, δεν είναι θέμα γνώσης. Αλλά, ο ίδιος Πατέρας σημειώνει πως, χρειάζεται «να είμαστε απαλλαγμένοι από την έξω λάσπη και ταραχή, και το ηγεμονικό μας να μην συγχύζεται με μοχθηρές και πεπλανημένες παραστάσεις».

Πολύς κόσμος δεν γνωρίζει σχετικά με το άγιο Πνεύμα. Ενδέχεται, βέβαια, να γνωρίζει περισσότερα για τον Πατέρα, τον Υιό, όχι όμως για το άγιο Πνεύμα. Αυτό, ομολογώ, πως ενδέχεται να οδηγήσει σε παρανοήσεις και αιρετικές κακοδοξίες. Τα δογματικά θέματα είναι πολύ όμορφα θέματα, λεπτά θέματα. Χρειάζεται πίστη, προσοχή, διάκριση, ώστε να τοποθετηθεί κάποιος με υπεύθυνο λόγο απέναντι στα θέματα που αφορούν τη δογματική ζωή της εκκλησίας. Μην φοβάστε, όμως. Παραφράζοντας το λόγο του Διονυσίου Αρεοπαγίτη, θα έλεγα «ας μην φοβηθούμε το του δόγματος όνομα». Το δόγμα δεν είναι δογματισμός. Το δόγμα είναι ζωή! Αποτελεί την εκφραζομένη εμπειρία της εκκλησίας, του σώματος της, όπως αυτό βιώνει το αποκεκαλυμμένο μυστήριο του Θεού, το γεγονός της κάθε σάρκωσης, μέσα στην εκκλησιαστική κοινότητα. Εμπειρικά, μυσταγωγικά, αγιοπνευματικά.

Αυτό, λοιπόν, το «αγιοπνευματικά», είναι που οδηγεί σε μερικές σκέψεις. Πάντοτε, όμως, και το τονίζω καθώς, δυστυχώς, δεν θεωρείται αυτονόητο, υπό την καθοδήγηση των πατερικών λόγων, πέρα από καινοφανείς διδασκαλίες και αιρετικούς συσχετισμούς. Γιατί, όμως, θα αναρωτηθεί κάποιος; Για τον απλό λόγο ότι η αίρεση, που αποτελεί καρκίνωμα στα ζωντανά κύτταρα του εκκλησιαστικού σώματος, απειλεί την ίδια τη ζωή, την ταυτότητα, το «είναι» της εκκλησίας, εν τέλει αυτό που είναι, μα περισσότερο αυτό που γίνεται η εκκλησία. Αν αλλάξεις κάτι στο δόγμα της εκκλησίας, στη ζωή και αλήθεια της, τότε η εκκλησία καθίσταται ένας ανθρωποκεντρικός οργανισμός, η διδασκαλία της ένα κοινωνικό συμβόλαιο σαν εκείνο του Jacques Rousseau και ο Χριστός ένας θεοφόρος άνθρωπος χωρίς θεότητα, δηλαδή ένας μη ενανθρωπήσας Θεός.

Αισθάνομαι την ανάγκη να επικαλεστώ, και κρίνεται άκρως απαραίτητο, τη σοφία του Μ. Βασιλείου, ο οποίος ασχολήθηκε διεξοδικά στα έργα του με το άγιο Πνεύμα. Γράφει, λοιπόν, ο ίδιος σε ένα έργο του: «Όταν, λοιπόν, συνάψουμε την Τριάδα, να μην φανταστούμε τα τρία μέρη ως μέρη ενός αδιαίρετου πράγματος (διότι η ιδέα αυτή είναι δυσσεβής), αλλά να δέχεσαι αχώριστο την ένωση τριών ασωμάτων τελείων. Διότι όπου παρουσιάζεται το άγιο Πνεύμα και επιδημεί και ο Χριστός και όπου είναι ο Χριστός εκεί είναι ολοφάνερο ότι παρίσταται και ο Πατήρ».

Το άγιο Πνεύμα, σύμφωνα με τη δογματική διδασκαλία της εκκλησίας μας, είναι το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας. Ο Πατήρ, ο Υιός και το άγιο Πνεύμα, αποτελούν τα τρία πρόσωπα (ή υποστάσεις κατά τους Καππαδόκες) της Αγίας Τριάδος. Το άγιο Πνεύμα έχει άκτιστη φύση. Δεν είναι κτίσμα, όπως διατεινόταν ο Ευνόμιος και οι Πνευματομάχοι. Δεν ανήκει στην κτιστή πραγματικότητα αλλά στην άκτιστη. Κι ερχόμαστε σε κάτι πολύ σημαντικό. Το άγιο Πνεύμα δεν εκπορεύεται από τον Πατέρα και τον Υιό (filioque), αλλά μόνο από τον Πατέρα, και αυτό το ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως. Αν εκπορευόταν και από τον Υιό, αυτόματα θα εισάγαμε δύο θεούς, τον Πατέρα και τον Υιό, θα υπήρχε με άλλα λόγια δυαρχία, κάτι που έρχεται αντίθετο στον Ένα Θεό που γνωρίζεται μέσα από τις άκτιστες ενέργειες Του. Αν και, οφείλω να σημειώσω πως οι Ρωμαιοκαθολικοί έχουν αρχίσει σε κείμενα τους να βγάζουν την αναφορά στο filioque. Εντούτοις, χρειάζονται τολμηρές κινήσεις από τη μεριά τους ώστε να επιστρέψουν στην κανονικότητα των δογματικών αληθειών, όπως αυτές συναντώνται στη θεολογία της ορθόδοξης Ανατολής.

Το άγιο Πνεύμα, θα θεωρήσει κάποιος πως εμφανίζεται στη ζωή της εκκλησίας κατά την ημέρα της Πεντηκοστής και πως έρχεται μετά τον Πατέρα και τον Υιό. Επί τούτου, επιθυμώ να σταθώ σε δύο καίρια σημεία, για την αποκατάσταση της αλήθειας. Και τα δύο σχετίζονται με την Παλαιά Διαθήκη και το βιβλίο της Γενέσεως. Σύμφωνα με το πρώτο σημείο, στην αρχή της Γενέσεως, διαβάζουμε πως «πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος» (Γέν. 1, 2). Εδώ, παρατηρούμε τη δημιουργική ενέργεια του αγίου Πνεύματος και μάλιστα ο Μ. Βασίλειος σημειώνει πως καμία ενέργεια του Θεού στην κτίση δεν εκδηλώνεται χωρίς τη συνεργία του Πνεύματος. Το δεύτερο σημείο, αντλείται από τη δημιουργία του ανθρώπου. Συγκεκριμένα, διαβάζουμε: «Καί εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καί καθ᾿ ὁμοίωσιν» (Γέν. 1, 26). Ο πληθυντικός αριθμός της λέξης «ποιήσωμεν» δηλώνει πως στο δημιουργικό έργο συμμετέχουν παραπάνω από ένα πρόσωπα, δηλαδή η αγία Τριάδα. Συμμετέχουν και ο Πατήρ και ο Υιός και το άγιο Πνεύμα στη δημιουργία του ανθρώπου.

«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ τήν σήν εἰρήνην δεδωκώς τοῖς ἀνθρώποις, καί τήν τοῦ παναγίου Πνεύματος δωρεάν, ἔτι τῷ βίῳ καί ἡμῖν συμπαρών, εἰς κληρονομίαν ἀναφαίρετον τοῖς πιστοῖς ἀεί παρέχων, ἐμφανέστερον δέ ταύτην τήν χάριν τοῖς σοῖς μαθηταῖς καί Ἀποστόλοις σήμερον καταπέμψας, καί τά τούτων χείλη πυρίναις στομώσας γλώσσαις, δι’ ὧν πᾶν γένος ἀνθρώπων τήν θεογνωσίαν, ἰδίᾳ διαλέκτῳ, εἰς ἀκοήν ὠτίου δεξάμενοι, φωτί τοῦ Πνεύματος ἐφωτίσθημεν, καί τῆς πλάνης ὡς ἐκ σκότους ἀπηλλάγημεν, καί τῇ τῶν αἰσθητῶν καί πυρίνων γλωσσῶν διανομῇ, καί ὑπερφυεῖ ἐνεργείᾳ, τήν εἰς σέ πίστιν ἐμαθητεύθημεν, καί σέ θεολογεῖν, σύν τῷ Πατρί καί τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, ἐν μιᾷ Θεότητι, καί δυνάμει, καί ἐξουσίᾳ κατηυγάσθημεν. Σὺ οὖν τό ἀπαύγασμα τοῦ Πατρός, ὁ τῆς οὐσίας καί τῆς φύσεως αὐτοῦ ἀπαράλλακτος, καί ἀμετακίνητος χαρακτηρ, ἡ πηγή τῆς σωτηρίας καί τῆς χάριτος, διάνοιξον κἀμοῦ τοῦ ἁμαρτωλοῦ τά χείλη, καὶ δίδαξόν με πῶς δεῖ, καί ὑπὲρ ὧν χρή προσεύχεσθαι» (Ευχή γονυκλισίας).

 

Ηρακλής Αθ. Φίλιος

Βαλκανιολόγος, Θεολόγος